Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Στο άρθρο 5 του νόμου 3206/2003 (ΦΕΚ 298/Α/2003), όπως συμπληρώθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 12 του νόμου 3387/2005 (ΦΕΚ 224/Α/2005), προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
{5. Στους ανωτέρω πολίτες που καθίστανται δια βίου ανάπηροι σε ποσοστό 100% χορηγείται μηνιαίο επίδομα διατροφής εφ' όρου ζωής, το ύψος του οποίου, οι ειδικότερες προϋποθέσεις, η διαδικασία καταβολής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής.}
2. Η παράγραφος 5 του άρθρου 62 του νόμου [Ν] 1481/1984 (ΦΕΚ 152/Α/1984), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του νόμου [Ν] 2018/1992 (ΦΕΚ 33/Α/1992), αντικαθίσταται ως εξής:
{5.α. Η χρήση αστυνομικών σκύλων επιτρέπεται για τον εντοπισμό ναρκωτικών ουσιών, την ανακάλυψη εκρηκτικών υλών, την αναζήτηση εξαφανισθέντων ατόμων, τη φύλαξη προσώπων και πραγμάτων, τη φύλαξη και συνοδεία κρατουμένων προς αποτροπή απόδρασης, καθώς και τη λήψη μέτρων τάξης σε αθλητικές εγκαταστάσεις. Επίσης επιτρέπεται η χρήση αστυνομικών σκύλων κατά τις πεζές περιπολίες από ένστολους αστυνομικούς σε δημόσιους χώρους για την καταδίωξη και σύλληψη ατόμων που τελούν επ' αυτοφώρω κακουργήματα ή πλημμελήματα και ιδίως αυτών που προβαίνουν σε πράξεις βίας κατά προσώπων ή πραγμάτων. Απαγορεύεται η χρήση αστυνομικών σκύλων για τη διάλυση συναθροίσεων και συγκεντρώσεων. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών καθορίζονται οι υπηρεσίες που επιτρέπεται να κάνουν χρήση αστυνομικών σκύλων, τα θέματα εκπαίδευσης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
β. Το Πυροσβεστικό Σώμα επιτρέπεται να χρησιμοποιεί ειδικά εκπαιδευμένους σκύλους για τον εντοπισμό παγιδευμένων και αναζήτηση εξαφανισθέντων ατόμων.
Οι διατάξεις του νόμου [Ν] 1024/1980 (ΦΕΚ 47/Α/1980), που αφορούν τους αστυνομικούς σκύλους, εφαρμόζονται ανάλογα και για τους σκύλους του Πυροσβεστικού Σώματος.}
3. Η προθεσμία της παραγράφου 3 του άρθρου 29 του νόμου 2168/1993 (ΦΕΚ 147/Α/1993), όπως παρατάθηκε με το άρθρο 4 του νόμου [Ν] 2334/1995 (ΦΕΚ 184/Α/1995) και το άρθρο 4 του νόμου [Ν] 2452/1996 (ΦΕΚ 283/Α/1996) και ανανεώθηκε με το άρθρο 34 του νόμου [Ν] 2800/2000 (ΦΕΚ 41/Α/2000), την παράγραφο 8 του άρθρου 9 του νόμου 3169/2003 (ΦΕΚ 189/Α/2003) και την παράγραφο 2 του άρθρου 16 του νόμου 3387/2005 (ΦΕΚ 224/Α/2005), ανανεώνεται για ένα έτος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου.
4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 2713/1999 (ΦΕΚ 89/Α/1999) αντικαθίσταται ως εξής:
{1. Η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων στελεχώνεται από μόνιμο αστυνομικό προσωπικό, το οποίο επιλέγεται και μετατίθεται σε αυτήν για μια τριετία. Η θητεία αυτή μπορεί να παρατείνεται μέχρι τρεις φορές για ένα έτος κάθε φορά.
Το ως άνω προσωπικό, μετά τη συμπλήρωση τριών ετών από την αποχώρηση του από την Υπηρεσία αυτή, μπορεί να επανεπιλέγεται για τη στελέχωση της. Ως προϊστάμενοι των Υπηρεσιών αυτών ορίζονται ανώτεροι αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας.}
5. Οι δόκιμοι υπαστυνόμοι και οι δόκιμοι αστυφύλακες όταν αποβάλουν την ιδιότητα τους αυτή για οποιονδήποτε λόγο, εκτός από λόγους υγείας, υποχρεούνται να καταβάλουν στο Δημόσιο αποζημίωση, που είναι ίση με το γινόμενο του 65% του συνόλου των καθαρών μηνιαίων αποδοχών υπαστυνόμου Β' ή του 50% του συνόλου των καθαρών μηνιαίων αποδοχών αστυφύλακα, αντιστοίχως, επί τον αριθμό των μηνών που έχουν φοιτήσει στη σχολή. Ως μηνιαίες αποδοχές νοούνται αυτές που καταβάλλονται κατά το χρόνο της εξόδου των μαθητών από τη σχολή, μετά την αφαίρεση των νόμιμων κρατήσεων. Η αποζημίωση βεβαιώνεται ως δημόσιο έσοδο με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, η δε είσπραξη της εκτελείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα περί Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων. Δεν υποχρεούνται σε καταβολή της αποζημίωσης όσοι από τους προαναφερόμενους αποχωρούν κατά τη διάρκεια του πρώτου εκπαιδευτικού έτους σπουδών, καθώς και οι δόκιμοι αστυφύλακες που αποχωρούν σε οποιοδήποτε έτος σπουδών προκειμένου να εγγραφούν στη Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας.
6. Οι αστυνομικοί, οι ειδικοί φρουροί και οι συνοριακοί φύλακες της Ελληνικής Αστυνομίας, οι οποίοι κρίνονται ανίκανοι για την ενεργό υπηρεσία για λόγους υγείας, ικανοί όμως για υπηρεσία γραφείου, διατηρούνται στην ενέργεια σε θέσεις που συνιστώνται με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας και καταργούνται με την αποχώρηση τους από την υπηρεσία ή την επάνοδο τους στην ενεργό υπηρεσία κατά τα κατωτέρω οριζόμενα. Η διατήρηση στην κατάσταση υπηρεσίας γραφείου γίνεται για μεν τους αξιωματικούς σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 10 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 24/1997 (ΦΕΚ 29/Α/1997), για δε τους λοιπούς με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας ύστερα από σύμφωνη γνώμη του οικείου Συμβουλίου Κρίσεων. Οι τιθέμενοι στην κατάσταση της υπηρεσίας γραφείου διατίθενται μετά από γνωμάτευση της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής της Ελληνικής Αστυνομίας σε γραφική ή άλλη υπηρεσία ανάλογα με τα προσόντα τους και την κατάσταση της υγείας τους και δεν δύνανται να επανέλθουν στην ενεργό υπηρεσία.
Κατ' εξαίρεση, οι αστυνομικοί μέχρι το βαθμό του Αστυνόμου Α', οι συνοριακοί φύλακες και ειδικοί φρουροί εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το 45ο έτος της ηλικίας τους δύνανται, εντός τριών ετών από την ημερομηνία που τέθηκαν στην κατάσταση της υπηρεσίας γραφείου, με αίτηση τους να ζητήσουν την επανεξέταση τους από την Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή προκειμένου να γνωματεύσει για την ικανότητα τους προς επαναφορά στην ενεργό υπηρεσία.
Για την επάνοδο τους στην ενεργό υπηρεσία ακολουθείται αναλόγως η προαναφερόμενη διαδικασία που αφορά τη θέση σε υπηρεσία γραφείου.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 7 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 69/2019 (ΦΕΚ 109/Α/2019).
|
7. Από την έναρξη ισχύος του νόμου [Ν] 3648/2008 (ΦΕΚ 38/Α/2008) επαναφέρεται σε ισχύ η διάταξη του άρθρου 17 παράγραφος 9 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 398/1974 (ΦΕΚ 116/Α/1974), που καταργήθηκε με το άρθρο 39 του νόμου αυτού.