Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Το ποσοστό της ίδιας συμμετοχής στις επιχορηγούμενες παραγωγικές επενδύσεις ή τμήμα τους συνολικού ύψους μέχρι 5.000.000.000 δραχμών δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 40% του συνολικού κόστους της παραγωγικής επένδυσης στις περιοχές Β και Γ, 30% στην περιοχή Δ και 20% στη Θράκη. Ειδικά για επενδύσεις επισκευής, αποκατάστασης και μετατροπής διατηρητέων ή παραδοσιακών οικιών ή κτιρίων σε ξενώνες ή ξενοδοχειακές μονάδες, σύμφωνα με την περίπτωση (ι) της παραγράφου 1 του άρθρου 1 και την περίπτωση (ι)ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 2, καθώς και για επενδύσεις επιχειρήσεων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή επιχειρήσεων Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, που καθορίζονται στην περίπτωση (ι)στ) της παραγράφου 1 του άρθρου 2, οι οποίες πραγματοποιούνται στις περιοχές Β' και Γ', το ποσοστό της ίδιας συμμετοχής δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 30%. Στην περιοχή Α και μόνο για τις περιπτώσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 9 το κατώτερο ποσοστό ιδίας συμμετοχής είναι 40%. Προκειμένου για παραγωγικές επενδύσεις συνολικού ύψους άνω των 5.000.000.000 δραχμών και μέχρι 25.000.000.000 δραχμών κατ' ανώτατο όριο, το ποσοστό της ελάχιστης ιδίας συμμετοχής, που αφορά το πέραν των 5.000.000.000 δραχμών τμήμα της παραγωγικής επένδυσης, ορίζεται σε 33%. Το ποσοστό αυτό ισχύει για όλες τις περιοχές της Επικράτειας συμπεριλαμβανομένης και της περιοχής Α.
Στο ποσοστό της ίδιας συμμετοχής μπορεί να συμπεριλαμβάνεται και η αξία του γηπέδου, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την πραγματοποίηση της επένδυσης υπό τις εξής προϋποθέσεις: α) να αγοράζεται μετά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος ή και πριν από αυτήν, αλλά πάντως μέσα στην τελευταία διετία από αυτήν, β) να ευρίσκεται εντός Βιομηχανικής Περιοχής Ελληνικής Τράπεζας Βιομηχανικής Ανάπτυξης ή εντός βιοτεχνικών πάρκων ή εντός ζώνης στην οποία επιτρέπεται η εγκατάσταση και λειτουργία της συγκεκριμένης παραγωγικής μονάδας, σύμφωνα με το εγκεκριμένο πολεοδομικό σχέδιο της περιοχής. Επίσης μπορεί να ευρίσκεται εντός ζωνών οικιστικού ελέγχου όπως αυτές προσδιορίζονται από τα σχετικά προεδρικά διατάγματα ή εντός των ζωνών που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του νόμου 2052/1992 ή το άρθρο 24 του νόμου 1650/1986, στις οποίες επιτρέπεται η εγκατάσταση και λειτουργία της συγκεκριμένης παραγωγικής μονάδας. Ως αξία του γηπέδου, για τον συνυπολογισμό της στην ιδία συμμετοχή του φορέα της επένδυσης, λογίζεται η αξία επί της οποίας επεβλήθη ο φόρος μεταβίβασης ακινήτου.
Το ελάχιστο ποσοστό της ίδιας συμμετοχής του επενδυτή σε επενδύσεις που παίρνουν επιχορήγηση και επιδότηση επιτοκίου που αντιστοιχεί σε περιοχή που τα κίνητρα αυτά είναι πιο ευνοϊκά από εκείνα της περιοχής όπου πραγματοποιείται η επένδυση, είναι ίσο με το ποσοστό που προβλέπεται για τις επενδύσεις της ευνοϊκότερης αυτής περιοχής. Ειδικά για τις επενδύσεις της περίπτωσης ε της παραγράφου 1 του άρθρου 9 η ιδία συμμετοχή μειώνεται κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες κατά περιοχή. Για τις επενδύσεις ύψους μέχρι 5.000.000.000 δραχμών που πραγματοποιούνται στις φθίνουσες περιοχές, όπως αυτές καθορίζονται με την απόφαση του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 3 και υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος μετά την 01-05-1995, το ποσοστό της ίδιας συμμετοχής στην επένδυση ορίζεται σε 30% για όλες τις περιοχές.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 17 του νόμου 2503/1997 (ΦΕΚ 107/Α/1997).
|
2. Η ίδια συμμετοχή του επενδυτή αποτελεί ίδιο κεφάλαιο για τις ατομικές επιχειρήσεις με ύψος επένδυσης μέχρι 60.000.000 δραχμές και εταιρικό κεφάλαιο για τις λοιπές πλην συνεταιρισμών επιχειρήσεις. Προκειμένου περί συνεταιρισμών, ως ιδία συμμετοχή νοείται για μεν τους νεοϊδρυόμενους το καταβεβλημένο κεφάλαιό τους για μεν τους υφιστάμενους το ποσό της αύξησης του συνεταιρικού τους κεφαλαίου ή ο σχηματισμός ειδικού αποθεματικού ή, κατά περίπτωση, η χρησιμοποίηση αποθεματικών εκτός του τακτικού. Για τις λοιπές περιπτώσεις ως ιδία συμμετοχή του επενδυτή νοείται για μεν νεοϊδρυόμενες επιχειρήσεις το καταβεβλημένο κεφάλαιό τους, για δε υφιστάμενες επιχειρήσεις το ποσό της αύξησης του εταιρικού κεφαλαίου τους που προκύπτει από νέες εισφορές των εταίρων ή, κατά περίπτωση τα φορολογηθέντα αποθεματικά, όπως αυτά προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία, εκτός του τακτικού χωρίς να απαιτείται αύξηση του μετοχικού ή εταιρικού κεφαλαίου και υπό τον όρο ότι τα αποθεματικά αυτά δεν θα μπορούν να διανεμηθούν πριν την παρέλευση δεκαετίας από την ολοκλήρωση της επένδυσης. Τα αποθεματικά αυτά εμφανίζονται σε ξεχωριστό λογαριασμό στα λογιστικά βιβλία της επιχείρησης. Σε περίπτωση διανομής τους πριν την παρέλευση της δεκαετίας επιβάλλονται ανάλογα οι κυρώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο αυτή. Για να αποτελέσουν ιδία συμμετοχή στην επένδυση τα φορολογηθέντα (έκτακτα) αποθεματικά επιχείρησης, πρέπει να ελέγχεται κατά το στάδιο αξιολόγησης της επένδυσης η επάρκεια της ρευστότητας της επιχείρησης μετά την αφαίρεση των ποσών των διαθεσίμων της που πρόκειται να αποτελέσουν την ιδία συμμετοχή. Ατομικές επιχειρήσεις που πραγματοποιούν επενδύσεις μέχρι 60.000.000 δραχμές και έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του παρόντος μπορεί να διατηρούν τη μορφή τους. Ιερές μονές για την πραγματοποίηση των επενδύσεών τους, σύμφωνα με την περίπτωση (ι)ζ) της παραγράφου 1 του άρθρου 2, δεν υποχρεούνται σε σύσταση εταιρείας σύμφωνα με τα παραπάνω.
Με αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ποσό πέρα από το οποίο ο φορέας της επένδυσης πρέπει να έχει εταιρική μορφή.
Στην εγκριτική απόφαση υπαγωγής της επένδυσης στις διατάξεις του παρόντος καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την κάλυψη της ιδίας συμμετοχής.
Αν διαπιστωθεί από τα αρμόδια όργανα ελέγχου του άρθρου 8 ότι δεν πληρούνται οι πιο πάνω αναφερόμενοι όροι και προϋποθέσεις, ανακαλείται η απόφαση υπαγωγής στο παρόν και επιστρέφεται η τυχόν καταβληθείσα επιχορήγηση και επιδότηση επιτοκίου κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.
Το ποσοστό της ίδιας συμμετοχής στην επένδυση που έχει εγκριθεί με την αρχική πράξη υπαγωγής, δεν είναι δυνατό να μειωθεί κατά τη διάρκεια της υλοποίησής της.
3. Η έναρξη εκταμίευσης της επιχορήγησης του Δημοσίου για την επένδυση γίνεται αφού προηγουμένως με βάση την έκθεση των κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 8 οργάνων ελέγχου, έχει αποδεδειγμένα καταβληθεί και δαπανηθεί για την πραγματοποίηση της επένδυσης η ελάχιστη κατά περιοχή ίδια συμμετοχή του επενδυτή σε ποσοστό 50% και το 25% της τυχόν συμμετοχής της χρηματοδοτούσας τράπεζας. Στην περίπτωση που για την πραγματοποίηση της επένδυσης δεν έχει χρησιμοποιηθεί δανεισμός, η εκταμίευση της επιχορήγησης του Δημοσίου γίνεται σύμφωνα με τα παραπάνω, αφού θα έχει καταβληθεί και δαπανηθεί στα επενδυτικά έργα η ελάχιστη κατά περιοχή ιδία συμμετοχή του επενδυτή σε ποσοστό 50% και το 25% του υπολοίπου, πέραν της ελάχιστης κατά περιοχή ιδίας συμμετοχής ποσού.
Ειδικότερα:
α. Η επιχορήγηση για επενδύσεις ύψους μέχρι 500.000.000 δραχμές ή ανεξαρτήτως ποσού για επενδύσεις που πραγματοποιούνται στη Θράκη, ή για επενδύσεις που γίνονται στα πλαίσια αποκατάστασης των δραστηριοτήτων που επλήγησαν από πλημμύρες καταβάλλεται σε τρεις φάσεις ως εξής:
(1) τμήμα της ίσα με το 60% καταβάλλεται κατά τη διάρκεια υλοποίησης της επένδυσης σε δόσεις που καθορίζονται με την εγκριτική απόφαση και με τρόπο ώστε να δαπανηθεί παράλληλα το υπόλοιπο της ίδιας συμμετοχής και του δανείου,
(2) τμήμα της ίσο με το 20% καταβάλλεται μετά την πιστοποίηση ολοκλήρωσης της επένδυσης και έκδοσης της σχετικής απόφασης ολοκλήρωσης της και
(3) το υπολειπόμενο 20% καταβάλλεται μετά την πιστοποίηση έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης και έκδοσης της σχετικής απόφασης έναρξης της παραγωγικής της λειτουργίας.
Σε περίπτωση που η έναρξη παραγωγικής λειτουργίας δεν πιστοποιείται ταυτόχρονα με την ολοκλήρωση της επένδυσης, η έναρξη παραγωγικής λειτουργίας επιτρέπεται να γίνει το αργότερο εντός έτους από την έκδοση της απόφασης ολοκλήρωσης της επένδυσης.
Το χρονικό αυτό διάστημα δεν είναι δυνατόν να παραταθεί, μετά δε την εκπνοή του η εγκριτική απόφαση ανακαλείται αυτοδικαίως και επιστρέφεται η καταβληθείσα επιχορήγηση. Η έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας πιστοποιείται, μετά από επιτόπιο έλεγχο των οργάνων ελέγχου του άρθρου 8, εφόσον έχουν δημιουργηθεί οι μισές τουλάχιστον από τις μόνιμες θέσεις απασχόλησης που προβλέπονται στην εγκριτική απόφαση και έχουν πραγματοποιηθεί αγορές πρώτων υλών και πωλήσεις προϊόντων ή υπηρεσιών σε βαθμό που να τεκμηριώνουν την λειτουργία της μονάδας. Ειδικά προκειμένου για ίδρυση ή επέκταση αλιευτικών επιχειρήσεων (υδατοκαλλιεργειών) και αγελαδοτροφικών μονάδων κρεατοπαραγωγής σύγχρονης τεχνολογίας, η πιστοποίηση έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης προκειμένου για επενδύσεις που υποβάλλονται για υπαγωγή τους στις διατάξεις του παρόντος μετά την 31-08-1994, ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου 2234/1994, γίνεται σύμφωνα με τα παραπάνω χωρίς την υποχρέωση πραγματοποίησης πωλήσεων προϊόντων.
β. Η επιχορήγηση για επενδύσεις ύψους άνω των 500.000.000 δραχμών καταβάλλεται σε τρεις φάσεις, ως εξής:
(1) τμήμα της ίσο με το 40% καταβάλλεται κατά τη διάρκεια υλοποίησης της επένδυσης σε δόσεις που καθορίζονται με την εγκριτική απόφαση και με τρόπο ώστε να δαπανηθεί παράλληλα το υπόλοιπο της ιδίας συμμετοχής και του δανείου,
(2) τμήμα της ίσο με το 40% καταβάλλεται μετά την πιστοποίηση ολοκλήρωσης της επένδυσης και έκδοσης της σχετικής απόφασης ολοκλήρωσής της και
(3) το υπολειπόμενο 20% καταβάλλεται μετά την πιστοποίηση έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης και έκδοσης της σχετικής απόφασης έναρξης της παραγωγικής της λειτουργίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο δεύτερο εδάφιο της ως άνω περιπτώσεως α.
Η διάρκεια της εκτέλεσης των εργασιών για την επένδυση ορίζεται στην εγκριτική απόφαση. Είναι δυνατή η καταβολή καθεμίας από τις δόσεις της επιχορήγησης, εκτός από την πρώτη και την τελευταία δόση, εφόσον προσκομίζεται στην Υπηρεσία Ιδιωτικών Επενδύσεων ή στην αρμόδια Περιφερειακή Υπηρεσία εγγυητική επιστολή αναγνωρισμένης τράπεζας. Το περιεχόμενο της εγγυητικής επιστολής καθορίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας.
Για τις επενδύσεις ύψους άνω των 300 εκατομμυρίων δραχμών που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του νόμου 1892/1990 μετά την 30-06-1992, ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου 2065/1992, και μέχρι την 30-11-1994, έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις των ανωτέρω περιπτώσεων (α) και (β) της παραγράφου αυτής, μετά από σχετική αίτηση του φορέα της επένδυσης.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 3 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του νόμου 2414/1996 (ΦΕΚ 135/Α/1996).
|
4. Για τον έλεγχο των τιμών, οι γνωμοδοτικές επιτροπές μπορούν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας έγκρισης να υποβάλουν τα στοιχεία αξίας των μηχανημάτων και εξοπλισμού που θα εισαχθούν στο Συμβούλιο Έρευνας Τιμών. Το Συμβούλιο Έρευνας Τιμών μπορεί να ζητήσει από τον επενδυτή, τον προμηθευτικό οίκο ή και τρίτους, πρόσθετα κατά την κρίση του στοιχεία και πληροφορίες για εξακρίβωση της αξίας, για τον έλεγχο των τιμών αυτών. Για τον έλεγχο του κόστους των λοιπών παγίων στοιχείων της επένδυσης θα χρησιμοποιούνται από τις γνωμοδοτικές επιτροπές κάθε είδους αποδεικτικά στοιχεία, όπως φόρμες κοστολόγησης κτιριακών και άλλων κατασκευαστικών εργασιών από το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδος, που θα αναπροσαρμόζονται ανά εξάμηνο τουλάχιστον και θα λαμβάνουν υπόψη τη φύση και το είδος των συγκεκριμένων κτιριακών κατασκευών. Στην περίπτωση που θα διαπιστωθεί με οποιονδήποτε τρόπο υπερτιμολόγηση του κόστους της επένδυσης από τον επενδυτή, η αίτησή του για απαγωγή στο νόμο αυτόν απορρίπτεται ή τυχόν δοθείσα έγκριση ανακαλείται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας. Με αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, δημοσιευόμενες στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να συστήνονται περιφερειακά όργανα του Συμβουλίου Έρευνας τιμών.
5.α. Η έναρξη των επενδύσεων του παρόντος μπορεί να γίνεται μετά την υποβολή της σχετικής αίτησης και των αναγκαίων δικαιολογητικών στην αρμόδια υπηρεσία σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 6. Επενδυτικά έργα που πραγματοποιήθηκαν πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, δεν συνυπολογίζονται στην επιχορηγούμενη επένδυση ούτε στην ίδια συμμετοχή του επενδυτή, ανεξαρτήτως αν αυτά έχουν εξοφληθεί ή όχι μέχρι την ημερομηνία αυτή.
Κατ' εξαίρεση, σε περίπτωση υποβολής αιτήσεως από επιχειρήσεις, μονάδες των οποίων έχουν πληγεί από πυρκαγιές, πλημμύρες ή άλλα φυσικά φαινόμενα, για επενδύσεις τους που σχετίζονται με την αποκατάσταση των δραστηριοτήτων που επλήγησαν, συνυπολογίζονται στην επιχορηγούμενη επένδυση και τα επενδυτικά έργα που πραγματοποιήθηκαν κατά το διάστημα από το χρόνο που συνέβη η πυρκαγιά ή το φυσικό φαινόμενο που προκάλεσε τη ζημία μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, υπό την προϋπόθεση ότι τα επενδυτικά αυτά έργα πραγματοποιήθηκαν μέσα σε διάστημα 12 μηνών κατ' ανώτατο όριο πριν από την υποβολή της αίτησης αυτής. Οι ρυθμίσεις του παρόντος εδαφίου έχουν εφαρμογή για τις αιτήσεις υπαγωγής επενδύσεων που υποβάλλονται μετά την 01-05-1995.
β. Η έναρξη πραγματοποίησης της επένδυσης πριν τη δημοσίευση της απόφασης υπαγωγής στις διατάξεις του νόμου αυτού γίνεται με αποκλειστική ευθύνη του επενδυτή και δεν δεσμεύει την κρίση της γνωμοδοτικής επιτροπής ούτε την απόφαση της Διοίκησης σχετικά με την υπαγωγή ή μη της επένδυσης.
γ. Δεν αποτελούν έναρξη και μπορούν να πραγματοποιηθούν και πριν από την υποβολή της αίτησης οι προκαταρκτικές εδαφολογικές εργασίες (διαμόρφωση - περίφραξη), οι προκαταρκτικές εδαφολογικές έρευνες για μεταλλευτικές επιχειρήσεις, οι δαπάνες έκδοσης οικοδομικής άδειας και οικονομοτεχνικής μελέτης, η συνομολόγηση δανείου, η ανάληψη δανείου, το άνοιγμα πίστωσης και η παραγγελία μηχανημάτων, μηχανολογικού εξοπλισμού και λοιπού εξοπλισμού. Σε περίπτωση εκτέλεσης της παραγγελίας και αγοράς του εξοπλισμού ή εν γένει πραγματοποίησης του συγκεκριμένου επενδυτικού έργου πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, η πράξη αυτή αποτελεί έναρξη της επένδυσης και τα επενδυτικά αυτά έργα που πραγματοποιήθηκαν δεν συνυπολογίζονται στην επιχορηγούμενη επένδυση ούτε στην ίδια συμμετοχή του επενδυτή.