Νομοθετικό διάταγμα 17/7/1923 - Άρθρο 50

Άρθρο 50


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Η κατά το προηγούμενον άρθρο Κτηματική Ομάς, δύναται να συνιστάται και επί το γενικότερο σκοπό της δικαίας κατανομής των εκ της εφαρμογής του εγκεκριμένου σχεδίου μελλουσών να προκύψουν μεταβολών εις την αξίαν των ακινήτων. Εις την περίπτωσιν ταύτη εις την Κτηματική Ομάδα, συνιστάμενη κατά των στο προηγούμενο άρθρο αναφερόμενων τρόπων, περιλαμβάνονται και τα υπό των κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 2 υπό στοιχείο α' χωρών, ήτοι των οδών, πλατειών, κ.λ.π., καταλαμβανόμενα ακίνητα, αντί δε των διατάξεων των άρθρων 32, 33, 34, 35 και των διατάξεων των παραγράφων 2, 3, 5, 6 και 7 του άρθρου 6 του νόμου 5269/1931 περί αδειών οικοδομής κ.λ.π. ως μεταγενεστέρως τροποποιήθηκε, εφαρμόζεται η ακόλουθος διαδικασία.

 

α) Προσδιορίζεται η όλη επιφάνεια των υπό των κατά το εδάφιο α της παραγράφου 1 του άρθρου 2 χωρών καταλαμβανόμενων οικοπέδων της Κτηματικής Ομάδος.

 

β) Υπολογίζεται το εκ της ανωτέρω ολικής επιφανείας προς συγκρότηση των ως άνω κοινοχρήστων χώρων αναλογούν εις έκαστον οικόπεδον της Κτηματικής Ομάδος γενικόν ποσοστόν, ούτινος επιτρέπεται η αυξομείωσις λόγω ειδικών συνθηκών (οίον μέγεθος του οικοπέδου, μεταβολή θέσεως οικοπέδου εν γένει, αυξομειώσεως προσώπου και βάθους, μετάθεσις αποκλειομένου οικοπέδου επί της οδού κ.λ.π.). Το ως άνω ποσοστόν και η αυξομείωσις αυτού κανονίζεται δια της συντασσόμενης σχετικής πράξεως.

 

Μέρος του εμβαδού της κατά το προηγούμενον εδάφιον ολικής επιφανείας δύναται να καταλογισθεί εις τον οικείον Δήμο ή Κοινότητα. Η θέσις και έκτασις του μέρους τούτου εις περίπτωσιν καθ' ην το εμβαδόν αυτού δεν πρόκειται να υπερβεί την μίαν και ημίσεια φοράν το εκ της εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων του νόμου 5269/1931 προκύπτον εις βάρος του Δήμου ή της Κοινότητας εμβαδόν καθώς και εις πάσαν περίπτωσιν καθ' ην το εμβαδόν αυτού είναι έλασσον των 5000 m2 καθορίζονται δι' αυτής της πράξεως τακτοποιήσεως, εάν δε το εμβαδόν και μέρος αυτού πρόκειται να υπερβαίνει τη ως άνω μίαν και ημίσεια φοράν τότε η έκτασις και η θέσις αυτού καθορίζονται δι' αποφάσεως του οικείου Νομάρχου. Η θέσις του μέρους τούτου συνολικώς ή κατά τμήματα δύναται να καθορίζεται οπουδήποτε εντός των ορίων της Κτηματικής Ομάδος και ακόμη εντός οικοδομήσιμων, κατά το σχέδιον ρυμοτομίας, χωρών του Δήμου ή της Κοινότητος οίτινες δια την κατά την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου εξόφληση των λόγω ρυμοτομίας υποχρεώσεων, μειώνονται και κατά το μέρος αυτό επί πλέον της κατά το ακόλουθο εδάφιο γ' γενικής μειώσεως αυτών και των λοιπών οικοπέδων.

 

Οι υφιστάμενες εν τοις πράγμασι παλαιές οδοί και λοιποί κοινόχρηστοι χώροι οι περιλαμβανόμενοι τυχόν εντός οικοδομικών τετραγώνων ως και όλες οι ιδιωτικές οδοί η δίοδοι διατίθενται εις πάσαν περίπτωσιν ομαδικής τακτοποιήσεως δια την συγκρότηση των κατά το σχέδιον της ρυμοτομίας νέων οδών και λοιπών κοινοχρήστων χώρων.

 

γ) Εκ του εμβαδού εκάστου οικοπέδου της Κτηματικής Ομάδος αφαιρείται το κατά το προηγούμενον εδάφιον αναλογούν σε αυτό ποσοστό.

 

δ) Τα εκ της κατά το προηγούμενον εδάφιον αφαιρέσεως προκύπτοντα ιδανικά υπόλοιπα οικοπέδων της Κτηματικής Ομάδος τακτοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 42.

 

2. Εάν τινά των κατά το εδάφιο δ' της προηγουμένης παραγράφου ιδανικών υπολοίπων, έχουν εμβαδόν μικρότερο του καθαρισμένου ελαχίστου ορίου οικοπέδων, απαλλοτριώνονται και προσκυρώνονται συνολικώς ή τμηματικώς έκαστον εις έτερα ελάσσονα ή και μείζονα του ορίου τούτου ιδανικά υπόλοιπα, ανεξαρτήτως της σχετικής θέσεως των οικοπέδων και κατά τρόπον ώστε τα εκ της προσκυρώσεως εμβαδά να καλύπτουν το ελλείπον όπως τα εις α προσκυρώνονται μη άρτια οικόπεδα καταστούν άρτια. Πάντως αρχή γίνεται δια της προσκυρώσεως συνολικώς ή τμηματικώς του έχοντος το μικρότερο ιδανικό υπόλοιπον μη αρτίου οικοπέδου και τούτου μη επαρκούντος, του αμέσως επομένου και ούτω καθ' εξής, μέχρις επάρκειας, των προσκυρούμενων ιδανικών υπολοίπων μη άρτιων οικοπέδων προς αποκατάστασιν εις άρτια των λοιπών μη αρτίων οικοπέδων. Κατά την τοιαύτη προσκύρωση, ισχύει η περί παρεκκλίσεως από του άρθρου 43 και από της παραγράφου 2 του άρθρου 45, ως τα άρθρα ταύτα τροποποιήθηκαν διάταξις της παραγράφου 3 του προηγουμένου άρθρου.

 

Κατά την προσκύρωση ταύτη, ως και την κατά το προηγούμενον εδάφιο δ' τακτοποίηση, επιτρέπεται εξαιρετικώς, και μόνον σε απόλυτη ανάγκη, ης η εκτίμησις ανήκει εις την συντάσσουσα την πράξη αρμόδια υπηρεσία, παρέκκλιση από της κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 42 απαγορεύσεως της μεταβολής των υπό οικοδομών καταλαμβανόμενων οικοπέδων ή τμημάτων αυτών και μόνον εφ' όσον πρόκειται περί οικοδομών πεπαλαιωμένων και ανθυγιεινών, κατά την κρίσιν της αυτής ως άνω υπηρεσίας, αποζημιούμενων πάντως πλήρως των ιδιοκτητών αυτών κατά την κατωτέρω παράγραφο 4. Ωσαύτως δύναται κατά την κρίσιν της συντασσούσης την πράξη ταύτη υπηρεσίας, αντί της προσκυρώσεως των μη αρτίων, να επιβάλλεται η συνένωσις δύο ή πλειοτέρων ιδανικών υπολοίπων, εχόντων εμβαδόν μικρότερο του καθαρισμένου, εις εν άρτιο οικόπεδον παραχωρούμενο εξ αδιαιρέτου και κατά ποσοστόν εξ αδιαιρέτου ανάλογο προς το εμβαδόν του ανήκοντος εις έκαστον ιδανικού υπολοίπου, εις τους ιδιοκτήτες των ως άνω μη οικοδομήσιμων ιδανικών υπολοίπων. Δεν αποκλείεται επίσης και ο συνδυασμός των διατάξεων της παρούσης παραγράφου ιδία εις την περίπτωσιν της μη συγκαταθέσεως, δια την δημιουργίαν κοινής εξ αδιαιρέτου ιδιοκτησίας, εντός ή περισσότερων ιδιοκτητών ιδανικών υπολοίπων, εκδηλούμενης μετά την σύνταξιν της πράξεως είτε δι' ενστάσεως κατά ταύτης, είτε δια προσφυγής κατά της κυρωτικής αποφάσεως, επιτρεπομένης εν τοιαύτη περιπτώσει και της τροποποιήσεως της πράξεως δια της επ' αυτής αποφάσεως προς τον σκοπόν της προσκυρώσεως του ιδανικού υπολοίπου του μη συγκατατιθεμένου εις την συνένωση εις κοινή ιδιοκτησία ιδιοκτήτου.

 

Τα κατά τις ανωτέρω διατάξεις, δημιουργούμενα εξ αδιαιρέτου επίκοινα διέπονται υφισταμένης της ως άνω συγκαταθέσεως υπό των διατάξεων των περί ιδιοκτησίας κατ' ορόφους, οιασδήποτε διανομής αυτών, είτε δικαστικής είτε εξωδίκου απαγορευόμενης ρητώς και χαρακτηριζόμενης εκ του παρόντος αυτοδικαίως άκυρου.

 

3. Δια της κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μειώσεως της επιφανείας εκάστου οικοπέδου της Κτηματικής Ομάδος επέρχεται αυτοδικαίως εξόφλησις της υποχρεώσεως των ιδιοκτητών εκάστου αυτών προς αποζημίωση του αναλογούντος σε αυτό μέρους των υπό των κατά το εδάφιο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 χωρών καταλαμβανόμενων εντός των ορίων της Κτηματικής Ομάδος γηπέδων. Εις ην δε περίπτωσιν η ύπαρξις οικοδομών αποκλείει την κατά το εδάφιο γ' της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου αφαίρεση μέρους ή του όλου, του αναλογούντος ποσοστού, η μεν ιδιοκτησία θεωρείται συμμετέχουσα της τακτοποιήσεως, η δε μείωσις της επιφανείας αυτής κατά το καθορισθέν ποσοστόν μετατρέπεται αντιστοίχως, εν μέρει ή εν όλω εις υποχρέωσιν καταβολής προς την Κτηματική Ομάδα αποζημιώσεως ίσης προς την αξίαν, κατά τον χρόνον της εις τον Πρόεδρο των Πρωτοδικών προσφυγής, του μη αφαιρεθέντος, μέρους ή όλου ποσοστού.

 

4. Οι κατά την τακτοποίηση συμφώνως προς το εδάφιο δ' της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου επερχόμενες οιαδήποτε τυχόν μεταβολές εις το μέγεθος των ιδανικών υπολοίπων ή εις την θέσιν ή εις το σχήμα των οικοπέδων ή τις τυχόν επ' αυτών φυτείας ή εγκαταστάσεις οίον φρέατα,περιφράγματα, υπόνομοι κ.λ.π. ως επίσης και οι κατά την παράγραφο 2 προσκυρώσεις, υπόκεινται ως προς τις αποζημιώσεις εις τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 47. Εν περιπτώσει όμως καθ' ην εκ της προσκτήσεως περιφραγμάτων ή φρεάτων ή υπονόμων κ.λ.π. δεν προκύπτει πραγματικώς ωφέλεια υπέρ του προσκτώμενου ταύτα, υπόχρεος προς καταβολή της δια ταύτα αποζημιώσεως είναι ο οικείος Δήμος ή Κοινότης.

 

5. Η αποζημίωσις του κατά το εδάφιο γ' της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου αφαιρεθέντος ποσοστού εμβαδού εξ οικοπέδων, ων το μετά την αφαίρεση ταύτη υπόλοιπον προσκυρώνονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 ως και του κατά το εδάφιο β' της παραγράφου 1 αναλογούντος ενδεχομένως εις τον Δήμο ή Κοινότητα ποσοστού και των επί των ρυμοτομούμενων ιδιοκτησιών πάσης φύσεως οικοδομών ή εγκαταστάσεων κ.λ.π. βαρύνει τον Δήμο ή την Κοινότητα.

 

6. Δια τον καθορισμό των κατά τις παραγράφους 4 και 5 του παρόντος άρθρου καταβλητέων εις τους ζημιωθέντες ιδιοκτήτες της Κτηματικής Ομάδος αποζημιώσεων, η αξία των απαλλοτριούμενων ακινήτων υπολογίζεται συμφώνως προς το άρθρο 9 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1731/1939 περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων, της περί συστάσεως της Κτηματικής Ομάδος Υπουργικής αποφάσεως θεωρούμενης εν προκειμένω ως τω της κηρυσσούσης την απαλλοτρίωση πράξεως. Κατά τον αυτόν τρόπον υπολογίζεται και η καταβλητέα εν συνόλω αποζημίωσις εν περιπτώσει εφαρμογής της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου.

 

7. Δια τον υπολογισμό της αξίας των εκ της εφαρμογής της τακτοποιήσεως και της ρυμοτομίας εν γένει προσγενόμενων εις τα τακτοποιηθέντα ακίνητα της Κτηματικής Ομάδος ωφελειών, η μεν αξία του αρχικού, προ της τακτοποιήσεως, ακινήτου, υπολογίζεται ως εν τη προηγουμένη παραγράφω ορίζεται, η δε αξία του μετά την τακτοποίηση προκύψαντος ακινήτου, βάσει της ανά μονάδα επιφανείας αξίας αυτού κατά τον χρόνον της εις τον Πρόεδρο των Πρωτοδικών προσφυγής προς καθορισμό της αξίας.

 

8. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως και εις τις περιπτώσεις του παρόντος άρθρου οι σχετικές διατάξεις του προηγουμένου άρθρου. Πάντως δια την εφαρμογήν του παρόντος άρθρου δεν είναι απαιτητή η έκδοσις των κατά τα προηγούμενα άρθρα κανονιστικών βασιλικών διαταγμάτων και Υπουργικών αποφάσεων. Εν τω κατά την παράγραφο 4 του προηγουμένου άρθρου σχετικό με την πράξη υπόμνημα, ως και εν τη σχετική γνωμοδοτική εκθέσει πρέπει προ τοις άλλοις να καθορίζονται και οι υπέρ ορισμένων ομάδων ακινήτων ή και της όλης πόλεως προκύπτουσες τυχόν κοινές ωφέλειες, οι δε κατά την παράγραφο 5 του ιδίου άρθρου αποφάσεις, πρέπει να ορίζουν και την αξίαν των τελευταίων τούτων ωφελειών. Οι οποιεσδήποτε τυχόν προκύπτουσες εκ της εφαρμογής του παρόντος άρθρου διαφορές μεταξύ της αξίας των ζημιών και ωφελειών καταβάλλονται και αυτές εν όλω ή εν μέρει υπό των υπέρ ων αυτές ιδιοκτησιών της Κτηματικής Ομάδος ή των εκτός ταύτης ωφεληθέντων, προς την Κτηματική Ομάδα, καθ' ο ποσοστόν και τρόπον θέλουν ορίζει εκάστοτε Υπουργικές αποφάσεις και διατίθενται καθ' όμοιον τρόπον, δυνάμενες να κατανέμονται μεταξύ των ιδιοκτητών τούτων ή και μόνον μεταξύ των κατά τα ανωτέρω υπόχρεων προς καταβολή αποζημιώσεων. Πάντως κατά την εφαρμογήν του παρόντος άρθρου δεν είναι απαραίτητος η κατά την παράγραφο 5 του προηγούμενου άρθρου εξίσωσις των ζημιών και ωφελειών των οφειλομένων μόνον εις τις εις τη έκταση των γηπέδων μεταβολές.

 

8. (πρώην 6) Κατά την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου η κτηματική ομάς δύναται δι' αποφάσεως του υπουργού να υποδιαιρεθεί, επί τον στην παράγραφο 1 του άρθρου τούτου αναφερόμενο σκοπό, εις περισσότερους ανεξαρτήτους οικονομικούς οργανισμούς, αποτελουμένου εκάστου εκ τμημάτων διατελούντων ως προς την εφαρμογήν του σχεδίου και τις εκ ταύτης συνεπείας υπό όμοιες ή ανάλογες συνθήκες. Δι' έκαστον των οργανισμών τούτων εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος άρθρου υπό όρους κανονιζομένους δια της ανωτέρω υπουργικής αποφάσεως.

 

9. (πρώην 7) Το τακτοποιηθέν ή εκ της προσκυρώσεως προκύψαν οικόπεδον, ου ο ιδιοκτήτης, λόγω της εις τούτο προσγενομένης εν γένει ωφελείας, αδυνατεί να καταβάλει εις την κτηματική ομάδα ή και άλλους δικαιούχους την δι' ην τυγχάνει λόγω της ωφελείας ταύτης υπόχρεος αποζημίωση, δύναται δι' αποφάσεως του επί της Συγκοινωνίας υπουργού να κριθή αναγκαστικώς απαλλοτριωτέο υπέρ της κτηματικής ομάδος. Ως προς την διαδικασίαν εν γένει της απαλλοτριώσεως εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του νόμου [Ν] 3951/1911, ως ούτος τροποποιήθηκε δια μεταγενεστέρων διατάξεων, η δε καταβλητέα σχετική αποζημίωσις υπολογίζεται κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 37. Η αποζημίωσις του κατά την παράγραφο 1 εδάφιο γ' αφαιρεθέντος ποσοστού, ως προς την οποίαν ισχύουν αναλόγως οι σχετικές διατάξεις της παραγράφου 4, καταβάλλεται υπό της κτηματικής ομάδος εις τον ιδιοκτήτη του απαλλοτριωθέντος. Τα απαλλοτριωθέντα ακίνητα διατίθενται υπό της κτηματικής ομάδος καθ' ον τρόπον και υφ' ους όρους θέλει κανονίζει εκάστοτε υπουργική απόφασις.

 

10. (πρώην 8) Εν περιπτώσει επειγούσης ανάγκης κατά την εφαρμογήν του παρόντος άρθρου, εν τη διαδικασία προς προσωρινό καθορισμό υπό του προέδρου των πρωτοδικών των αποζημιώσεων και των ωφελειών αποκλείεται η κατά το άρθρο 635 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας παραπομπή εις το πρωτοδικείον, ο δε πρόεδρος των πρωτοδικών οφείλει να εκδίδει την σχετική απόφασή του εντός δέκα πέντε ημερών από της εις τούτον υποβολής αντιγράφου της κεκυρωμένης πράξεως τακτοποιήσεως και προσκυρώσεως, ην πάντως δέον να συνοδεύουν τα κατά την παράγραφο 4 του προηγουμένου άρθρου στοιχεία, αποκλειομένων των μαρτύρων αποδείξεων και της πραγματογνωμοσύνης. Το επείγον της ανάγκης αναγνωρίζει ο επί της Συγκοινωνίας υπουργός δια της προς σύστασιν της κτηματικής ομάδος εκδιδομένης αποφάσεώς του, δι' ης ορίζει και την εφαρμογήν της άνω διαδικασίας. Εν τη περιπτώσει ταύτη η κτηματική ομάς δικαιούται να καταβάλει τις υπό του προέδρου των πρωτοδικών αποζημιώσεις που θα κανονιστούν εις τοκοφόρους ομολογίας (κτηματόγραφα) επί ετήσιο τόκο εξ επί τοις εκατόν. Τα της εκδόσεως και εξοφλήσεως των ανωτέρω ομολογιών και των επί τούτων επιτρεπομένων συναλλαγών κανονίζονται εις εκάστην περίπτωσιν δια βασιλικού διατάγματος. Κατά την περίπτωσιν της παρούσης παραγράφου ισχύει το τελευταίον εδάφιον της παραγράφου 5 του άρθρου 34.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο μόνο του αναγκαστικού νόμου 2486/1940 (ΦΕΚ 243/Α/1940).

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.