Προεδρικό διάταγμα 14/7/99 - Άρθρο 308

Άρθρο 308


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

(άρθρο 50 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος, αναγκαστικός νόμος 2486/1940, άρθρο μόνο παράγραφοι 1 και 2 του νομοθετικού διατάγματος 305/1947)

 

1. Η κατά το προηγούμενο άρθρο κτηματική ομάδα μπορεί να συνιστάται και για το γενικότερο σκοπό της δίκαιης κατανομής των μεταβολών στην αξία των ακινήτων που θα προκύψουν από την εφαρμογή του εγκεκριμένου σχεδίου. Στην περίπτωση αυτή στην κτηματική ομάδα, που συνιστάται με τον τρόπο που αναφέρεται στο προηγούμενο άρθρο, περιλαμβάνονται και τα ακίνητα που καταλαμβάνονται από τους χώρους που προβλέπονται στο άρθρο 153 παράγραφος 1 στοιχείο α', δηλαδή των οδών, πλατειών κ.τ.λ., αντί δε των διατάξεων των άρθρων 277, 278, 279, 281 και 290, εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:

 

α) προσδιορίζεται η συνολική επιφάνεια των οικοπέδων της κτηματικής ομάδας που καταλαμβάνονται από τους χώρους του άρθρου 153 παράγραφος 1 στοιχείο α'.

 

β) από την παραπάνω συνολική επιφάνεια για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων υπολογίζεται το γενικό ποσοστό που αναλογεί σε κάθε οικόπεδο της κτηματικής ομάδας. Επιτρέπεται η αυξομείωση του γενικού αυτού ποσοστού λόγω ειδικών συνθηκών, όπως το μέγεθος του οικοπέδου, η μεταβολή της θέσης του οικοπέδου γενικά, οι αυξομειώσεις του προσώπου και του βάθους, η μετάθεση αποκλεισμένου οικοπέδου επί της οδού κ.τ.λ. Το παραπάνω ποσοστό και η αυξομείωσή του ρυθμίζεται με τη σχετική πράξη που συντάσσεται.

 

Μέρος του εμβαδού της κατά την προηγούμενη περίπτωση συνολικής επιφάνειας μπορεί να καταλογιστεί, στον οικείο δήμο ή κοινότητα. Η θέση και η έκταση του μέρους αυτού καθορίζονται με την πράξη τακτοποίησης στην περίπτωση κατά την οποία το εμβαδόν του μέρους αυτού δεν πρόκειται να υπερβεί κατά μιάμιση φορά το εμβαδόν που προκύπτει σε βάρος του δήμου ή της κοινότητος από την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου 5269/1931, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που το εμβαδόν αυτού είναι μικρότερο των 5.000 m2. Εάν το εμβαδόν του μέρους αυτού υπερβαίνει την κατά τα παραπάνω μιάμιση φορά, τότε η έκταση και η θέση αυτού καθορίζονται με απόφαση του οικείου νομάρχη. Η θέση του μέρους αυτού συνολικά ή κατά τμήματα μπορεί να καθορίζεται οπουδήποτε μέσα στα όρια της κτηματικής ομάδας, ακόμη και μέσα σε οικοδομήσιμους κατά το εγκεκριμένο σχέδιο χώρους του δήμου ή της κοινότητας, οι οποίοι για την εξόφληση των υποχρεώσεων λόγω ρυμοτομίας, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, μειώνονται και κατά το μέρος αυτό, επί πλέον της γενικής μείωσης, που προκύπτει από την εφαρμογή της ακόλουθης περίπτωσης γ'.

 

Οι υφιστάμενες στην πραγματικότητα παλαιές οδοί και οι υπόλοιποι κοινόχρηστοι χώροι, οι οποίοι τυχόν περιλαμβάνονται μέσα σε οικοδομικά τετράγωνα, καθώς και όλες οι ιδιωτικές οδοί ή δίοδοι διατίθενται σε κάθε περίπτωση ομαδικής τακτοποίησης για τη δημιουργία των νέων οδών και των υπόλοιπων κοινόχρηστων χώρων που προβλέπονται από το σχέδιο ρυμοτομίας.

 

γ) Από το εμβαδόν κάθε οικοπέδου της κτηματικής ομάδας αφαιρείται το ποσοστό, που αναλογεί σ' αυτό, σύμφωνα με την προηγούμενη περίπτωση.

 

δ) Τα ιδανικά υπόλοιπα οικοπέδων της κτηματικής ομάδας που προκύπτουν από την αφαίρεση, σύμφωνα με την προηγούμενη περίπτωση, τακτοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 300.

 

2. Εάν μερικά από τα ιδανικά υπόλοιπα, που προκύπτουν από την εφαρμογή της περίπτωσης δ' της προηγούμενης παραγράφου, έχουν εμβαδόν μικρότερο του καθορισμένου ελάχιστου ορίου οικοπέδων, απαλλοτριώνονται και προσκυρώνονται συνολικά ή τμηματικά το κάθε ένα σε άλλα μικρότερα ή και μεγαλύτερα του ορίου αυτού ιδανικά υπόλοιπα, ανεξάρτητα από τη σχετική θέση των οικοπέδων και με τρόπο ώστε τα εμβαδά που προσκυρώνονται στα μη άρτια οικόπεδα να καλύπτουν το τμήμα που υπολείπεται για να γίνουν άρτια. Πάντως αρχή γίνεται με την προσκύρωση συνολικά ή τμηματικά του μη αρτίου οικοπέδου που έχει το μικρότερο ιδανικό υπόλοιπο και αν αυτό δεν επαρκεί του αμέσως επόμενου και ούτω καθ' εξής μέχρι να είναι αρκετά τα προσκυρούμενα ιδανικά υπόλοιπα μη αρτίων οικοπέδων. για την αποκατάσταση των υπόλοιπων μη αρτίων οικοπέδων σε άρτια.

 

Κατά την προσκύρωση αυτή ισχύει η διάταξη της παραγράφου 3 του προηγούμενου άρθρου ως προς την προβλεπόμενη παρέκκλιση.

 

Κατά την προσκύρωση αυτή, καθώς και την τακτοποίηση σύμφωνα με την προηγούμενη περίπτωση δ', επιτρέπεται εξαιρετικά και μόνο σε απόλυτη ανάγκη, η εκτίμηση της οποίας ανήκει στην αρμόδια υπηρεσία που συντάσσει την πράξη, παρέκκλιση από την προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 του άρθρου 300 απαγόρευση μεταβολής των οικοπέδων ή των τμημάτων τους που καταλαμβάνονται από οικοδομές, και μόνον εφόσον πρόκειται για παλαιές και ανθυγιεινές οικοδομές, κατά την κρίση της ίδιας όπως παραπάνω υπηρεσίας, και εφόσον όλοι οι ιδιοκτήτες αυτών αποζημιώνονται πλήρως σύμφωνα με την παρακάτω παράγραφο 4. Επίσης μπορεί, κατά την κρίση της υπηρεσίας που συντάσσει την πράξη, αντί για την προσκύρωση των μη αρτίων, να επιβάλλεται η συνένωση δύο ή και περισσότερων ιδανικών υπολοίπων, που έχουν εμβαδόν μικρότερο του καθορισμένου, σε ένα άρτιο οικόπεδο το οποίο παραχωρείται εξ αδιαιρέτου στους ιδιοκτήτες των παραπάνω μη οικοδομήσιμων ιδανικών υπολοίπων και με ποσοστό εξ αδιαιρέτου ανάλογο προς το εμβαδόν καθενός ιδανικού υπολοίπου. Δεν αποκλείεται επίσης και ο συνδυασμός των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, ειδικά στην περίπτωση μη συγκατάθεσης για τη δημιουργία κοινής αδιαίρετης ιδιοκτησίας ενός ή περισσότερων ιδιοκτητών ιδανικών υπολοίπων, η οποία εκδηλώνεται μετά τη σύνταξη της πράξης είτε με ένσταση κατ' αυτής είτε με προσφυγή κατά της κυρωτικής απόφασης. Στην περίπτωση αυτή επιτρέπεται η τροποποίηση της πράξης με την επ' αυτής απόφαση με σκοπό την προσκύρωση του ιδανικού υπολοίπου εκείνου του ιδιοκτήτη που δεν συγκατατίθεται στη συνένωση σε κοινή ιδιοκτησία.

 

Εφόσον υπάρχει η παραπάνω συγκατάθεση, τα δημιουργούμενα, κατά τις παραπάνω διατάξεις, εξ αδιαιρέτου συνιδιόκτητα ακίνητα διέπονται από τις διατάξεις περί ιδιοκτησίας κατ' ορόφους και απαγορεύεται ρητά οποιαδήποτε διανομή αυτών είτε δικαστική είτε εξώδικη, η οποία χαρακτηρίζεται με το παρόν αυτοδίκαια άκυρη.

 

3. Με τη μείωση της επιφάνειας κάθε οικοπέδου της κτηματικής ομάδας, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, επέρχεται αυτοδίκαια εξόφληση της υποχρέωσης των ιδιοκτητών καθενός από αυτά, για την αποζημίωση του αναλογούντος μέρους των γηπέδων που βρίσκονται μέσα στα όρια της κτηματικής ομάδας και καταλαμβάνονται από τους χώρους του άρθρου 153 παράγραφος 1 στοιχείο α'. Στην περίπτωση που η ύπαρξη οικοδομών αποκλείει την αφαίρεση μέρους ή όλου του ποσοστού που αναλογεί, σύμφωνα με την περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η μεν ιδιοκτησία θεωρείται ότι συμμετέχει στην τακτοποίηση, η δε μείωση της επιφάνειας αυτής, κατά το ποσοστό που καθορίστηκε, μετατρέπεται αντίστοιχα εν μέρει ή εν όλω σε υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης, προς την κτηματική ομάδα, ίσης προς την αξία του μη αφαιρεθέντος μέρους ή όλου του ποσοστού, κατά το χρόνο της προσφυγής στο μονομελές πρωτοδικείο.

 

4. Κατά την τακτοποίηση σύμφωνα με την περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, οι επερχόμενες οποιεσδήποτε τυχόν μεταβολές στο μέγεθος των ιδανικών υπολοίπων ή στη θέση ή στο σχήμα των οικοπέδων ή στις τυχόν επ' αυτών φυτείες ή εγκαταστάσεις, δηλαδή φρέατα, Περιφράγματα, υπονόμους κ.τ.λ., που βρίσκονται σε αυτά, καθώς επίσης και οι προσκυρώσεις, σύμφωνα με την παράγραφο 2, υπόκεινται, ως προς τις αποζημιώσεις, στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 305. Σε περίπτωση όμως κατά την οποία δεν προκύπτει πραγματική ωφέλεια από την πρόσκτηση περιφραγμάτων ή φρεάτων ή υπονόμων κ.τ.λ. υπέρ εκείνου στον οποίο αυτά αποδίδονται, υπόχρεος για την καταβολή της αποζημίωσης γι' αυτά είναι ο οικείος δήμος ή η κοινότητα.

 

5. Η αποζημίωση του ποσοστού εμβαδού που αφαιρέθηκε, σύμφωνα με την περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, από οικόπεδα των οποίων το υπόλοιπο μετά την αφαίρεση αυτή προσκυρώνεται κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2, καθώς και του ποσοστού που ενδεχομένως αναλογεί στο δήμο ή στην κοινότητα, σύμφωνα με την περίπτωση β' της παραγράφου 1, καθώς και των κάθε είδους οικοδομών ή εγκαταστάσεων κ.τ.λ. επί ρυμοτομούμενων ιδιοκτησιών, βαρύνει το δήμο ή την κοινότητα.

 

6. Για τον καθορισμό των αποζημιώσεων που θα καταβληθούν στους ζημιωθέντες ιδιοκτήτες της κτηματικής ομάδας, σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5 του παρόντος άρθρου, η αξία των απαλλοτριούμενων ακινήτων υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 13 του νομοθετικού διατάγματος 797/1971 και στην περίπτωση αυτή ως πράξη κύρωσης της απαλλοτρίωσης θεωρείται η απόφαση σύστασης της κτηματικής ομάδας. Κατά τον ίδιο τρόπο υπολογίζεται και η αποζημίωση που καταβάλλεται συνολικά σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου.

 

7. Για τον υπολογισμό της αξίας των ωφελειών που προστίθενται στα τακτοποιηθέντα οικόπεδα της κτηματικής ομάδας, από την εφαρμογή της τακτοποίησης και της ρυμοτομίας, η μεν αξία του αρχικού, πριν την τακτοποίηση ακινήτου, υπολογίζεται όπως ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο, η δε αξία του ακινήτου που προκύπτει μετά την τακτοποίηση, με βάση την ανά μονάδα επιφανείας αξία αυτού, κατά το χρόνο της προσφυγής στο μονομελές πρωτοδικείο για καθορισμό της αξίας.

 

8. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως και στις περιπτώσεις του παρόντος άρθρου οι σχετικές διατάξεις του προηγούμενου άρθρου. Πάντως, για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, δεν απαιτείται η έκδοση των κανονιστικών προεδρικών διαταγμάτων και αποφάσεων, που προβλέπονται στα προηγούμενα άρθρα. Στο σχετικό με την πράξη υπόμνημα της παραγράφου 4 του προηγούμενου άρθρου, καθώς και στη σχετική γνωμοδότηση πρέπει επί πλέον να καθορίζονται και οι υπέρ ορισμένων ομάδων ακινήτων ή και όλης της πόλης τυχόν κοινές ωφέλειες που προκύπτουν και οι αποφάσεις της παραγράφου 5 του ίδιου άρθρου πρέπει να ορίζουν και την αξία των τελευταίων αυτών ωφελειών. Οι οποιεσδήποτε τυχόν διαφορές, που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, μεταξύ της αξίας των ζημιών και ωφελειών καταβάλλονται και αυτές εν όλω ή εν μέρει από τους ιδιοκτήτες της κτηματικής ομάδας, οι οποίοι ωφελήθηκαν ή από εκείνους που ωφελήθηκαν εκτός αυτής,προς την κτηματική ομάδα, με ποσοστό και τρόπο που καθορίζονται κάθε φορά με αποφάσεις του οικείου νομάρχη, διατίθενται δε με όμοιο τρόπο, και μπορεί να κατανέμονται μεταξύ των ιδιοκτητών αυτών ή και μόνον μεταξύ των κατά τα παραπάνω υπόχρεων προς καταβολή αποζημιώσεων. Πάντως, κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, δεν είναι απαραίτητη η κατά την παράγραφο 5 του προηγούμενου άρθρου εξίσωση των ζημιών και ωφελειών, που οφείλονται μόνον στις μεταβολές στην έκταση των γηπέδων.

 

9. Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου η κτηματική ομάδα μπορεί, με απόφαση του νομάρχη, για την επίτευξη του σκοπού που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, να υποδιαιρεθεί και σε περισσότερους ανεξάρτητους οικονομικούς οργανισμούς, κάθε ένας από τους οποίους αποτελείται από τμήματα που έχουν τις ίδιες ή ανάλογες συνθήκες, ως προς την εφαρμογή του σχεδίου και τις συνέπειες απ' αυτήν. Για κάθε οργανισμό από αυτούς εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος άρθρου σύμφωνα με όρους που ρυθμίζονται με την παραπάνω υπουργική απόφαση.

 

10. Εάν ο ιδιοκτήτης οικοπέδου, που τακτοποιήθηκε ή προέκυψε από την προσκύρωση, αδυνατεί να καταβάλει στην κτηματική ομάδα ή και άλλους δικαιούχους την αποζημίωση για την οποία είναι υπόχρεος από την εν γένει ωφέλεια που απέκτησε το οικόπεδό του, μπορεί αυτό να κριθεί αναγκαστικώς απαλλοτριωτέο υπέρ της κτηματικής ομάδας, με απόφαση του οικείου νομάρχη. Για τη διαδικασία της απαλλοτρίωσης και τον καθορισμό της αποζημίωσης εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος 797/1971. Η αποζημίωση του ποσοστού, που αφαιρέθηκε κατά την παράγραφο 1 περίπτωση γ' του παρόντος άρθρου, ως προς την οποία ισχύουν αναλόγως οι σχετικές διατάξεις της παραγράφου 4, καταβάλλεται από την κτηματική ομάδα στον ιδιοκτήτη του απαλλοτριωθέντος. Τα απαλλοτριωθέντα ακίνητα διατίθενται από την κτηματική ομάδα με τρόπο και όρους που ρυθμίζονται κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού.

 

11. Σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης, εφαρμόζεται η διαδικασία προσωρινού καθορισμού της αποζημίωσης που ορίζεται στο άρθρο 18Α του νομοθετικού διατάγματος 797/1971, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 34 του νόμου 2040/1992. Το επείγον της ανάγκης αναγνωρίζει ο οικείος νομάρχης με την απόφαση που εκδίδει για την σύσταση της Κτηματικής ομάδας, με την οποία ορίζει και την εφαρμογή της παραπάνω διαδικασίας.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.