Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Ο νόμος [Ν] 1667/1986 (ΦΕΚ 196/Α/1986) τροποποιείται, ως εξής:
1. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 1 προστίθεται περίπτωση ζ', ως εξής:
{ζ) Τη μέθοδο αποτίμησης για την αναπροσαρμογή της αξίας των συνεταιριστικών μερίδων που εξοφλούνται ή αποδίδονται σε συνεταίρους που αποχωρούν ή αποκλείονται από πιστωτικούς συνεταιρισμούς του παρόντος νόμου, που έχουν λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το νόμο [Ν] 3601/2007 (ΦΕΚ 178/Α/2007), καθώς και τη μέθοδο αποτίμησης της εισφοράς που υποχρεούνται να καταβάλουν οι νέοι συνεταίροι κατά την είσοδό τους στους ως άνω πιστωτικούς συνεταιρισμούς.}
2. α. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 2, προστίθεται εδάφιο, ως εξής:
{Η απόδοση της αξίας της συνεταιριστικής μερίδας κατά την αποχώρηση ή τον αποκλεισμό των συνεταίρων ή, καθώς και κάθε άλλη περίπτωση εξόφλησης των συνεταιριστικών μερίδων από πιστωτικούς συνεταιρισμούς του παρόντος νόμου, που έχουν λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το νόμο [Ν] 3601/2007, εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των καταστατικών οργάνων τους, τα οποία μπορούν επίσης να επιμερίζουν σε όλους τους συνεταίρους που έχουν σχετικό δικαίωμα και ανάλογα με τις μερίδες του καθενός, το ποσό που η Τράπεζα της Ελλάδος έχει εγκρίνει να διατεθεί για εξόφληση της αξίας τους, εφόσον περιλαμβάνεται σχετική ρήτρα στο καταστατικό τους.}
β. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής:
{Ειδικά στον συνεταίρο που αποχωρεί ή αποκλείεται από πιστωτικούς συνεταιρισμούς του παρόντος νόμου, που έχουν λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το νόμο [Ν] 3601/2007 ή σε κάθε περίπτωση που εξοφλείται από το συνεταιρισμό συνεταιριστική μερίδα αποδίδεται η αξία της, που αναλογεί στην καθαρή περιουσία του πιστωτικού συνεταιρισμού, όπως αυτή προκύπτει από τον ελεγμένο από νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο, κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 2 του νόμου 3693/2008 (ΦΕΚ 174/Α/2008), ισολογισμό της τελευταίας χρήσης. Η αξία αυτή μπορεί να αναπροσαρμόζεται με μέθοδο αποτίμησης, η οποία αναφέρεται στο καταστατικό, στο οποίο προβλέπεται επίσης ότι ο υπολογισμός της πιστοποιείται από νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο. Η σύμφωνα με τα ανωτέρω απόδοση της αξίας της συνεταιριστικής μερίδας τελεί υπό την προϋπόθεση ότι δεν θίγονται οι υποχρεώσεις του πιστωτικού συνεταιρισμού που συναρτώνται με το ύψος των ιδίων κεφαλαίων του βάσει των εκάστοτε ισχυόντων κανόνων εποπτείας και επιφυλασσομένης της εφαρμογής του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 2.}
3. α. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 αντικαθίσταται, ως εξής:
{Σε περίπτωση που οι κληρονόμοι δεν αποκτούν την ιδιότητα του συνεταίρου, τους αποδίδεται η συνεταιριστική μερίδα που είχε εισφέρει ο κληρονομούμενος υπολογιζόμενης της αξίας της σε πραγματικούς όρους, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 9 του άρθρου 2, εφόσον πρόκειται για πιστωτικό συνεταιρισμό που έχει λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το νόμο [Ν] 3601/2007.}
β. Το πέμπτο και έκτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 1667/1986, τα οποία προστέθηκαν με την παράγραφο 3 του άρθρου 17 του νόμου 3156/2003 (ΦΕΚ 157/Α/2003) και αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 7 του νόμου 3483/2006 (ΦΕΚ 169/Α/2006), αντικαθίστανται ως εξής:
{Προκειμένου για πιστωτικούς συνεταιρισμούς του παρόντος νόμου, που έχουν λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το νόμο [Ν] 3601/2007, κάθε νέος συνεταίρος υποχρεούται κατά την είσοδό του να καταβάλει, εκτός από το ποσό της μερίδας του, και εισφορά ανάλογη προς την καθαρή περιουσία του συνεταιρισμού, όπως αυτή προκύπτει από τον ισολογισμό της τελευταίας, ελεγμένης από νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο χρήσης και με μέθοδο αποτίμησης η οποία αναφέρεται στο καταστατικό, στο οποίο προβλέπεται επίσης ότι ο υπολογισμός της τυχόν υπεραξίας πιστοποιείται από νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο.}
4. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 6, προστίθεται περίπτωση θ', ως εξής:
{θ) Η έγκριση αιτήσεων συνεταίρων για την απόδοση της αξίας της συνεταιριστικής τους μερίδας κατά την αποχώρησή τους από το συνεταιρισμό, υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 9 του άρθρου 2, εφόσον πρόκειται για πιστωτικό συνεταιρισμό του παρόντος νόμου, που έχει λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το νόμο [Ν] 3601/2007.}
5. Το πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 9 τροποποιείται ως εξής:
{Το υπόλοιπο των καθαρών κερδών μετά την αφαίρεση των αποθεματικών πιστωτικών συνεταιρισμών του παρόντος νόμου, που έχουν λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το νόμο [Ν] 3601/2007, διανέμεται στους συνεταίρους, κατόπιν σχετικής απόφασης της Γενικής Συνέλευσης.}