Νόμος 2386/96 - Άρθρο 19

Άρθρο 19: Θέματα Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (ΜΤΠΥ) - Κτηματικής Εταιρείας Δημοσίου (ΚΕΔ) - Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ)


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Το Μετοχικό Ταμείο Πολιτικών Υπαλλήλων (ΜΤΠΥ) είναι αποκεντρωμένη δημόσια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών και διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ), σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

 

Οι διατάξεις που αφορούν το Μετοχικό Ταμείο Πολιτικών Υπαλλήλων (ΜΤΠΥ) εξακολουθούν να ισχύουν στο σύνολό τους.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 12 του νόμου 2443/1996 (ΦΕΚ 265/Α/1996).

 

2. Νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου υπαγόμενα στον ευρύτερο δημόσιο τομέα μπορούν να αναθέτουν με έγκριση του εποπτεύοντος αυτά υπουργού στην Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου (ΚΕΔ) την εντολή αγοράς κατάλληλου ακινήτου προς στέγασή τους ή εκπλήρωση των σκοπών τους.

 

Η Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου ενεργεί ως νόμιμος αντιπρόσωπος και πληρεξούσιος του εντολέα, τηρουμένης κατά τα λοιπά της διαδικασίας αγορών ακινήτων για το Ελληνικό Δημόσιο.

 

Η ανάθεση της πιο πάνω εντολής γίνεται με σύμβαση μεταξύ των νόμιμων εκπροσώπων του εντολέα νομικού προσώπου και της Κτηματικής Εταιρίας του Δημοσίου, στην οποία περιγράφεται το έργο που ανατίθεται και καθορίζεται η χρηματοδότηση της αγοράς και το ύψος της αμοιβής της εντολοδόχου Κτηματικής Εταιρίας του Δημοσίου.

 

Με την αυτή ως άνω διαδικασίας νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου, που υπάγονται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, μπορούν, κατά παρέκκλιση άλλων γι' αυτά διατάξεων, να αναθέτουν στην Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου την εκτέλεση πάσης φύσεως τεχνικών έργων, μελετών ή προγραμμάτων αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας τους.

 

3. Η Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου μπορεί να συνάπτει συμβάσεις για απόκτηση εμπράγματων δικαιωμάτων επί κτιρίων σε τρίτες χώρες για κάλυψη στεγαστικών αναγκών δημόσιων εν γένει υπηρεσιών, περιλαμβανομένων και αυτών του δημόσιου τομέα με τις ισχύουσες σε κάθε χώρα ιδιαίτερες μορφές απόκτησής τους, περιλαμβανομένης και της αγοράς μετοχών επί ακινήτων.

 

4. Για την εκπλήρωση του σκοπού της προηγούμενης παραγράφου, η Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου μπορεί να προαγοράσει έτοιμα ή υπό κατασκευή κτίρια μετά από δημόσια πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος στην τιμή προσφοράς τους και με κατάρτιση πρόσθετης ιδιαίτερης συμφωνίας με τον πωλητή να προβεί έναντι πρόσθετου ανταλλάγματος μέχρι το πολύ 30% επί της τιμής προσφοράς στις αναγκαίες μετατροπές συμπληρώσεις και εγκαταστάσεις παντοειδούς κινητού εξοπλισμού που θα του ζητηθούν, σύμφωνα με καταρτισθησάμενο τεύχος κτιριολογικών και μηχανολογικών εργασιών και εξοπλισμού του κτιρίου που θα παραδοθεί. Για την εφαρμογή της δυνατότητας αυτής απαιτείται όπως το Διοικητικό Συμβούλιο της Κτηματικής Εταιρίας του Δημοσίου διαπιστώσει μετά από αιτιολογημένη απόφαση ότι τα προσφερόμενα ακίνητα, όπως αυτά βρίσκονται κατά το χρόνο της Προσφοράς τους, δεν καθιστούν εφικτή την και συμφέρουσα την άμεση εγκατάσταση της ενδιαφερόμενης υπηρεσίας.

 

5. Η βελτίωση προσφοράς για την εφαρμογή της παραπάνω αγοράς θα κρίνεται με αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Κτηματικής Εταιρίας του Δημοσίου μετά την ολοκλήρωση των προφορικών διαπραγματεύσεων με τους ιδιοκτήτες των κρινόμενων ως κατ' αρχήν κτιρίων για την εξυπηρέτηση του επιδιωκόμενου σκοπού και τη σύγκριση των τελικών τεχνικών και οικονομικών προτάσεων τους.

 

6. Όταν υπάρχει συνιδιοκτησία μεταξύ ιδιωτών και του Δημοσίου επιτρέπεται η κατάρτιση συνήθους σύμβασης αξιοποίησης των ακινήτων με αντιπαροχή του αστικού δικαίου και κατάρτιση οριζόντιας ή κάθετης ξεχωριστής ιδιοκτησίας επ' αυτών, χωρίς τήρηση των διαδικασιών εκτέλεσης δημόσιων έργων.

 

7. Η δυνατότητα που παρέχεται με την προηγούμενη παράγραφο επεκτείνεται και επί μικρής έκτασης οικοπέδων μετά ή άνευ παλαιών κτισμάτων επ' αυτών, εφόσον η Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου διαπιστώνει την ακαταλληλότητα τους για κάλυψη ως έχουν στεγαστικών αναγκών του Δημοσίου.

 

8. Στην έννοια της εκποίησης περιλαμβάνεται και η δυνατότητα κατάρτισης μακροχρόνιας σύμβασης μίσθωσης μέχρι ενενήντα εννέα (99) χρόνια ύστερα από έγκριση του επενδυτικού προγράμματος μελετοκατασκευής με ή χωρίς αυτοχρηματοδότηση του υποψηφίου μισθωτή, ο οποίος θα αναδεικνύεται με σχετική προς κήρυξη εκδήλωσης ενδιαφέροντος από την Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου. Τα οικονομικά, τεχνικά και λοιπά αξιολογικά στοιχεία για την επιλογή του υποψήφιου μισθωτή καθορίζονται κατά κατηγορία έργων ή για εντελώς ειδικά προγράμματα, με ειδική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Κτηματικής Εταιρίας του Δημοσίου, εγκεκριμένης από τον Υπουργό Οικονομικών ή σε περίπτωση που η Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου αναλαμβάνει τη διαχείριση ακινήτου υπαγόμενου στην κυριότητα άλλου φορέα, από τον εποπτεύοντα το φορέα αυτόν υπουργό. Η διατύπωση των τελικών όρων της σύμβασης θα γίνεται στο πλαίσιο των όρων της προκήρυξης με απευθείας διαπραγματεύσεις. Η κατάρτιση σύμβασης εξαρτάται από την απόλυτη κρίση της Κτηματικής Εταιρίας του Δημοσίου.

 

9. Μισθώσεις ακινήτων για εντελώς καθορισμένη ειδική εποχιακή χρήση, που δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να διαρκέσει περισσότερο από έξι (6) μήνες, είναι δυνατό να καταρτίζεται απευθείας χωρίς διαγωνισμό και εφόσον συντρέχει επείγουσα αιτιολογημένη ανάγκη.

 

10. Επιτρέπεται να γίνεται η παραχώρηση δημόσιων ακινήτων σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλους φορείς του δημόσιου τομέα, με δυνατότητα ανέγερσης κτιρίων ή μετατροπών σε υφιστάμενα κτίρια με δαπάνες του χρήστη, κατόπιν προεγκρίσεως από την Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου των σχετικών σχεδίων. Στους όρους της παραχώρησης περιλαμβάνεται υποχρεωτικά, ότι η Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου ή το Ελληνικό Δημόσιο δεν στερούνται του δικαιώματος άρσης οποτεδήποτε της παραχώρησης χωρίς αποζημίωση του χρήστη, εκτός εάν ο χρήστης απαιτήσει τη σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου για την παραχώρηση, στο οποίο θα αναγράφονται ρητά οι προϋποθέσεις και οι όροι της αποζημίωσής του.

 

11. Η Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου μπορεί να αναθέτει την εκτέλεση πάσης φύσεως έργων επί δημόσιων κτημάτων κεκτημένων ή υπό διαπραγμάτευση προς αγορά, στην αλλοδαπή, με εφαρμογή εν μέρει ή στο σύνολό τους των διατάξεων του FΕDΕRΑΤΙΟΝ ΙΝΤΕRΝΑΤΙΟΝΑLΕ DΕS ΙΝGΕΝΙΕURS - CΟΝSΕΙLS (FΙDΙC) και των σχετικών διεθνών συμβάσεων που συνυπογράφει το Ελληνικό Κράτος. Όσα ζητήματα ή λεπτομέρειές τους δεν καλύπτονται από τις ανωτέρω συμβάσεις ρυθμίζονται με αποφάσεις κατά περίπτωση του Διοικητικού Συμβουλίου της Κτηματικής Εταιρίας του Δημοσίου, που εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών.

 

12. Η Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου μπορεί να προβαίνει σε κατακυρώσεις πλειοδοτικών διαγωνισμών εκμίσθωσης δημοσίων ακινήτων κειμένων σε παραμεθόριες περιοχές κατ' εξαίρεση των διατάξεων του άρθρου 24 του νόμου 1892/1990 (ΦΕΚ 101/Α/1990), ύστερα από έγκριση του Υπουργού Οικονομικών

 

13. Δημόσιες εκτάσεις που έχουν διατεθεί στην Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου, για αξιολόγηση, με τις διατάξεις των άρθρων 69, 70, 71, 72, 73, 74 και 75 του νόμου 1892/1990, για τα κτηματικά ομόλογα, δύναται να αξιοποιούνται εναλλακτικά με οποιονδήποτε άλλον τρόπο αντιπαροχής.

 

14. Η Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου μπορεί να διαχειρίζεται ελευθέρως τις πιστώσεις που της χορηγούνται στα πλαίσια της εντολής που της δίνεται κάθε φορά για εκτέλεση έργων ή αγορών ακινήτων. Το όφελος που προκύπτει από τη διαχείριση των πιστώσεων αυτών υπάγεται στους πόρους της Κτηματικής Εταιρίας του Δημοσίου.

 

15. Η ένταξη δημοσίων κτημάτων σε σχέδιο πόλεως γίνεται σε κάθε περίπτωση χωρίς δαπάνη για το Ελληνικό Δημόσιο.

 

16. Επιτρέπεται η κατ' εξαίρεση από τις ισχύουσες διατάξεις άμεση περίφραξη δημοσίων κτημάτων για λόγους τους από παράνομους καταπατητές και διατήρησης της ελεύθερης νομής και κατοχής τους υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.

 

17. Η διάταξη της παραγράφου Β1 του άρθρου 39 του νόμου [Ν] 1884/1990 (ΦΕΚ 81/Α/1990) αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής:

 

{Β1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, ρυθμίζονται και κατά τροποποίηση των κείμενων διατάξεων θέματα που αφορούν:

 

α) Στην οργάνωση, συγκρότηση και λειτουργία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, στον καθορισμό των αρμοδιοτήτων του, την κατανομή αυτών στις υπηρεσιακές μονάδες και τα μέλη του, καθώς και στον τρόπο και τη διαδικασία άσκησης τους,

 

β) στην υπηρεσιακή και μισθολογική κατάσταση και εξέλιξη των μελών του κύριου προσωπικού, στα διακαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, στα προσόντα διορισμού με διαγωνισμό σε θέσεις δοκιμών δικαστικών αντιπροσώπων, στους όρους και προϋποθέσεις συμμετοχής σ' αυτόν, στον τρόπο και τη διαδικασία διεξαγωγής του, στη σύνθεση και συγκρότηση της εξεταστικής επιτροπής, στην εξεταστέα ύλη, στη βαθμολόγηση και κατάταξη των υποψηφίων,

 

γ) στις προϋποθέσεις, τον τρόπο και τη διαδικασία χορήγησης στα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους εκπαιδευτικών αδειών για την ημεδαπή ή αλλοδαπή, καθώς και στις καταβαλλόμενες κατά τη διάρκεια αυτών αποδοχές, έξοδα και αποζημιώσεις,

 

δ) στη σύνθεση, συγκρότηση και λειτουργία των υπηρεσιακών και πειθαρχικών συμβουλίων των πιο πάνω μελών, στα πειθαρχικά παραπτώματα και τις ποινές, στις πειθαρχικές δικαιοδοσίες και τις σχετικές διαδικασίες,

 

ε) στην επιθεώρηση των υπηρεσιακών μονάδων και των μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους τα όργανα αυτής, στον τρόπο και τη διαδικασία διεξαγωγής της και στην αξιολόγηση της υπηρεσιακής απόδοσης και επίδοσης των επιθεωρούμενων,

 

στ) στον καθορισμό των προϋποθέσεων και του τρόπου ανάθεσης της υπεράσπισης υποθέσεων του Δημοσίου σε δικηγόρους στην ημεδαπή ή αλλοδαπή, καθώς και στον καθορισμό του ύψους της αμοιβής τους και του τρόπου εκκαθάρισης αυτής.

 

18. Οι δαπάνες εγκατάστασης, στέγασης και λειτουργίας των υπηρεσιακών μονάδων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, οι οποίες δεν λειτουργούν σε υπουργεία ή αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες, βαρύνουν τον προϋπολογισμό αυτού από 01-01-1996.

 

19. Όπου σε διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας προβλέπεται σε υπουργεία η συγκρότηση νομοπαρασκευαστικών επιτροπών ή άλλων συλλογικών οργάνων με νομοπαρασκευαστικές αρμοδιότητες, συμμετέχει σ' αυτές και ο Νομικός Σύμβουλός του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους στο αντίστοιχο υπουργείο με αναπληρωτή άλλο νομικό σύμβουλο ή πάρεδρο, που υπηρετεί στο ίδιο υπουργείο, οι οποίοι ορίζονται από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ύστερα από ερώτημα της αρμόδιας υπηρεσίας.

 

Τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που μετέχουν, με βάση ειδικές διατάξεις σε συμβούλια ή επιτροπές ή άλλα συλλογικά όργανα της διοίκησης, προηγούνται από τους λοιπούς υπηρεσιακούς παράγοντες, που συμμετέχουν σε αυτά, εκτός από τους υπουργούς, γενικούς γραμματείς των υπουργείων και γενικούς γραμματείς περιφέρειας.

 

20. Οι διατάξεις του άρθρου 50 παράγραφος 3 του νόμου [Ν] 1756/1988 (ΦΕΚ 36/Α/1988), όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 8 του νόμου [Ν] 1868/1989 (ΦΕΚ 230/Α/1989), εφαρμόζονται ανάλογα και στο κύριο προσωπικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

 

21. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 49 του νόμου [Ν] 2172/1993 (ΦΕΚ 207/Α/1993) καταργείται.

 

22. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από απόφαση του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ποσά του παραβόλου, που προβλέπονται από τη διάταξη του άρθρου 37 παράγραφος 1 του από [ΠΔ] 26-06-1944 διατάγματος Περί κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 18 του νόμου [Ν] 2246/1952.

 

23. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 6 του νόμου [Ν] 1816/1988 (ΦΕΚ 251/Α/1988) προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:

 

{Τα κεφάλαια του ειδικού λογαριασμού της παραγράφου αυτής διατίθενται και για την προμήθεια νομικών βιβλίων, περιοδικών και ηλεκτρονικών υπολογιστών στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους.}

 

24. Οι διατάξεις της περί Νομικού Συμβουλίου του Κράτους νομοθεσίας, που ρυθμίζουν τις αρμοδιότητες αυτού και των μελών του, καθώς και τον τρόπο και τη διαδικασία τους, σε ο,τι αφορά τη δικαστική εκπροσώπηση του Δημοσίου, τις σχετικές με αυτή πληρεξουσιότητες, το χειρισμό και τη διεξαγωγή των δικαστικών και εξωδίκων διαφορών αυτού και την έκδοση γνωμοδοτήσεων, έχουν εφαρμογή και επί των αντίστοιχων κάθε είδους δικαστικών και γενικά νομικών υποθέσεων των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, στα οποία προβλέπεται από κείμενες διατάξεις η λειτουργία γραφείων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή ότι η νομική τους υπηρεσία διεξάγεται από το Γραφείο Νομικού Συμβουλίου του εποπτεύοντος το νομικό πρόσωπο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

 

Τα πρακτικά ή οι γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που εκδίδονται κατά περίπτωση επί των υποθέσεων των παραπάνω Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου εγκρίνονται ή γίνονται αποδεκτές αντίστοιχα από το όργανο, που εκπροσωπεί το οικείο νομικό πρόσωπο, σύμφωνα με τις διατάξεις που το διέπουν.

 

Κάθε άλλη διάταξη της κείμενης νομοθεσίας, που είναι αντίθετη με τις ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής, παύει να ισχύει.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 24 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 9 του άρθρου 28 του νόμου 2579/1998 (ΦΕΚ 31/Α/1998).

 

25. Όπου σε διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας προβλέπεται εντολή ή έγκριση ή ειδική πληρεξουσιότητα του εκπροσωπούντος το Δημόσιο κατά περίπτωση οργάνου ή του οργάνου που διοικεί ή εκπροσωπεί Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, για την άσκηση αντίστοιχα αγωγής, προσφυγής, έγκλησης, ενδίκου μέσου ή βοηθήματος και γενικά οποιασδήποτε διαδικαστικής ενέργειας, η έλλειψη της παρέχουσας την εντολή ή την έγκριση ή την πληρεξουσιότητα σχετικής απόφασης, δεν επηρεάζει το κύρος όποιων πράξεων από τις παραπάνω γίνονται χωρίς αυτήν ή έγιναν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και δεν έχει εκδοθεί επ' αυτών αμετάκλητη δικαστική απόφαση.

 

26. Στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών και στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, συνιστώνται Γραφεία Νομικού Συμβουλίου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, τα οποία λειτουργούν, σύμφωνα με τις διατάξεις που το διέπουν.

 

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η οποία εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, δύναται να συνιστώνται Γραφεία Νομικού Συμβουλίου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και σε άλλα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, με αντίστοιχη αύξηση των οργανικών θέσεων των Νομικών Συμβουλίων, Παρέδρων και Δικαστικών Αντιπροσώπων.

 

27. Η νομική διεύθυνση του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων, που προβλέπεται από το άρθρο 3 περίπτωση β' του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 251/1989 (ΦΕΚ 118/Α/1989) και το Γραφείο Νομικών Υποθέσεων του Ταμείου Νομικών, που προβλέπεται από τα άρθρα 1 περίπτωση δ' και 5 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 415/1988, μετατρέπονται σε Δικαστικά Γραφεία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, τα οποία λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις, που το διέπουν.

 

Οι Προϊστάμενοι των Δικαστικών Γραφείων προΐστανται και των δικηγόρων που υπηρετούν σε αυτά.

 

28. Οι διατάξεις των άρθρων 1 και 5 του από [ΠΔ] 26-06-1944 προεδρικού διατάγματος Περί κώδικα των νόμων, περί δικών του Δημοσίου (ΦΕΚ 139/Α/1944), όπως τροποποιηθείσες ισχύουν, έχουν εφαρμογή και στις δικαστικές διαφορές του Δημοσίου, που υπάγονται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, με εξαίρεση τις φορολογικές διαφορές, τις υποθέσεις των περιπτώσεων ε' και ζ' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1406/1983 (ΦΕΚ 182/Α/1983) και τις υποθέσεις της ακυρωτικής διαδικασίας ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και των Διοικητικών Εφετείων. Οι προβλεπόμενες από διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, επιδόσεις προς τον Υπουργό Οικονομικών, ως εκπρόσωπο του Δημοσίου ή των κατά το άρθρο 1 του πιο πάνω κανονιστικού διατάγματος νομικών προσώπων, γίνονται στο κατάστημα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Στις διαφορές του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1406/1983, στις οποίες εφαρμόζονται τα άρθρα 1 και 5 του παραπάνω κανονιστικού διατάγματος, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, όταν εναγόμενο ή καθ' ου η προσφυγή, ή η ανακοπή, ή το ένδικο μέσο ή βοήθημα είναι το Δημόσιο, ή τα πιο πάνω νομικά πρόσωπα, η Γραμματεία του οικείου διοικητικού δικαστηρίου, κοινοποιεί εξήντα (60) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο τη σχετική μ' αυτή πράξη του Προέδρου, μαζί με επικυρωμένο αντίγραφο του οικείου δικογράφου, στο δικηγόρο που το υπογράφει και στη δημόσια υπηρεσία από ενέργεια της οποίας προήλθε η ένδικη διαφορά. Επικυρωμένο αντίγραφο της πράξης αυτής και του δικογράφου, υποχρεούται ο δικηγόρος να κοινοποιήσει στο Δημόσιο ή στο νομικό πρόσωπο, τριάντα (30) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο και να προσκομίσει τις εκθέσεις επίδοσης στη Γραμματεία του Δικαστηρίου, μία τουλάχιστον ημέρα πριν απ' αυτή. Σε περίπτωση παράλειψης της υποχρέωσης αυτής, ή μη προσήκουσας κοινοποίησης και απουσίας του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου στη δίκη, η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη και ορίζεται νέα δικάσιμος για να γίνει η κλήτευσή τους σύμφωνα με τα παραπάνω. Αν η κλήτευση αυτή δεν γίνει, το δικαστήριο απορρίπτει το σχετικό δικόγραφο ως απαράδεκτο. Σε περίπτωση που συντρέχει λόγος για νέα ή περαιτέρω συζήτηση της υπόθεσης, επαναλαμβάνεται η ίδια διαδικασία για την κλήτευσή τους. Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, αν το Δημόσιο ή το νομικό πρόσωπο παρίστανται και δεν αντιλέγουν, το δικαστήριο προχωρεί στην εκδίκαση της υπόθεσης, ακόμη και αν δεν έχουν τηρηθεί ως προς αυτά οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου για τις κοινοποιήσεις. Η αρμόδια για την παροχή στοιχείων δημόσια υπηρεσία, υποχρεούται να διαβιβάζει 30 τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο, έκθεση απόψεων μαζί με το σχετικό φάκελο, τόσο στη Γραμματεία του οικείου διοικητικού δικαστηρίου, όσο και στο αρμόδιο για το χειρισμό της υπόθεσης Γραφείο Νομικού Συμβούλου, ή Δικαστικό Γραφείο, ή δικηγόρο του Δημοσίου, επιφυλασσομένων, σε περίπτωση μη αποστολής τους, των συνεπειών των άρθρων 37 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 341/1978 (ΦΕΚ 71/Α/1978) και 20 παράγραφος 2 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 282/1996 (ΦΕΚ 199/Α/1996) αντιστοίχως. Οι ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου ως προς τη διαδικασία κλήτευσης του Δημοσίου και των παραπάνω νομικών προσώπων, δεν ισχύουν για τα δικόγραφα που έχουν κατατεθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του, καθώς και για τις αιτήσεις αναιρέσεως, για την κοινοποίηση των οποίων προβλέπει το άρθρο 21 παράγραφοι 4, 5 και 6 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989). Τα πρακτικά γνωμοδότησης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους σε υποθέσεις ακυρωτικής διαδικασίας, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Διοικητικού Εφετείου, εγκρίνονται από τον αρμόδιο κατά περίπτωση υπουργό.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 24 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 28 του νόμου 2579/1998 (ΦΕΚ 31/Α/1998).

 

29. Η προθεσμία κλήτευσης του Δημοσίου και των νομικών προσώπων του άρθρου 1 του κανονιστικού διατάγματος της προηγούμενης παραγράφου, ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου, δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δέκα (10) ημερών σε υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων ή των τριάντα (30) ημερών στις λοιπές υποθέσεις, χωρίς να επιτρέπεται σύντμηση αυτής.

 

30. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 85 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 356/1974 (ΦΕΚ 90/Α/1974) προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:

 

{Στην περίπτωση αίτησης αναστολής πλειστηριασμού ή διόρθωσης της κατασχετήριας έκθεσης ή αλλαγής του τόπου πλειστηριασμού, η κοινοποίηση αυτής στους πιο πάνω, γίνεται το αργότερο τρεις (3) εργάσιμες ημέρες πριν από τη δικάσιμο με ποινή το απαράδεκτο.}

 

31. Σε περίπτωση προσφυγής κατά πράξεως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, καθώς και αγωγής από τέτοια πράξη, που εγκρίθηκε από το εποπτεύον αυτό όργανο, η κοινοποίηση παντός δικογράφου γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 7 παράγραφος 4 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 341/1978 (ΦΕΚ 71/Α/1978), προς το νομικό πρόσωπο, το οποίο διάδικο και στο εποπτεύον αυτό όργανο, το οποίο δικαιούται να παρέμβει στη σχετική δίκη.

 

32. Οι οργανικές θέσεις των Παρεδρικών και των Δικαστικών Αντιπροσώπων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους αυξάνονται κατά τρεις (3) αντίστοιχα.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.