Νόμος 3986/11 - Άρθρο 17a

Άρθρο 17Α: Αναγκαστικές απαλλοτριώσεις


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Επιτρέπεται η αναγκαστική απαλλοτρίωση εμπραγμάτων δικαιωμάτων τρίτων ή ακινήτων ή η σύσταση επ' αυτών εμπραγμάτων δικαιωμάτων, αν κρίνονται αναγκαία για την αξιοποίηση περιουσιακού στοιχείου του Ταμείου ή εταιρείας, της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Ταμείο, ή αν κρίνονται αναγκαία για την πραγματοποίηση επενδυτικού σχεδίου ειδικού διαδόχου του Ταμείου ή εταιρείας της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Ταμείο. Ο σκοπός των παραπάνω αναγκαστικών απαλλοτριώσεων θεωρείται μείζονος και γενικότερης σημασίας για την οικονομία της χώρας και επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος.

 

2. Οι απαλλοτριώσεις της προηγούμενης παραγράφου κηρύσσονται ή τα εμπράγματα δικαιώματα συστήνονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών υπέρ του Ταμείου ή υπέρ της εταιρείας, της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Ταμείο ή υπέρ του ειδικού διαδόχου αυτών ή υπέρ του Δημοσίου, εφόσον στο Ταμείο έχει περιέλθει οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα, πλην της κυριότητας επί της προς αξιοποίηση έκτασης, όπως ειδικότερα ορίζεται στην απόφαση με την οποία κηρύσσεται η απαλλοτρίωση.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 39 του νόμου 4179/2013 (ΦΕΚ 175/Α/2013).

 

3. Αν η απαλλοτρίωση κηρύσσεται σε ακίνητο επί του οποίου αναγνωρίστηκαν δικαστικώς εμπράγματα δικαιώματα τρίτων, μετά τη μεταβίβαση του ακινήτου στο Ταμείο ή μετά την περιέλευση στο Ταμείο εταιρείας της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Ταμείο, η δαπάνη της αποζημίωσης για την αναγκαστική απαλλοτρίωση βαρύνει το Δημόσιο.

 

4. Η περιέλευση στο Ταμείο ή σε εταιρεία, της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου άμεσα ή έμμεσα στο Ταμείο ή σε ειδικό διάδοχο αυτών, της κυριότητας ή άλλων εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί δημοσίων ακινήτων, τα οποία έχουν προέλθει από συντελεσμένες αναγκαστικές απαλλοτριώσεις υπέρ του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού, επιχειρήσεων που ανήκουν στο Δημόσιο, σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και οργανισμών κοινής ωφέλειας, συνιστά νόμιμη μεταβολή του φορέα της απαλλοτρίωσης.

 

5. Δεν ανακαλούνται αναγκαστικές απαλλοτριώσεις που συντελέσθηκαν υπέρ του Ταμείου ή υπέρ της εταιρείας, της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Ταμείο ή υπέρ του ειδικού διαδόχου αυτών ή υπέρ του Δημοσίου, εφόσον στο Ταμείο έχει περιέλθει οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα, πλην της κυριότητας επί της προς αξιοποίηση έκτασης, όπως ειδικότερα ορίζεται στην απόφαση με την οποία κηρύσσεται η απαλλοτρίωση, εφόσον τα ακίνητα έχουν χρησιμοποιηθεί για το σκοπό, για τον οποίο επιβλήθηκε η αναγκαστική απαλλοτρίωση.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 5 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 39 του νόμου 4179/2013 (ΦΕΚ 175/Α/2013).

 

6. α) Η ανάκληση της συντελεσμένης απαλλοτρίωσης για ακίνητα μη χρησιμοποιηθέντα, μερικώς ή ολικώς, επιτρέπεται, εφόσον υπάρχει αίτημα του τέως ιδιοκτήτη ή των καθολικών του διαδόχων, εντός τριετίας από τη συντέλεση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης. Αν συναινεί ο υπέρ ου η απαλλοτρίωση, η ανάκληση επιτρέπεται εντός πενταετίας από τη συντέλεση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης. Θεωρείται ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν έχει εκπληρωθεί μερικώς, εφόσον δεν έχει εκτελεστεί μέρος των απαιτούμενων εργασιών, το οποίο υπερβαίνει κατ' αξίαν το 1/3. Το ποσοστό αυτό υπολογίζεται με βάση τις μελέτες που έχουν υποβληθεί και έχουν εγκριθεί. Η διαδικασία ανάκλησης και η επιστρεπτέα αποζημίωση προσδιορίζονται κατά το άρθρο 12 του νόμου 2882/2001. Στην περίπτωση απαλλοτρίωσης επί της χερσαίας ζώνης λιμένα ή τουριστικού λιμένα θεωρείται ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εκπληρωθεί, αν έχουν εκτελεστεί τα αναγκαία για τη λειτουργία του λιμένα λιμενικά έργα.

 

β) Οι διατάξεις των υποπαραγράφων α' και β' της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του νόμου 2730/1999 εφαρμόζονται αναλογικά στις απαλλοτριώσεις του παρόντος άρθρου.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 6 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 39 του νόμου 4179/2013 (ΦΕΚ 175/Α/2013).

 

7. Η εξαίρεση του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης Γ' της παραγράφου 6 του άρθρου 11 του νόμου 2882/2001 ισχύει αναλογικά και για αναγκαστικές απαλλοτριώσεις, οι οποίες επανακηρύσσονται υπέρ του Ταμείου ή υπέρ εταιρείας, της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Ταμείο ή υπέρ του ειδικού διαδόχου αυτών.

 

Επιτρέπεται η νέα κήρυξη απαλλοτριώσεων, συντελεσμένων ή μη, που έχουν κηρυχθεί οποτεδήποτε επί της χερσαίας ζώνης λιμένων ή τουριστικών λιμένων, εφόσον η προς απαλλοτρίωση έκταση είναι αναγκαία για την αξιοποίηση του λιμένα ή τουριστικού λιμένα, και ανεξάρτητα από το μέγεθός της.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 7 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 39 του νόμου 4179/2013 (ΦΕΚ 175/Α/2013).

 

8. Οποιοσδήποτε προβάλλει εμπράγματα δικαιώματα στα απαλλοτριούμενα ή στα ακίνητα επί των οποίων συστήνονται εμπράγματα δικαιώματα, καθώς και οποιοσδήποτε τρίτος έχει έννομο συμφέρον μπορεί να ασκήσει αίτηση ακύρωσης κατά της απαλλοτριωτικής πράξης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας μέσα σε προθεσμία 30 ημερών από την κοινοποίηση ή τη δημοσίευσή της ως άνω πράξης. Για την εκδίκαση της αίτησης ακύρωσης και αίτησης αναστολής κατά της απαλλοτριωτικής πράξης εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφοι 2, 3 και 4 του νόμου 3894/2010.

 

9. Στις απαλλοτριώσεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του άρθρου 12 του νόμου 3894/2010, των υποπαραγράφων β', γ' και δ' της παραγράφου 1 και της υποπαραγράφου α' της παραγράφου 4 του άρθρου 7 του νόμου 2730/1999, του δευτέρου εδαφίου της υποπαραγράφου α', των υποπαραγράφων β', γ', η' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του νόμου 2730/1999, καθώς και της υποπαραγράφου α', του πρώτου εδαφίου της υποπαραγράφου β' και της υποπαραγράφου γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του νόμου 2730/1999.

 

10. Η τήρηση των διαδικασιών του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του νόμου 2882/2001 μπορεί να παραλείπεται, όταν η συγκεκριμένη θέση του έργου έχει ήδη ειδικά προβλεφθεί σε Ειδικό Σχέδιο Αξιοποίησης Δημοσίων Ακινήτων του άρθρου 12.

 

11. Ως προς την αποβολή από τα απαλλοτριούμενα εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις των παραγράφων 5, 7, 8 υποπαράγραφοι α' και β', και 9 του άρθρου 7 του νόμου 2730/1999.

 

12. Με ειδική απόφαση του αρμόδιου για τον προσωρινό ή οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης, ύστερα από αίτησή του υπέρ ου η απαλλοτρίωση, επιτρέπεται η πραγματοποίηση εργασιών και πριν από τον προσδιορισμό και την καταβολή της αποζημίωσης, υπό τον όρο της καταβολής εύλογου τμήματος της αποζημίωσης που δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 70% της κατά το οικείο σύστημα προσδιοριζόμενης αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, άλλως της εκτιμώμενης αποζημίωσης και της παροχής πλήρους εγγύησης υπέρ του δικαιούχου της αποζημίωσης.

 

13. Ως προς τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης εφαρμόζεται αναλογικά η παράγραφος 6 του άρθρου 7 του νόμου 2730/1999.

 

14. Για την εξυπηρέτηση των έργων αξιοποίησης των ακινήτων, τα οποία αξιοποιούνται από το Ταμείο, κατά τις διατάξεις του παρόντος, επιτρέπεται η απαλλοτρίωση υπέρ του Δημοσίου ευρύτερων ζωνών, πέρα από τις εκτάσεις που είναι αναγκαίες για την κατασκευή των έργων με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, καθώς και Πολιτισμού και Τουρισμού.

 

15. Η διάνοιξη υπογείων σηράγγων στο επιβαλλόμενο από τις τεχνικές ανάγκες βάθος κατά την εκτέλεση έργων αμέσως ή εμμέσως εξυπηρετούντων την αξιοποίηση των ακινήτων, τα οποία αξιοποιούνται από το Ταμείο κατά τις διατάξεις του παρόντος, γίνεται χωρίς αποζημίωση με την προϋπόθεση ότι δεν θα παραβλάπτεται η συνήθης εκμετάλλευση των ακινήτων αυτών. Σε περίπτωση που υφίσταται υποχρέωση αποζημίωσης η τελευταία προσδιορίζεται από το κατά τόπο αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο που δικάζει με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

 

16. Ως προς τη δικαστική δαπάνη εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 9 του νόμου 2730/1999.

 

17. Ως προς την παρακατάθεση της αποζημίωσης και τις αμοιβές πραγματογνωμόνων εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 10 του νόμου 2730/1999.

 

18. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε αναγκαστικές απαλλοτριώσεις που κηρύσσονται υπέρ του Ταμείου ή εταιρείας, της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου άμεσα ή έμμεσα στο Ταμείο ή σε ειδικό διάδοχο αυτών, καθώς και σε αναγκαστικές απαλλοτριώσεις, στις οποίες οι παραπάνω καθίστανται φορείς της απαλλοτρίωσης από το σημείο στο οποίο ευρίσκεται κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

 

19. Συμπληρωματικώς στις απαλλοτριώσεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται οι διατάξεις του κώδικα αναγκαστικών απαλλοτριώσεων (νόμος 2882/2001), εφόσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του νόμου αυτού.

 

20. Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου, όπου στις διατάξεις του νόμου 2730/1999 γίνεται αναφορά σε διάταξη του νομοθετικού διατάγματος 797/1971, νοείται η αντίστοιχη διάταξη του νόμου 2882/2001.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο προστέθηκε με την παράγραφο 11 του άρθρου δεύτερου του νόμου 4092/2012 (ΦΕΚ 220/Α/2012).

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.