Νόμος 2676/99 - Άρθρο 60

Άρθρο 60: Τροποποίηση ασφαλιστικών διατάξεων Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Το εδάφιο ε' της περίπτωσης 5 του άρθρου 8 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1846/1951, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του νόμου 1239/1982 και αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 21 του νόμου [Ν] 1902/1990, τροποποιείται ως εξής:

 

{ε. Για εργασίες, επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, που διεξάγονται για λογαριασμός του Δημοσίου, Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, α' και β' βαθμίδα δημοσίων, δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων δημόσιας ή κοινής ωφέλειας και γενικά επιχειρήσεων και οργανισμών του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται από την κάθε φορά ισχύουσα νομοθεσία, μετά από παραχώρηση ή εργολαβία, ως εργοδότες θεωρούνται οι ανάδοχοι ή εργολάβοι. Στις περιπτώσεις αυτές, κάθε υπηρεσία από τις πιο πάνω αναφερόμενες, υποχρεούται πριν από κάθε εξόφληση ή οποιαδήποτε τμηματική καταβολή χρημάτων, να απαιτεί την προσκόμιση βεβαίωσης του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων για την καταβολή των οφειλόμενων προς αυτό εισφορών ή άλλων συναφών οφειλών.

 

Σε αντίθετη περίπτωση παρακρατεί το αντίστοιχο ποσό και το καταβάλλει απευθείας στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων.}

 

2. Η παράγραφος 11 του άρθρου 26 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1846/1951 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{11)α. Πράξη Επιβολής Εισφορών (ΠΕΕ) συντάσσεται:

 

α.α. Σε βάρος των εργοδοτών οι οποίοι παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου και δεν καταβάλλουν τις εισφορές ή δεν επικολλούν τα ελλείποντα ένσημα.

 

α.β. Σε βάρος των εργοδοτών οι οποίοι παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, με συνέπεια να δυσχεραίνεται η εξακρίβωση των προσώπων που υπάγονται στην ασφάλιση, καθώς και οι εισφορές που πρέπει να καταβληθούν. Στην περίπτωση αυτή, η πράξη επιβολής εισφορών συντάσσεται κατά την κρίση των αρμόδιων οργάνων του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

 

α.γ. Σε βάρος των εργοδοτών για τους οποίους, με ειδικές διατάξεις, έχει οριστεί η παρακολούθηση, με μηχανογραφικά συστήματα, από το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, των ασφαλιστικών στοιχείων των ασφαλισμένων του και του λογαριασμού των εισφορών και για τις περιπτώσεις που ορίζονται σε αυτές τις ειδικές διατάξεις.

 

α.δ. Σε βάρος των εργοδοτών οικοδομικών εργασιών οι οποίοι δεν καλύπτουν τις εισφορές Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων που υπολογίσθηκαν με βάση το άρθρο 38 του [Π] Κανονισμού Ασφάλισης Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, όπως τροποποιήθηκε με τις Φ21/2930/1992 (ΦΕΚ 686/Β/1992) και [Α] Φ21/478/1997 (ΦΕΚ 252/Β/1997) υπουργικές αποφάσεις.

 

β. Η πράξη επιβολής εισφορών πρέπει να περιέχει:

 

β.α. Τα στοιχεία του εργοδότη σε βάρος του οποίου συντάσσεται το σύνολο των οφειλόμενων εισφορών, καθώς και τη χρονική περίοδο στην οποία ανάγονται αυτές και

 

β.β. Τα ασφαλιστικά στοιχεία των ασφαλισμένων, για τους οποίους καταλογίστηκαν οι εισφορές, δηλαδή τον αριθμό μητρώου, ονοματεπώνυμο, κλάδο ασφάλισης, αποδοχές, αριθμό ημερών εργασίας, εισφορές και μισθολογική περίοδο στην οποία ανάγονται οι εισφορές κάθε ασφαλισμένου.

 

Τυχόν έλλειψη του αριθμού μητρώου ή ανακριβής αναγραφή αυτού καθώς και του ονόματος των ασφαλισμένων, από τα στοιχεία της προηγούμενης υποπερίπτωσης, δεν συνεπάγεται ακυρότητα των πράξεων επιβολής εισφορών.

 

γ. Όταν συντάσσεται πράξη επιβολής εισφορών για μη καταβολή τους ή για μη επικόλληση των ελλειπόντων ενσήμων, αυτή πρέπει να περιέχει το σύνολο των στοιχείων που αναφέρονται στην ανωτέρω περίπτωση.

 

δ. Αντίθετα για όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις, για τις οποίες συντάσσεται πράξη επιβολής εισφορών, αρκεί η παράθεση σε αυτήν των στοιχείων που αναφέρονται στην υποπερίπτωση β)α' αυτής.

 

3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 41 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1846/1951 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Ασφαλισμένος του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων δικαιούται να συνεχίσει προαιρετικά την ασφάλισή του σε έναν ή περισσότερους κλάδους του ιδρύματος: α) Εάν αμέσως πριν από την τελευταία ημέρα εργασίας του στην ασφάλιση του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων πενταετία έχει πραγματοποιήσει πεντακόσιες (500) τουλάχιστον ημέρες εργασίας στην ασφάλιση του Ιδρύματος και υποβάλλει έγγραφη δήλωση μέσα σε προθεσμία δώδεκα (12) μηνών από την τελευταία ασφάλισή του στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η προθεσμία των δώδεκα (12) μηνών, εντός της οποίας πρέπει να υποβληθεί δήλωση προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης, διακόπτεται με την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης, η οποία πρέπει να υποβληθεί εντός του δωδεκαμήνου. Η προθεσμία που διακόπηκε αρχίζει εκ νέου από την κοινοποίηση της απόφασης που εκδίδεται επί της αιτήσεως συνταξιοδότησης. β) Εάν έχει πραγματοποιήσει οποτεδήποτε τρεις χιλιάδες (3.000) ημέρες εργασίας στην ασφάλιση ανεξάρτητα από το χρόνο υποβολής της παραπάνω δήλωσης.}

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.