Νόμος 3491/06 - Άρθρο 17

Άρθρο 17: Οικονομικά ζητήματα Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1.α. Οι ληξιπρόθεσμες ή μη οφειλές των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και των Επιχειρήσεών τους προς το Δημόσιο μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, απαλλάσσονται από πρόσθετους φόρους, πρόστιμα, προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής και κάθε μορφής επιβαρύνσεις, εφόσον η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ή η Επιχείρηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης καταβάλει εφάπαξ τη βασική οφειλή ως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του δέκατου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος. Περιοδικές και εκκαθαριστικές δηλώσεις Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και απόδοσης παρακρατούμενων φόρων εισοδήματος, που αφορούν φορολογικές και διαχειριστικές περιόδους για τις οποίες η υποχρέωση υποβολής έληξε μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, μπορούν να υποβληθούν έως την τελευταία εργάσιμη μέρα του δέκατου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, χωρίς κυρώσεις. Τυχόν πρόσθετοι φόροι και πρόστιμα που έχουν καταβληθεί για την αιτία αυτή δεν επιστρέφονται ούτε διαγράφονται

 

β. Οι υποχρεώσεις των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και των επιχειρήσεών τους προς ασφαλιστικά ταμεία από καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές ως τη δημοσίευση του παρόντος, απαλλάσσονται από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής και κάθε μορφής επιβαρύνσεις, εφόσον η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ή η Επιχείρηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης καταβάλει σε αυτά εφάπαξ το ποσό της βασικής οφειλής της, εντός της προθεσμίας της προηγούμενης περίπτωσης. Σε περίπτωση μη καταβολής κατά τα ανωτέρω του ποσού των οφειλών των περιπτώσεων α' και β', καθίσταται απαιτητό το σύνολο κάθε οφειλής μαζί με τις κάθε είδους προσαυξήσεις. Οι απαιτητές ασφαλιστικές εισφορές από τη δημοσίευση του παρόντος και εφεξής καταβάλλονται εντός των νόμιμων προθεσμιών.

 

γ. Οι ληξιπρόθεσμες ή μη, μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, οφειλές των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και των Επιχειρήσεών τους:

 

α)α. προς τις Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί, Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, Οργανισμό Τηλεπικοινωνιών Ελλάδας, Οργανισμό Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού,

 

β)β. προς κρατικά και ιδιωτικά πιστωτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένου του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων,

 

γ)γ. προς τους ιδιώτες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, για οφειλές που προέκυψαν από την εκτέλεση έργων, εργασιών, προμηθειών, ανάθεση μελετών ή τη διενέργεια απαλλοτριώσεων, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις,

 

δ)δ. προς τους εργαζομένους, για οφειλές που προκύπτουν από τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις ή από πρακτικά συμβιβασμού με συμβολαιογραφικές πράξεις,

 

ε)ε. από οποιαδήποτε αιτία, εφόσον έχουν επιδικασθεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση, καθώς και οι ληξιπρόθεσμες ή μη οφειλές και υποχρεώσεις των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρουείναι δυνατόν να εξυπηρετηθούν με σύναψη δανείων, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 96 του προεδρικού διατάγματος 30/1996 (ΦΕΚ 21/Α/1996). Η απόφαση του Νομαρχιακού ή Διοικητικού Συμβουλίου για τη δανειοδότηση λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών τους και έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του έκτου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος. Ως πρώτος μήνας θεωρείται ο μήνας της δημοσίευσης του παρόντος.

 

δ. Από τη ρύθμιση αυτή εξαιρούνται όλες οι περιπτώσεις του άρθρου 4 του νόμου 2672/1998 (ΦΕΚ 290/Α/1998), όπως αυτό ισχύει, οι δαπάνες των οποίων καλύπτονται με επιχορηγήσεις από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.

 

ε. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καθορίζονται η διαδικασία και τα δικαιολογητικό, τα οποία απαιτούνται για την εφαρμογή του άρθρου αυτού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 23 του νόμου 3536/2007 (ΦΕΚ 42/Α/2007).

 

2. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του νόμου 3448/2006 (ΦΕΚ 57/Α/2006) προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

 

{Η χρηματοδότηση από τα ανωτέρω έσοδα, των Αναπτυξιακών Συνδέσμων, των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης, καθώς και των επιχειρήσεων που λειτουργούν με τη μορφή Ανώνυμων Εταιρειών και στις οποίες συμμετέχουν φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης με ποσοστό τουλάχιστον 50%, γίνεται ύστερα από απόφαση του Δημοτικού ή Κοινοτικού Συμβουλίου, το οποίο καθορίζει και το κατανεμόμενο στα πιο πάνω νομικά πρόσωπα αντίστοιχο ποσό. Η απόφαση αυτή εγκρίνεται από τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Για την παροχή της έγκρισης εκτιμάται εάν το εναπομένον από τα έσοδα αυτό ποσό υπέρ του Δήμου ή της Κοινότητας επαρκεί για την αντιμετώπιση των επενδυτικών δραστηριοτήτων τους, καθώς και για την κάλυψη των γενικών λειτουργικών δαπανών τους.}

 

3.α. Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 του νόμου [Ν] 1080/1980 (ΦΕΚ 246/Α/1980), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

{4. Ξενοδοχειακές επιχειρήσεις κάθε λειτουργικής μορφής και κατηγορίας, που απαλλάσσονται από την υποχρέωση υποβολής δήλωσης Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, καταβάλλουν το τέλος διαμονής παρεπιδημούντων στην ταμειακή υπηρεσία του δικαιούχου Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία, που διεξάγεται η ταμειακή του υπηρεσία, κάθε ημερολογιακό τρίμηνο και μέχρι την 20η ημέρα του μήνα που ακολουθεί το τρίμηνο. Οι ανωτέρω επιχειρήσεις υποχρεούνται, συγχρόνως με την καταβολή του τέλους, να υποβάλλουν στον οικείο Δήμο ή Κοινότητα δήλωση καταβολής του αναλογούντος τέλους επί των μισθωμάτων του αμέσως προηγούμενου ημερολογιακού τριμήνου, στην οποία αναγράφεται το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία του υπόχρεου, ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου, ο Αριθμός Δελτίου Ταυτότητας, το είδος και η τάξη της επιχείρησης, η διεύθυνσή της, το τρίμηνο που αφορά η δήλωση, το συνολικό ποσό των μισθωμάτων που υπόκειται στο τέλος και το οφειλόμενο τέλος. Μαζί με την ανωτέρω δήλωση και προς έλεγχο της ακρίβειάς της οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις υποχρεούνται να προσκομίζουν στον οικείο Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης αντίγραφο των σχετικών καταχωρίσεων στο βιβλίο πελατών, που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 4 της υπ' αριθμόν 8/1999 αστυνομικής διάταξης (ΦΕΚ 1957/Β/1999), καθώς και αντίγραφο της ισχύουσας δήλωσης τιμών. Η Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία υποχρεούται να αποδίδει στο δικαιούχο Δήμο ή Κοινότητα το εισπραττόμενο ποσό εντός του πρώτου δεκαημέρου του επόμενου από την είσπραξη μήνα.}

 

β. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του νόμου [Ν] 1080/1980, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 8 του άρθρου 7 του νόμου 2307/1995 (ΦΕΚ 113/Α/1995), αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Προκειμένου για τους Δήμους και τις Κοινότητες της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης, η επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και αποτελείται από:

 

α) έναν (1) μόνιμο υπάλληλο, κλάδου Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης Διοικητικού του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ως Πρόεδρο,

 

β) έναν (1) μόνιμο ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπάλληλο, αντίστοιχου κλάδου ή ειδικότητας του Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης και

 

γ) έναν (1) δημοτικό ή κοινοτικό σύμβουλο, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από το οικείο Δημοτικό ή Κοινοτικό Συμβούλιο.}

 

4. Οφειλές από κάθε είδους συμβάσεις μίσθωσης που αποτελούν έσοδα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου βαθμού και έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες ως τη δημοσίευση του νόμου αυτού, μπορεί να ρυθμισθούν και να εξοφληθούν,χωρίς πρόστιμα και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, ύστερα από απόφαση του οικείου Δημοτικού ή Κοινοτικού Συμβουλίου, που εκδίδεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος. Με την απόφαση μπορεί να ορισθεί η δυνατότητα εξόφλησης της οφειλής σε δόσεις, με ανώτατο όριο τις είκοσι τέσσερις (24) ισόποσες μηνιαίες δόσεις. Η ρύθμιση γίνεται ύστερα από αίτηση που υποβάλλει ο οφειλέτης προς το Δήμο ή την Κοινότητα, μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του Δημοτικού ή Κοινοτικού Συμβουλίου. Μαζί με την αίτηση, η οποία συνοδεύεται από βεβαίωση του Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης για το ποσό της οφειλής, καταβάλλεται και η πρώτη δόση, ενώ οι επόμενες καταβάλλονται ως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών. Αν δεν καταβληθούν δύο από τις δόσεις, ο οφειλέτης χάνει το ευεργέτημα της ρύθμισης αυτής. Ποσά που έχουν καταβληθεί για οφειλές από μισθώματα πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού δεν επιστρέφονται.

 

5.α. Οι ληξιπρόθεσμες ή μη, ως τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, οφειλές των Δήμων, Κοινοτήτων, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και συνδέσμων αυτών και των αμιγών δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης, προς το Ελληνικό Δημόσιο απαλλάσσονται από πρόσθετους φόρους, πρόστιμα, προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής και κάθε μορφής επιβαρύνσεις, εφόσον οι υπόχρεοι καταβάλουν εφάπαξ τη βασική οφειλή ως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του δέκατου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος.

 

Περιοδικές και εκκαθαριστικές δηλώσεις Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και απόδοσης παρακρατούμενων φόρων εισοδήματος, που αφορούν φορολογικές και διαχειριστικές περιόδους για τις οποίες η υποχρέωση υποβολής έληξε μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, μπορούν να υποβληθούν έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του δέκατου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος, χωρίς κυρώσεις. Τυχόν πρόσθετοι φόροι και πρόστιμα που έχουν καταβληθεί για την αιτία αυτή δεν επιστρέφονται ούτε διαγράφονται.

 

Από την παρούσα ρύθμιση εξαιρούνται οι περιπτώσεις που ρυθμίζονται με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του νόμου 3320/2005, όπως ισχύουν.

 

β. Οι υποχρεώσεις των ανωτέρω φορέων προς το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων και Ταμείο Ασφαλίσεως Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων από καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές ως τη δημοσίευση του παρόντος απαλλάσσονται από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής και κάθε μορφής επιβαρύνσεις, εφόσον οι υπόχρεοι καταβάλουν στους ασφαλιστικούς φορείς εφάπαξ το ποσό της βασικής οφειλής τους, μέσα στην προθεσμία της προηγούμενης περίπτωσης. Σε περίπτωση μη καταβολής του ποσού της παραπάνω οφειλής καθίσταται απαιτητό το σύνολο της οφειλής μετά των νομίμων προσαυξήσεων και επιβαρύνσεων. Οι τρέχουσες απαιτητές ασφαλιστικές εισφορές, από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και μετά, καταβάλλονται κανονικό μέσα στις νόμιμες προθεσμίες.

 

γ. Οι ανωτέρω οφειλές είναι δυνατόν να εξυπηρετηθούν με σύναψη δανείων, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 176 του νόμου 3463/2006 (ΦΕΚ 114/Α/2006). Η σχετική για τη δανειοδότηση απόφαση του Δημοτικού, Κοινοτικού ή Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών τους και έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του έκτου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος. Ως πρώτος μήνας θεωρείται ο αντίστοιχος της δημοσίευσης.

 

6. Οι προθεσμίες της παραγράφου 6 του άρθρου 29 του νόμου 3448/2006 που έληξαν έως την 30-06-2006 παρατείνονται από τη λήξη τους έως και έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος. Η προβλεπόμενη στο δ' εδάφιο της ως άνω παραγράφου αίτηση δανειοδότησης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υποβάλλεται μέσα σε 2 μήνες από τη δημοσίευση αυτού του νόμου, η δε έγκριση του σχετικού δανείου γίνεται εντός 2 μηνών από την υποβολή της αίτησης.

 

7. Ο λογαριασμός που τηρείται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υπό τον τίτλο Πληρωμές Αποδοχών Κοινοτικών Υπαλλήλων, καταργείται από την 01-01-2007. Το υφιστάμενο στις 31-12-2006 χρεωστικό υπόλοιπο του εν λόγω λογαριασμού κεφαλαιοποιείται. Το ανωτέρω χρεωστικό υπόλοιπο, καθώς και το εναπομείναν χρέος από την κεφαλαιοποίηση της παραγράφου 12 του άρθρου 17 του νόμου 2744/1999 (ΦΕΚ 222/Α/1999), καλύπτεται από αποδοτέα έσοδα του άρθρου 25 του νόμου 1828/1989 (ΦΕΚ 2/Α/1989) παρελθόντων οικονομικών ετών. Το ακριβές ύψος του ποσού, ο τρόπος καταβολής του, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας, Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών, ύστερα από πρόταση του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων. Η προβλεπόμενη παρακράτηση στο σημείο β' της παραγράφου 12 του άρθρου 17 του νόμου 2744/1999 παύει να διενεργείται από την 01-01-2007.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 7 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1)δ του άρθρου 49 του νόμου 3943/2011 (ΦΕΚ 66/Α/2011).

 

8. Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, προκειμένου να καλύπτουν επιτακτικές ανάγκες λειτουργίας τους, δύνανται να χορηγούν συσκευές κινητής τηλεφωνίας σε προϊσταμένους οργανικών μονάδων τους, προς χρήση από τις οικείες υπηρεσίες. Ως ανώτατος αριθμός συνδέσεων κινητής τηλεφωνίας που μπορεί να χορηγεί καθένας Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης, καθορίζεται:

 

α) Για τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, έως τρεις συνδέσεις. Κατ' εξαίρεση, για τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Θεσσαλονίκης και το Νομαρχιακό Διαμέρισμα Πειραιά έως τέσσερις συνδέσεις, ενώ για το Νομαρχιακό Διαμέρισμα Αθηνών, έως πέντε συνδέσεις.

 

β) Για τους Δήμους με πληθυσμό έως 5.000 κατοίκους και τις Κοινότητες, μία σύνδεση.

 

γ) Για τους Δήμους με πληθυσμό από 5.001 έως 20.000 κατοίκους, έως δύο συνδέσεις.

 

δ) Για τους Δήμους με πληθυσμό άνω των 20.000 κατοίκων, έως τρεις συνδέσεις.

 

Το ανώτατο επιτρεπτό χρηματικό όριο μηνιαίας δαπάνης, εντός του οποίου μπορεί να κάνει χρήση υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας το προσωπικό των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, για την κάλυψη υπηρεσιακών τους αναγκών, καθορίζεται ως ακολούθως:

 

α) Για τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, το ανώτατο όριο δαπάνης ανά τηλεφωνική σύνδεση ισούται με αυτό του Αντινομάρχη, όπως προσδιορίζεται κάθε φορά από την κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών,Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών, η οποία εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων της περίπτωσης γ' της παραγράφου 3 του άρθρου 35 του νόμου 3274/2004 (ΦΕΚ 195/Α/2004), όπως αυτές συμπληρώθηκαν από τις όμοιες της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του νόμου 3345/2005 και ισχύουν.

 

β) Για τους Δήμους και τις Κοινότητες, το ανώτατο όριο δαπάνης ανά τηλεφωνική σύνδεση ισούται με αυτό του Αντιδημάρχου, όπως προσδιορίζεται κάθε φορά από την ίδια απόφαση.

 

Η σχετική δαπάνη βαρύνει τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του οικείου Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Με απόφαση του Νομάρχη, του Δημάρχου ή του Προέδρου της Κοινότητας, κατά περίπτωση, καθορίζεται απαραίτητα ο συγκεκριμένος προϊστάμενος οργανικής μονάδας, στον οποίο χορηγείται κάθε φορά η συσκευή κινητής τηλεφωνίας, καθώς και το ανώτατο όριο δαπάνης που μπορεί να πραγματοποιείται για κάθε σύνδεση, τηρουμένων των οριζομένων στο τρίτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

 

9. Οι τρεις ειδικοί λογαριασμοί της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του νόμου 2672/1998, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του νόμου 3345/2005 και ισχύει, οι οποίοι τηρούνται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, ενοποιούνται σε έναν ειδικό λογαριασμό με τίτλο Κεντρικοί Αυτοτελείς Πόροι των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.