Νόμος 2238/94 - Άρθρο 12

Άρθρο 12: Αυτοτελής φορολόγηση εισοδήματος από κινητές αξίες


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Επιβάλλεται φόρος εισοδήματος στους τόκους, οι οποίοι αποκτώνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας,χωρίς να εξετάζεται η ιθαγένεια και ο τόπος που διαμένουν ή κατοικούν ή έχουν την έδρα τους και προκύπτουν στην Ελλάδα από:

 

α) Οποιαδήποτε μορφή κατάθεσης, περιλαμβανομένων και των πιστοποιητικών καταθέσεων, σε τράπεζα ή ταμιευτήριο, που είναι στην Ελλάδα.

 

β) Οποιαδήποτε μορφή κατάθεσης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.

 

γ) Ομόλογα ή άλλους έντοκους τίτλους, γενικώς, τραπεζών ή ασφαλιστικών επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από το αν είναι διαπραγματεύσιμοι ή μη στο Χρηματιστήριο.

 

δ) Ομολογιακά δάνεια επιχειρήσεων, εφόσον έχουν τύχει των απαλλαγών του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3746/1957 (ΦΕΚ 173/Α/1957).

 

Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου θεωρούνται τόκοι καταθέσεων και τα εισοδήματα που προκύπτουν από πράξεις, όπως αυτές ορίζονται στις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 15 του νόμου [Ν] 3632/1928, που προστέθηκαν με το άρθρο 74 του νόμου [Ν] 1969/1991 (ΦΕΚ 167/Α/1991), τα οποία λαμβάνουν οι δικαιούχοι φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου.

 

Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου θεωρούνται τόκοι καταθέσεων και τα εισοδήματα που προκύπτουν από πράξεις, όπως αυτές ορίζονται στις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 15 του νόμου [Ν] 3632/1928 (ΦΕΚ 137/Α/1928), που προστέθηκαν με το άρθρο 74 του νόμου [Ν] 1969/1991 (ΦΕΚ 167/Α/1991) και όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με την παράγραφο 1 του άρθρου 19 του νόμου 2651/1998 (ΦΕΚ 248/Α/1998), τα οποία λαμβάνουν οι δικαιούχοι φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του προηγουμένου εδαφίου.

 

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και στους τόκους από καταθέσεις στην αλλοδαπή ή από ομολογιακά δάνεια που εκδίδονται σε αυτή, καθώς και στα εισοδήματα από κάθε μορφής τίτλους που εκδίδονται από θυγατρικές εταιρίες ημεδαπών τραπεζικών ιδρυμάτων στο εξωτερικό και δύνανται να συμπεριληφθούν στην κατηγορία των εποπτικών κεφαλαίων για την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας, σύμφωνα με τις εκάστοτε πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, όταν όλα τα πιο πάνω εισοδήματα αποκτώνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, κατοίκους Ελλάδος.

 

Έχει εφαρμογή για εισοδήματα που αποκτώνται από 01-01-2007. Ειδικά για τα ως άνω εισοδήματα, ως προς τα οποία εκκρεμούν υποθέσεις ενώπιον των φορολογικών αρχών κατά το χρόνο δημοσίευσης του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων με την προβλεπόμενη από την παράγραφο 4 του άρθρου 54 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος παρακράτηση φόρου εισοδήματος 20%.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 2594/2001 (ΦΕΚ 255/Α/2001), με την παράγραφο 12 του άρθρου 10 του νόμου 2642/1998 (ΦΕΚ 216/Α/1998), με την παράγραφο 7 του άρθρου 2 της πράξης νομοθετικού περιεχομένου της 21-12-2001 (ΦΕΚ 288/Α/2001) και με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του νόμου 3522/2006 (ΦΕΚ 276/Α/2006).

 

2. Ο φόρος υπολογίζεται στο ποσό των τόκων που προκύπτουν με συντελεστή 15%. Ο φόρος αυτός παρακρατείται από τον οφειλέτη των τόκων κατά το χρόνο που γίνεται ο εκτοκισμός της κατάθεσης ή από εκείνον που καταβάλλει τους τόκους, κατά την εξαργύρωση των τοκομεριδίων.

 

Ειδικώς, για ομόλογα χωρίς κουπόνια (Zero Coupon) ο φόρος υπολογίζεται κατά την έκδοση τους.

 

Με την παρακράτηση του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των υπόχρεων του άρθρου 2, καθώς και των υπόχρεων της παραγράφου 2 του άρθρου 101.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του νόμου 3091/2002 (ΦΕΚ 330/Α/2002), με την παράγραφο 2 του άρθρου 8 του νόμου 3296/2004 (ΦΕΚ 253/Α/2004) και με την παράγραφο του άρθρου 2 της πράξης νομοθετικού περιεχομένου της 21-12-2001 (ΦΕΚ 288/Α/2001), με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 2 του νόμου 4110/2013 (ΦΕΚ 17/Α/2013).

 

3. Ο κατά τα ανωτέρω παρακρατούμενος φόρος αποτελεί έσοδο του οικονομικού έτους επί του οποίου υπολογίστηκαν οι τόκοι, βεβαιώνεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου του έτους αυτού και αποδίδεται με εφάπαξ καταβολή στο Δημόσιο, με την υποβολή δήλωσης, από τον οφειλέτη των τόκων ή από εκείνον που εξαργύρωσε τα τοκομερίδια, στη δημόσια οικονομική υπηρεσία στην περιφέρεια της οποίας αυτός έχει την έδρα του κεντρικού, μέσα σε προθεσμία 15 ημερών από το τέλος του μήνα που υπολογίστηκαν οι τόκοι.

 

Ειδικώς:

 

α) Ο φόρος που αναλογεί στα ομόλογα χωρίς κουπόνια αποδίδεται στο Δημόσιο μέσα σε 1 μήνα από τη διάθεσή τους στους ενδιαφερομένους.

 

β) Τα πιστωτικά ιδρύματα, που υπολογίζουν τους τόκους εφάπαξ κατ' έτος, υποχρεούνται στην υποβολή προσωρινής δήλωσης και στην απόδοση του αντίστοιχου φόρου μέσα σε προθεσμία 15 ημερών από το τέλος του μήνα στον οποίο υπολογίστηκαν οι τόκοι. Η οριστική δήλωση υποβάλλεται μέσα σε πέντε (5) μήνες από το τέλος του μήνα στον οποίο υπολογίστηκαν οι τόκοι μαζί με την τυχόν θετική διαφορά φόρου. Στην περίπτωση αρνητικής διαφοράς ο φόρος επιστρέφεται στο πιστωτικό Ίδρυμα ως αχρεωστήτως καταβληθείς.

 

γ) τα πιστωτικά ιδρύματα που εδρεύουν ή είναι εγκατεστημένα στην Ελλάδα και έχουν καταστεί φορείς πληρωμής με βάση την περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 4 τουνόμου 3312/2005 (ΦΕΚ 35/Α/2005) υποχρεούνται για τα εισοδήματα που αναφέρονται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 και εισπράττονται από αυτά για λογαριασμό κατοίκων Ελλάδος σε παρακράτηση του φόρου κατά την καταβολή των τόκων ή στην πίστωση του λογαριασμού του δικαιούχου. Ο φόρος υπολογίζεται επί του συνόλου των τόκων που εισπράττουν τα πιστωτικά ιδρύματα για λογαριασμό κατοίκων Ελλάδας είτε το προϊόν της είσπραξης εισάγεται στην Ελλάδα είτε επενδύεται ξανά ή παραμένει στο εξωτερικό.

 

Στους τόκους που αποκτά φυσικό πρόσωπο κάτοικος Ελλάδας από καταθέσεις στην αλλοδαπή ή από ομολογιακά δάνεια που εκδίδονται σε αυτή και παραμένουν στην αλλοδαπή, ο δικαιούχος υποχρεούται να αποδίδει τον οφειλόμενο φόρο 15% με την υποβολή δήλωσης στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία μέχρι και την 31η Ιανουαρίου του επόμενου από την καταβολή ή πίστωση έτους, προσκομίζοντας και το πρωτότυπο αποδεικτικό της αλλοδαπής τράπεζας ή πιστωτικού οργανισμού, από το οποίο θα προκύπτει το ποσό των τόκων που καταβλήθηκε ή με το οποίο πιστώθηκε ο λογαριασμός του στην αλλοδαπή κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος, ο φόρος που έχει παρακρατηθεί και ο χρόνος καταβολής ή πίστωσης.

 

Από το συνολικό ποσό του φόρου που αναλογεί και πρέπει να αποδοθεί, εκπίπτει ο φόρος που αποδεδειγμένα έχει παρακρατηθεί από τα φυσικά πρόσωπα σε κράτος με το οποίο η Ελλάδα έχει θέσει σε ισχύ Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας του Εισοδήματος για το εισόδημα που προέκυψε σε αυτό και μέχρι του ποσού του φόρου που αναλογεί για το εισόδημα αυτό στην Ελλάδα, εφόσον ο φόρος που παρακρατήθηκε στο άλλο κράτος ορίζεται στις διατάξεις της Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας του Εισοδήματος.

 

Για την απόδοση του παρακρατούμενου φόρου έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 60.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 3 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 10 του νόμου 3842/2010 (ΦΕΚ 58/Α/2010) και με την παράγραφο 2 του άρθρου 6 του νόμου 3522/2006 (ΦΕΚ 276/Α/2006), με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του νόμου 4110/2013 (ΦΕΚ 17/Α/2013).

 

4. Η δήλωση περιέχει τα στοιχεία του υπόχρεου απόδοσης του φόρου, το συνολικό ποσό των τόκων, το μήνα υπολογισμού των τόκων των καταθέσεων ή της εξαργύρωσης των τοκομεριδίων, καθώς και το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε και αποδίδεται στο Δημόσιο.

 

5. Οι διατάξεις των άρθρων 65, 66, 68, 70, 74, 75, 84, 85, 86, 87 και 88, καθώς και της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 93, εφαρμόζονται αναλόγως, για τη διαδικασία υποβολής των δηλώσεων, ελέγχου αυτών και βεβαίωσης του φόρου που επιβάλλεται με αυτό το άρθρο.

 

6. Η κατά τα ανωτέρω Επιβολή του φόρου δεν συνεπάγεται την άρση του απορρήτου των καταθέσεων στις τράπεζες, όπως αυτό ισχύει σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

 

7. Εξαιρούνται από τη φορολογία που επιβάλλεται με αυτό το άρθρο οι τόκοι που προκύπτουν από:

 

α)Οποιαδήποτε μορφή κατάθεσης μη μόνιμων κατοίκων Ελλάδας σε τράπεζες που είναι στην Ελλάδα ή το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, εφόσον το ποσό αυτών είναι σε ξένο νόμισμα.

β)Εκούσιες καταθέσεις όψεως ταμιευτηρίου μη μόνιμων κατοίκων Ελλάδας στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον το ποσό αυτών είναι σε ξένο νόμισμα.

γ) Καταθέσεις στεγαστικού ταμιευτηρίου εφόσον το προϊόν τους χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την εξασφάλιση στεγαστικού δανείου προς απόκτηση πρώτης κατοικίας του φορολογουμένου.

ε) Καταθέσεις τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν με τη μορφή αμιγούς πιστωτικού συνεταιρισμού του νόμου [Ν] 1667/1986 (ΦΕΚ 196/Α/1986) σε άλλες τράπεζες στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι υποχρεωτικές ή μη καταθέσεις αυτών στην Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς και από καταθέσεις του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων στην Τράπεζα της Ελλάδος.

στ) Ομόλογα ή ομολογιακά δάνεια γενικά, που έχουν εκδοθεί ή έχουν συναφθεί μέχρι και την 31-12-1990, καθώς και οι τόκοι από ομολογιακά δάνεια σε συνάλλαγμα, που εκδίδονται από την Τράπεζα της Ελλάδος από την 01-01-1991 και μέχρι και την 31-12-1996.

η) Προθεσμιακές καταθέσεις σε ξένο νόμισμα, που έχουν συναφθεί από μόνιμους κατοίκους Ελλάδος μέχρι την 31-1-1996 και για το χρονικό διάστημα μέχρι την πρώτη ανανέωσή τους μετά από αυτή την ημερομηνία.

θ) Προθεσμιακές καταθέσεις σε δραχμές που προέρχονται από εισαγωγή συναλλάγματος που έχουν συναφθεί από μη κατοίκους Ελλάδας μέχρι την 31-12-1997 και για το χρονικό διάστημα μέχρι την πρώτη ανανέωσή τους μετά από αυτή την ημερομηνία.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 7 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 7 του άρθρου 10 του νόμου 2459/1997 (ΦΕΚ 17/Α/1997) και τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 19 του νόμου 3610/2007 (ΦΕΚ 258/Α/2007), με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 6 του νόμου 2579/1998 (ΦΕΚ 31/Α/1998).

 

8. Ομοίως, επιβάλλεται φόρος εισοδήματος στους τόκους, οι οποίοι αποκτώνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας, χωρίς να εξετάζεται η ιθαγένεια και ο τόπος που διαμένουν ή κατοικούν ή έχουν την έδρα τους και προκύπτουν από εθνικά δάνεια που εκδίδονται με έντοκα γραμμάτια ή ομολογίες από την 01-01-1997 και μετά. Ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστή 15% στο ποσό των τόκων που προκύπτουν από τους πιο πάνω τίτλους από την 01-01-2013 και μετά, ακόμα και αν προέρχονται από τίτλους που έχουν ανανεωθεί.

 

Ο φόρος αυτός για τα έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου, που εκδίδονται με φυσικούς τίτλους ή με τη μορφή άυλων τίτλων, προεισπράττεται κατά την έκδοσή τους, ενώ για τα ομόλογα ο φόρος παρακρατείται κατά το χρόνο της εξαργύρωσης των τοκομεριδίων τους ή κατά τη λήξη τους, όταν πρόκειται για ομόλογα χωρίς τοκομερίδια (Zero Coupon). Σε περίπτωση σιωπηρής ανανέωσης έντοκων γραμματίων, για τους τόκους που προκύπτουν στο διάστημα που διαρκεί η ανανέωση, γίνεται παρακράτηση του φόρου που αναλογεί κατά το χρόνο της εξόφλησής τους. Με τον προ-εισπραττόμενο ή παρακρατούμενο κατά περίπτωση φόρο, πιστώνεται ο τηρούμενος στην Τράπεζα της Ελλάδος οικείος λογαριασμός του Ελληνικού Δημοσίου.

 

Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται όταν έχει μεσολαβήσει μεταβίβαση του ομολόγου ή τοκομεριδίου αυτού πριν από τη λήξη. Στην περίπτωση αυτή, ο φόρος που παρακρατείται κατά το χρόνο της εξαργύρωσης του τοκομεριδίου ή κατά τη λήξη του ομολόγου και αναλογεί στο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την τελευταία μεταβίβαση μέχρι το χρόνο εξαργύρωσης, αποδίδεται με δήλωση της δικαιούχου τράπεζας ή αυτής που μεσολαβεί για λογαριασμό τρίτου, μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα, με δήλωση που υποβάλλει στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία που ανήκει.

 

Φόρος με τον ίδιο ως άνω συντελεστή επιβάλλεται και στους τόκους, οι οποίοι αποκτώνται από τα πρόσωπα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής και προκύπτουν από έντοκους τίτλους που εκδίδονται στην Ελλάδα με τις εγκρίσεις που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία, από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το Διεθνή Οργανισμό Χρηματοδοτήσεως, τη Διεθνή Τράπεζα Ανασυγκροτήσεως και Αναπτύξεως, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκροτήσεως και Αναπτύξεως και την Ασιατική Τράπεζα Αναπτύξεως.

 

Σε περίπτωση μεταβίβασης του ομολόγου ή τοκομεριδίου του πριν από τη λήξη του, η μεσολαβούσα τράπεζα προβαίνει σε παρακράτηση φόρου για τους δεδουλευμένους μέχρι το χρόνο μεταβίβασης τόκους και για την απόδοση του φόρου αυτού εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 60. Αν το ομόλογο ή τοκομερίδιο που μεταβιβάζεται ανήκει στην τράπεζα, υποχρεούται η ίδια να καταβάλει το φόρο που αναλογεί στους πιο πάνω δεδουλευμένους τόκους.

 

Ο φόρος αυτός παρακρατείται κατά το χρόνο λήξης και εξόφλησης των τοκομεριδίων τους ή κατά τη λήξη των τίτλων, όταν πρόκειται για ομόλογα χωρίς τοκομερίδια, από το διαχειριστή εκάστου δανείου ή από το νόμιμο εκπρόσωπο του εκδότη στην Ελλάδα ή από άλλο εξουσιοδοτημένο προς τούτο πρόσωπο. Ο παρακρατούμενος φόρος του προηγούμενου εδαφίου αποδίδεται με εφάπαξ καταβολή στο Δημόσιο, με την υποβολή δήλωσης, από το πρόσωπο που διενήργησε την παρακράτηση, στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία στην περιφέρεια της οποίας αυτό έχει την έδρα του, μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου μήνα που έγινε η παρακράτηση του φόρου.

 

Με την παρακράτηση του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των υπόχρεων του άρθρου 2, καθώς και των υπόχρεων της παραγράφου 2 του άρθρου 101.

 

Επίσης, για τη φορολογία των τόκων της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου αυτού.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 8 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του νόμου 3091/2002 (ΦΕΚ 330/Α/2002) και τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2)α του άρθρου 10 του νόμου 3842/2010 (ΦΕΚ 58/Α/2010), με την παράγραφο 1 του άρθρου 15 του νόμου 3943/2011 (ΦΕΚ 66/Α/2011), με τις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 2 του νόμου 4110/2013 (ΦΕΚ 17/Α/2013).

 

9. Εξαιρούνται από τη φορολογία που επιβάλλεται με την προηγούμενη παράγραφο οι τόκοι που προκύπτουν από:

 

α) Ομόλογα που έχουν εκδοθεί μέχρι και την 31-12-1996 ανεξάρτητα αν η διάρκεια αυτών είναι ετήσια ή μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας.

β) Έντοκα γραμμάτια που έχουν εκδοθεί μέχρι την 31-12-1996. Τόκοι όμως που προκύπτουν από ανανεώσεις εκδοθέντων έντοκων γραμματίων εφόσον η ανανέωση αυτών γίνεται μετά την 01-01-1997, υπόκεινται σε φορολογία εισοδήματος κατά τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.

γ) Ομολογιακά δάνεια που εκδίδει από 01-01-1997 και μετά το Ελληνικό Δημόσιο στο εξωτερικό.

δ) Έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου και οι οποίοι αποκτώνται από επενδυτές μόνιμους κατοίκους αλλοδαπής.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 9 προστέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 11 του νόμου 2459/1997 (ΦΕΚ 17/Α/1997) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 29 του νόμου [Ν] 2592/1998 (ΦΕΚ 57/Α/1998) και με την παράγραφο 1 του άρθρου 86 του νόμου 3746/2009 (ΦΕΚ 27/Α/2009).

 

11. Απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος οι τόκοι Ομολογιακών Δανείων του Δημοσίου με διάρκεια 2 ετών ή και μεγαλύτερη, υπό την προϋπόθεση ότι ο αρχικός κάτοχος των τίτλων των δανείων αυτών διακρατεί τόσο τα σώματα αυτών όσο και τα τοκομερίδιά τους, μέχρι την ημερομηνία λήξης τους. Αρχικός κάτοχος των τίτλων θεωρείται εκείνο το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων ή ομάδα περιουσίας που κατέχει τους τίτλους (σώμα και τοκομερίδια) των Ομολογιακών Δανείων του Ελληνικού Δημοσίου κατά τη δέκατη εργάσιμη ημέρα μετά την έκδοσή τους. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι προϋποθέσεις για τη διασφάλιση της διακράτησης των τίτλων αυτών από τους αρχικούς κατόχους τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που είναι απαραίτητη για την εφαρμογή της ως άνω διάταξης.

 

Η απαλλαγή της παραγράφου αυτής δεν αίρεται όταν τα ταμεία ασφάλισης που έχουν συσταθεί με νόμο συστήνουν ενέχυρο ή συνάπτουν πράξεις (repos - reverse repos) με βάση τις διατάξεις του άρθρου 15 του νόμου [Ν] 3632/1928 (ΦΕΚ 137/Α/1928) επί των ανωτέρω τίτλων, καθώς και επί των τίτλων τους που περιλαμβάνονται στο Κοινό Κεφάλαιο των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και Ασφαλιστικών Φορέων της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του νόμου 2469/1997 (ΦΕΚ 38/Α/1997), και με την προϋπόθεση ότι εξακολουθούν να είναι δικαιούχοι των τόκων που προκύπτουν από τους υπόψη τίτλους μέχρι τη λήξη αυτών.

 

Η ανταλλαγή ομολόγων από τον αρχικό κάτοχο τους με άλλους τίτλους, κατ' εφαρμογή προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, θεωρείται διακράτηση μέχρι την ημερομηνία λήξης των αρχικών ομολόγων για την απαλλαγή που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 11 προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 15 του νόμου [Ν] 2628/1998 (ΦΕΚ 151/Α/1998) και τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 32 του νόμου 3986/2011 (ΦΕΚ 152/Α/2011), με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του νόμου 4046/2012 (ΦΕΚ 28/Α/2012).

 

12. Απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος οι τόκοι ων Εντόκων Γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου που εκδίδονται από την 01-01-2003, υπό την προϋπόθεση ότι ο αρχικός κάτοχος των τίτλων αυτών είναι φυσικό πρόσωπο κάτοικος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποκτά τους τίτλους μέσα σε 5 εργάσιμες ημέρες από την επόμενη ημέρα της έκδοσης τους και τους διακρατεί μέχρι την ημερομηνία λήξης τους.

 

Απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος οι τόκοι των Ομολογιακών Δανείων του Ελληνικού Δημοσίου που εκδίδονται από την 01-01-2003, υπό την προϋπόθεση ότι ο αρχικός κάτοχος των τίτλων αυτών είναι φυσικό πρόσωπο κάτοικος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποκτά τους τίτλους μέσα σε 5 εργάσιμες ημέρες από την επόμενη ημέρα της έκδοσης τους ή επανέκδοσης τους και διακρατεί τόσο τα σώματα αυτών όσο και τα τοκομερίδιά τους μέχρι την ημερομηνία λήξης τους.

 

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις για τη διάθεση, την απόκτηση και διασφάλιση της διακράτησης των τίτλων αυτών από τους αρχικούς κατόχους τους, καθώς και κάθε άλλο θέμα που είναι απαραίτητο για την εφαρμογή της διάταξης αυτής

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 12 προστέθηκε με το άρθρο 37 του νόμου 3130/2003 (ΦΕΚ 76/Α/2003).

 

13. Στους τόκους που καταβάλλονται από φυσικά πρόσωπα στην αλλοδαπή, ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή 20% όταν δικαιούχος είναι φυσικό και με συντελεστή 33% όταν δικαιούχος είναι νομικό πρόσωπο. Ο φόρος παρακρατείται από το φυσικό πρόσωπο που τους καταβάλλει και αποστέλλεται στην αλλοδαπή το υπόλοιπο ποσό που απομένει. Για την τράπεζα που μεσολαβεί έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 13. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του αλλοδαπού δικαιούχου για τα πιο πάνω εισοδήματα. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 25 έχουν εφαρμογή και για τα δάνεια που συνάπτονται μεταξύ κατοίκου Ελλάδας και αλλοδαπού πιστωτή.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 13 προστέθηκε με την παράγραφο 4)α του άρθρου 10 του νόμου 3842/2010 (ΦΕΚ 58/Α/2010), με την παράγραφο 6 του άρθρου 2 του νόμου 4110/2013 (ΦΕΚ 17/Α/2013).

 

14. Οι τόκοι που προκύπτουν από ομόλογα που εκδίδονται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας, κατ' εφαρμογή προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, έχουν την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με τους τόκους που προκύπτουν από ομόλογα που εκδίδει το Ελληνικό Δημόσιο στην Ελλάδα. Για τους τόκους που προκύπτουν από τα ομόλογα αυτά εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παραγράφου 11.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 14 προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του νόμου 4046/2012 (ΦΕΚ 28/Α/2012).

 

15. Όταν στα πλαίσια εφαρμογής του προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, οι κάτοχοι ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου ή εταιρικών ομολόγων, για τα οποία υπάρχει εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, αποκτούν νέα ομόλογα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας για το ποσό των δεδουλευμένων και μη καταβληθέντων τόκων που αναλογούν μέχρι του χρόνου ανταλλαγής των αρχικών ομολόγων, η παρακράτηση του φόρου που οφείλεται λόγω προεξόφλησης των τόκων με νέα ομόλογα διενεργείται κατά το χρόνο λήξης των νέων ομολόγων από τη μεσολαβούσα τράπεζα. Η απόδοση του φόρου ενεργείται μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα με δήλωση που υποβάλλεται στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία και σε περίπτωση που δικαιούχος των τόκων είναι η ίδια η τράπεζα, αυτή υποχρεούται να καταβάλει τον οφειλόμενο φόρο μέσα στην ίδια προθεσμία.

 

Οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 3 του νόμου 4046/2012 (ΦΕΚ 28/Α/2012) εφαρμόζονται ανάλογα και για τους τόκους της παραγράφου αυτής.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 4 προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου δεύτερου του νόμου 4050/2012 (ΦΕΚ 36/Α/2012).

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.