Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 3111/90

ΣτΕ 3111/1990


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 3111/1990

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Δ'

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 12-12-1989, με την εξής σύνθεση: Μ. Μουζουράκης, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Δ' Τμήματος, Π. Παραράς, Σ. Χαραλαμπίδης, Σύμβουλοι, Δ. Πετρούλιας, Ε. Δανδουλάκη, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Μ. Καλαντζής, Γραμματέας του Δ' Τμήματος.

 

Για να δικάσει την από 30-05-1986 αίτηση:

 

των: 1) __________, ... και 27) __________, ο οποίος παρέστη αυτοπροσώπως, ως δικηγόρος, κατοίκων συγκροτήματος Ποσειδωνία Χώρα Ζούμπερι Νέας Μάκρης Αττικής, οδός Ποσειδώνος,

 

κατά του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Σπύρο Σκουτέρη, Πάρεδρο της Διοικήσεως.

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η 3836/551/1986 απόφαση του Διευθυντή Πολεοδομίας Διαμερίσματος Ανατολικής Αττικής.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Ε. Δανδουλάκη.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον τελευταίο από τους αιτούντες ως δικηγόρο και ως πληρεξούσιο των υπολοίπων αιτούντων, που παρέστησαν ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1. Επειδή, με την απόφαση 3836/551/1986 του Διευθυντή Πολεοδομίας Διαμερίσματος Ανατολικής Αττικής ανακλήθηκε η 669/1984 αναθεώρηση του τοπογραφικού διαγράμματος των 5599/1977 και 1657/1980 οικοδομικών αδειών που είχαν εκδοθεί στο όνομα της εταιρίας __________ για την ανέγερση εξοχικών κατοικιών στην οδό Ποσειδώνος, στο Ζούμπερι Νέας Μάκρης Αττικής. Ήδη δε οι αιτούντες, που φέρονται ιδιοκτήτες εξοχικών κατοικιών μέσα στο συγκρότημα αυτό, ζητούν με την κρινόμενη αίτηση, για την οποία καταβλήθηκαν τα νόμιμα τέλη και το παράβολο (8784019-20/1986 διπλότυπα Ταμείου Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών, 407990, 1295237/1986 ειδικά έντυπα παραβόλου) την ακύρωση της παραπάνω απόφασης του Διευθυντή Πολεοδομίας.

 

2. Επειδή, το δικόγραφο της αίτησης υπογράφεται από δικηγόρο ως πληρεξούσιο των αιτούντων. Κατά τη συζήτηση όμως στο ακροατήριο οι αιτούντες __________, δεν παρέστησαν με πληρεξούσιο δικηγόρο ούτε εμφανίσθηκαν για να δηλώσουν ότι εγκρίνουν την άσκηση του ενδίκου μέσου και δεν προσκομίσθηκε εντός της προθεσμίας που χορηγήθηκε από τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου στον παραπάνω υπογράφοντα το δικόγραφο και παραστάντα για τους λοιπούς αιτούντες δικηγόρο, συμβολαιογραφική πράξη παροχής πληρεξουσιότητας των αιτούντων αυτών προς αυτόν. Συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 27 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989) η αίτηση πρέπει για τους αιτούντες αυτούς να απορριφθεί ως απαράδεκτη.

 

3. Επειδή, στο άρθρο 7 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος περί σχεδίων πόλεων κ.λ.π. ορίζεται ότι:

 

{Προκειμένου περί εγκρίσεως σχεδίων προς ίδρυση εξοχικών ή και αστικών περί τις πόλεις και κώμες συνοικισμών... επιτρέπεται ίνα η τοιαύτη έγκρισις παρέχεται υπό όρους, επιβαλλομένων:

 

α) εις τους ιδιοκτήτες των κτημάτων τούτων οιωνδήποτε υποχρεώσεων ως προς την ανέγερση οικοδομών, την παραχώρηση δωρεάν γηπέδων καταλαμβανόμενων υπό κοινοχρήστων χώρων η προοριζομένων δια κοινωφελείς σκοπούς ... ή ετέρων οιωνδήποτε εξυπηρετικών των αναγκών του συνοικισμού έργων ...}

 

Στην προκειμένη δε περίπτωση προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι στην εταιρεία __________ είχαν χορηγηθεί οι προαναφερθείσες άδειες ανέγερσης εξοχικών κατοικιών στο Ζούμπερι Αττικής, σε περιοχή εκτός σχεδίου πόλεως, με αυξημένα ποσοστά εκμετάλλευσης (βλέπε από [ΒΔ] 14-12-1970 βασιλικό διάταγμα (ΦΕΚ 18/Δ/1971)) υπό την προϋπόθεση που έθεσε, επί τη βάσει της ως άνω διάταξης, η κατά τόπον αρμόδια Επιτροπή Ενασκήσεως Αρχιτεκτονικού Ελέγχου, να παραχωρηθούν με συμβολαιογραφική πράξη στην οικεία Κοινότητα για χρήση του κοινού λωρίδες πλάτους 5 m προς τα δύο όρια του οικοπέδου, για τη δημιουργία καθέτων οδών προς τη θάλασσα, ώστε να είναι δυνατή η προσπέλαση του κοινού. Η κατασκευάστρια εταιρεία δεν τήρησε τον όρον αυτό και μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής των εξοχικών αυτών κατοικιών προσκόμισε στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία νέο τοπογραφικό διάγραμμα που προέβλεπε την περιτοίχιση του γηπέδου, στο οποίο είχαν ανεγερθεί οι εξοχικές αυτές κατοικίες, απ' όλες τις πλευρές του ώστε να αποκλεισθεί η χρήση διαδρόμων προσπελάσεως προς τη θάλασσα από το κοινό. Η Διοίκηση ενέκρινε το τοπογραφικό αυτό διάγραμμα με την 669/1984 αναθεώρηση των πιο πάνω οικοδομικών αδειών, επιτρέποντας την περίφραξη του όλου ακινήτου. Στη συνέχεια δε με την προσβαλλόμενη πράξη ανακάλεσε την πιο πάνω αναθεώρηση με την αιτιολογία (βλέπε 3326/1986 έγγραφο της Διεύθυνσης Οικισμού Αθηνών) ότι δεν είναι δυνατή το έτος 1984, μετά την ισχύ του νόμου 1337/1983, η αναθεώρηση της 5599/1977 άδειας που αφορά την περίφραξη των δύο διαδρόμων προσπελάσεως προς τη θάλασσα αφού η αναθεώρηση, εκτός από την περίπτωση αποπερατώσεως της προβλεπόμενης από την άδεια κατασκευής, γίνεται σύμφωνα με τους όρους δομήσεως που ισχύουν κατά το χρόνο αναθεωρήσεως καθώς επίσης και διότι θα έπρεπε πριν την αναθεώρηση αυτή να είχε προηγηθεί έγκριση της αρμόδιας Επιτροπής Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου.

 

4. Επειδή, ο Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός 1973 (άρθρο 80) καθώς και η 27067/1978 απόφαση του Υπουργού Δημοσίων Έργων Περί της διαδικασίας και του τρόπου εκδόσεως οικοδομικών αδειών και του ελέγχου των ανεγειρομένων οικοδομών (ΦΕΚ 585/Β/1978), υπό το νομικό καθεστώς των οποίων είχαν εκδοθεί οι οικοδομικές άδειες για την ανέγερση των πιο πάνω εξοχικών κατοικιών και η αναθεώρησή τους, δεν επέβαλαν την έγκριση της Επιτροπής Ενασκήσεως Αρχιτεκτονικού Ελέγχου κατά την αναθεώρηση οικοδομικής άδειας, όταν η αρχική άδεια οικοδομής είχε εκδοθεί, όπως στην προκειμένη περίπτωση, έπειτα από έγκριση της Επιτροπής αυτής. Συνεπώς το δεύτερο σκέλος της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης δεν έχει νόμιμο έρεισμα.

 

5. Επειδή, στο άρθρο 23 του νόμου 1337/1983 Επέκταση των πολεοδομικών σχεδίων, οικιστική ανάπτυξη και σχετικές ρυθμίσεις (ΦΕΚ 33/Α/1983) ορίζονται τα εξής:

 

{1. α) Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού σε περιοχές εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων ή οικισμών προ του 1923 και σε ζώνη πλάτους 500 m από την ακτή ή την όχθη δημοσίων λιμνών... δεν επιτρέπονται οι περιφράξεις.

 

β) Κατ' εξαίρεση περιφράξεις επιτρέπονται σε περίπτωση που είναι αναγκαίες για την προστασία καλλιεργειών ή άλλων ειδικών χρήσεων που προσδιορίζονται με προεδρικό διάταγμα...

 

γ) Επίσης από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού στις πιο πάνω περιοχές είναι δυνατό, με απόφαση της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας να επιβληθεί η διακοπή των εργασιών κάθε είδους περίφραξης, καθώς και η κατεδάφιση περιφράξεων που έχουν τελειώσει, εφ' όσον οι περιφράξεις αυτές παρεμποδίζουν την πρόσβαση προς την ακτή ή την όχθη δημόσιας λίμνης και στο μέτρο που η διακοπή ή η κατεδάφιση εξυπηρετεί την πρόσβαση αυτή ή που συμβάλλει στην προστασία του περιβάλλοντος.

 

δ) Οι περιφράξεις κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου αυτού θεωρούνται αυθαίρετες και εφαρμόζονται για τη κατεδάφιση τους διαδικασίες του άρθρου 17 του παρόντος.

 

...

 

7. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των προηγουμένων παραγράφων του άρθρου αυτού μπορεί να ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος.}

 

Ακολούθησαν το προεδρικό διάταγμα 236/1984 (ΦΕΚ 95/Α/1984) που όρισε αναλυτικά τις εξαιρέσεις από τον κανόνα της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του νόμου 1337/1983 (όπως καλλιέργειες ειδικά κτίρια, τουριστικές, βιομηχανικές, στρατιωτικές εγκαταστάσεις κ.α.) και η 44353/1812/1983 Διαδικασία κατεδάφισης περιφράξεων που εμποδίζουν την πρόσβαση προς τις ακτές (ΦΕΚ 466/Β/1983) που όρισε μεταξύ άλλων πως θεωρείται αναγκαία η κατεδάφιση των περιφράξεων που εκτείνονται σε μεγάλο μήκος προς οποιαδήποτε κατεύθυνση μέσα στη ζώνη των 500 m και παρεμποδίζουν την προσπέλαση προς την ακτή και ότι το μέγιστο συνεχές μήκος των περιφράξεων αυτών εκτιμάται κατά περίπτωση από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία, δεν μπορεί πάντως να είναι μεγαλύτερο των 300 m.

 

6. Επειδή, η προστασία της ιδιοκτησίας που προκύπτει από το άρθρο 17 του Συντάγματος, δεν καλύπτει μόνο την απλή ύπαρξη αυτής, αλλά κατά κανόνα, εγγυάται αυτήν ως νομικό θεσμό με το κατά το περιουσιακό δίκαιο περιεχόμενό του, δηλαδή η προστασία αυτή περιλαμβάνει επίσης την ανεμπόδιστη και κατ' αποκλειστικότητα χρήση και κάρπωση της ιδιοκτησίας και, κατ' επέκταση, προκειμένου περί αστικού ή αγροτικού ακινήτου, και το επί μέρους δικαίωμα του ιδιοκτήτη να την προφυλάσσει από επεμβάσεις τρίτων, με την γύρωθεν περίφραξή της που αποτελεί υλική ενέργεια συνδεδεμένη, κατά τη φύση του πράγματος, άρρηκτα με την έννοια της ιδιοκτησία και μάλιστα με την εξουσία της χρήση της κατ' αποκλειστικότητα. Και ναι μεν δεν κωλύεται η νομοθετική εξουσία, ή και η εκτελεστική όταν ειδικώς εξουσιοδοτείται προς τούτο, να θεσπίζει περιορισμούς, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και για λόγους εξυπηρετήσεως του γενικότερου δημοσίου συμφέροντος, αναγόμενους ιδίως στο δικαίωμα της αποκλειστικής χρήσεως ή απόλυτης καρπώσεως της ιδιοκτησίας, δηλαδή περιορισμούς που θα θίγουν ακόμη και το επί μέρους ατομικό δικαίωμα περιφράξεως της ιδιοκτησίας, υπό την προϋπόθεση όμως ότι με αυτούς τους περιορισμούς δεν καθίσταται αδρανής η ιδιοκτησία εν σχέσει με τον προορισμό της ή ειδικότερα, δεν αποδυναμώνεται σε ουσιώδη βαθμό το παραπάνω δικαίωμα της αποκλειστικής χρήσης της ιδιοκτησίας και υπό τον περαιτέρω όρον ότι οι περιορισμοί αυτοί θα πρέπει να είναι, ενόψει της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, μόνον οι αναγκαίοι, για την επίτευξη του σκοπούμενου αποτελέσματος (παράβαλε ΣτΕ 3682/1986).

 

Εξάλλου, από την εισηγητική έκθεση του νόμου 1337/1983 και τις σχετικές συζητήσεις στη Βουλή επί των επιδίκων διατάξεων (Βλέπε Ολομέλεια Βουλής, Συνεδρίαση ΟΑ της 07-02-1983, Πρακτικά, σελίδα 3658 και επόμενες), προκύπτει πως ο νομοθέτης θέλησε με αυτές να λύσει το πρόβλημα της πρόσβασης προς τις ακτές της Χώρας μας, την οποία εμποδίζουν πολλές φορές σε μεγάλο μήκος των ακτών, οι περιφράξεις των παρακειμένων ιδιοκτησιών, πράγμα που έχει ως συνέπεια να καταλύεται, κατ' ουσίαν ο κοινόχρηστος χαρακτήρας του αιγιαλού και της παραλίας.

 

Ενόψει των προεκτεθέντων, έχει ήδη κριθεί (ΣτΕ 3682/1986) ότι οι διατάξεις του εδαφίου γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του νόμου 1337/1983 και οι ειδικότερες διατάξεις της πιο πάνω υπουργικής αποφάσεως (με αριθμό 44353/1812/1983) δεν παραβιάζουν το συνταγματικό δικαίωμα της ιδιοκτησίας αλλά αποτελούν θεμιτό περιορισμό της χρήσεως και καρπώσεως τμήματος ακινήτου, διότι οι εν λόγω διατάξεις, αναφερόμενες άλλωστε σε ακίνητα που βρίσκονται εκτός σχεδίου πόλεως, καθορίζουν αντικειμενικώς και λεπτομερώς τις προϋποθέσεις για τη κατεδάφιση του αναγκαίου μόνο τμήματος της περίφραξης, ώστε να είναι δυνατή η πρόσβαση προς την ακτή, χωρίς να αποκλείεται για τον ιδιοκτήτη η χρήση του ελεύθερου χώρου, η συνδρομή δε των προϋποθέσεων αυτών διαπιστώνεται κάθε φορά από τη Διοίκηση, με ατομική πράξη, λόγω της φύσης του μέτρου, και κατ' εφαρμογή της ρητώς επιβαλλομένης από τις διατάξεις αυτές αρχής της αναλογικότητας.

 

Αντιθέτως κατά την κρατήσασα στο Δικαστήριο γνώμη, οι διατάξεις του εδαφίου α της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του νόμου 1337/1983, οι οποίες απαγορεύουν συλλήβδην από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, κάθε μορφή περίφραξης αδιακρίτως σε όλα τα ακίνητα, τα οποία βρίσκονται εκτός σχεδίου πόλεως και εντός ζώνης πλάτους 500 m από οποιαδήποτε ακτή ή την όχθη δημοσίων λιμνών και τα οποία μπορούν κατά προορισμό να χρησιμοποιούνται για την ανέγερση κατοικιών, παραβιάζουν το συνταγματικό δικαίωμα της ιδιοκτησίας, εφόσον αποστερούν, χωρίς την παράθεση κριτηρίων για το γενικό αυτό περιορισμό, από τους ιδιοκτήτες των ακινήτων αυτών τη δυνατότητα της αποκλειστικής χρήσεως του πέριξ της κατοικίας τους υπολοίπου χώρου της ιδιοκτησίας τους. Έτσι μεταβάλλεται το μέρος αυτό της ιδιοκτησίας τους σε χώρο κοινόχρηστο, ενώ συγχρόνως τα μέτρα αυτά παραβιάζουν και τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, διότι κατά κοινή πείρα, η έκταση των μέτρων αυτών δεν είναι η αναγκαία για την εξασφάλιση της πρόσβασης προς τη θάλασσα ή την όχθη δημόσιας λίμνης, αφού αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί, εξ ίσου αποτελεσματικά, με την πρόβλεψη της κατά διαστήματα διανοίξεως, εκεί όπου πράγματι, χρειάζεται, διόδου προσβάσεως με τη θέσπιση υποχρεώσεως να αφεθούν αντίστοιχα ανοίγματα στην περίφραξη ορισμένων ακινήτων, όπως ήδη θεμιτώς θεσπίζεται ανάλογη ρύθμιση, κατά τα εκτεθέντα, με το εδάφιο γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του νόμου 1337/1983.

 

Αν και κατά τη γνώμη ενός μέλους του Δικαστηρίου με αποφασιστική ψήφο, την οποία υιοθέτησαν και οι πάρεδροι, η κατ' άρθρο 23 παράγραφος 1 του νόμου 1337/1983 απαγόρευση περιφράξεως σε ζώνη πλάτους 500 m από την ακτή αποτελεί συμμόρφωση προς την κατ' άρθρο 24 του Συντάγματος επιταγή προστασίας του περιβάλλοντος χωρίς ποσώς να βλάπτει τον πυρήνα της κατ' άρθρο 17 του Συντάγματος ιδιοκτησίας δυναμένης και οικοδομικώς να αξιοποιηθεί υπό τους όρους της οικείας νομοθεσίας (βλέπε και ΣτΕ 3031/1968, 3032/1968, 2601/1975, 2602/1975, 1266/1965, 2968/1969, 1454/1966, 2034/1970, 2052/1970, 2341/1966, 2924/1965, 2389/1970, 2390/1970, 3599/1972, 2112/1975, 3345/1975, 1644/1973). Πολύ περισσότερο που δεν πρόκειται για προσωρινή αβλαβή για το περιβάλλον οριοθέτηση, αλλά για περίφραξη (περιτοίχιση) ως μόνιμη κατασκευή (οπλισμένο σκυρόδεμα σε βάθος κ.λ.π.). Απεναντίας με την απαγόρευση της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του νόμου 1337/1983 εξυπηρετούνται πάγιες και ποικίλες ανάγκες αναφερόμενες κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας στο δημόσιο συμφέρον (ελεύθερη πρόσβαση δημόσιας δύναμης, ελεύθερη κυκλοφορία υδάτων κ.λ.π.). Άλλωστε η απαγόρευση αφορά περιοχές μη οικιστικές, συνεπώς η δημιουργία πραγματικών καταστάσεων (διαμόρφωση εν τοις πράγμασι προβληματικών περιοχών με έκδηλα τα στοιχεία της μονιμότητας - οπλισμένο σκυρόδεμα κ.λ.π.) στην ουσία δεσμεύει τις τυχόν μελλοντικές πολεοδομικές ρυθμίσεις (λαϊκή συμμετοχή, γνωμοδοτήσεις οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης) και καθιστά το άρθρο 24 του Συντάγματος κενόν περιεχομένου. Εν πάση περιπτώσει όπως έχει ήδη λεχθεί η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του νόμου 1337/1983 αναφέρεται σε περιοχές εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων ή οικισμών προ του 1923. Δηλαδή σε περιοχές, για τις οποίες η χρήση της γης δεν έχει ορισθεί ως οικιστική. Για όλες τις υπόλοιπες χρήσεις γης όπως αυτές αναφέρονται αναλυτικά στο προεδρικό διάταγμα 236/1984 είναι επιτρεπτή η περίφραξη των ακινήτων αυτών, έπειτα από άδεια της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας (άρθρο 4 του προεδρικού διατάγματος αυτού). Η αναλυτική περιγραφή στο εν λόγω διάταγμα των χρήσεων εκείνων του ακινήτου που επιτρέπουν την περίφραξη του παρά τη θέση του μέσα στη ζώνη των 500 m από την ακτή ή την όχθη, αναιρούν τον κανόνα της απαγόρευσης των περιφράξεων και τον περιορίζουν σε ελάχιστες περιπτώσεις (σε ακίνητα ακάλυπτα επί των οποίων δεν ασκείται καμία εκμετάλλευση και σε ακίνητα επί των οποίων έχει ανεγερθεί κτίσμα χωρίς ο περιβάλλων χώρος να έχει φυτευτεί. Συνεπώς, κατά την παραπάνω μειοψηφούσα γνώμη, με τη ρύθμιση αυτή δεν προσβάλλεται η ιδιοκτησία διότι ούτε ο πυρήνας της θίγεται ούτε ο προορισμός της αλλά ούτε και η εξουσία της χρήσης της κατ' αποκλειστικότητα, λαμβανομένου μάλιστα υπ' όψιν ότι και όταν πρόκειται να ανεγερθεί κατοικία σε ακίνητο που βρίσκεται μέσα στη ζώνη των 500 m από την ακτή τότε η δημιουργία καλλιεργειών ή η δενδροφύτευσή του, δηλαδή δραστηριότητες που συνάδουν προς τη συνταγματική προστασία του περιβάλλοντος, καθιστούν δυνατή την περίφραξή του.

 

7. Επειδή, λόγω της σπουδαιότητας του ανακύψαντος ζητήματος που αφορά τη συνταγματικότητα της παραγράφου 1 εδάφιο α' του άρθρου 23 του νόμου 1337/1983 το Τμήμα κρίνει ότι το ζήτημα αυτό πρέπει να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας προς επίλυση, οριζομένου ως Εισηγητή του Συμβούλου Π. Παραρά.

 

Δια ταύτα

 

Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση ως προς τους αιτούντες __________.

 

Απέχει ν' αποφανθεί οριστικά κατά τα λοιπά.

 

Παραπέμπει το κατά το σκεπτικό ζήτημα στην Ολομέλεια προς επίλυση.

 

Ορίζει εισηγητή τον Σύμβουλο Επικρατείας Πέτρο Παραρά.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 15-02-1990 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 13-09-1990.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.