Νόμος 4305/14 - Άρθρο 51

Άρθρο 51: Ρύθμιση οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Για οφειλέτες με βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες οφειλές στη Φορολογική Διοίκηση, έως την 01-10-2014, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (εφεξής ΚΦΔ) και τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (εφεξής ΚΕΔΕ), δύναται να διενεργείται ρύθμιση τμηματικής καταβολής, με απαλλαγή κατά ποσοστό από τις προσαυξήσεις, τους τόκους και τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, ως ακολούθως:

 

α) Εφάπαξ, με απαλλαγή κατά ποσοστό 100%.

β) Έως 12 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 90%.

γ) Έως 24 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 80%.

δ) Έως 36 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 70%.

ε) Έως 48 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 60%.

στ) Έως 60 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 50%.

ζ) Έως 72 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 30%.

η) Έως 100 μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό 20%.

 

2. Στη ρύθμιση της προηγούμενης παραγράφου δύνανται να υπαχθούν κύριες ληξιπρόθεσμες οφειλές φυσικών ή νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων έως 1.000.000 €, κατόπιν αίτησης, η οποία υποβάλλεται στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Μαρτίου 2015. Οι οφειλέτες του προηγούμενου εδαφίου προκειμένου να υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, πρέπει να έχουν υποβάλει τις προβλεπόμενες από το νόμο φορολογικές δηλώσεις, καθώς και να είναι φορολογικά ενήμεροι καθ' όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.

 

3. Εξαιρετικά, για την υπαγωγή στην περίπτωση η' της παραγράφου 1, το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 15.000 €.

 

4. Μετά την υπαγωγή, και υπό την προϋπόθεση της τήρησης του προγράμματος τμηματικής καταβολής, δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα των άρθρων 57 και 59 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας και του άρθρου 6 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.

 

5. Οι οφειλές που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος άρθρου, αντί των κατά Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και κατά Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας τόκων, προσαυξήσεων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής, από την υπαγωγή σε ρύθμιση, επιβαρύνονται με τόκο που ανέρχεται σε 4,56% ετησίως.

 

6. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 50 €.

 

7. Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων έως την 01-10-2014 οφειλών που δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή διευκόλυνση ή άλλη νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής. Επίσης, δύνανται να υπαχθούν μετά από επιλογή του οφειλέτη και βεβαιωμένες έως και την 01-10-2014 οφειλές που κατά την ημερομηνία της αίτησης:

 

α) τελούν σε αναστολή, διοικητική ή δικαστική ή εκ του νόμου ή

β) δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες ή

β) έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 7 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 92 του νόμου 4307/2014 (ΦΕΚ 246/Α/2014).

 

8. Όσοι κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της νέας αρχής της υποπαραγράφου Α.1 της παραγράφου Α του νόμου 4152/2013 (ΦΕΚ 107/Α/2013) και τηρούν τους όρους της ρύθμισης αυτής, υπόκεινται αναδρομικά, από 01-01-2013, σε επιτόκιο ύψους 4,56% και τυγχάνουν αναδρομικά, από την ένταξή τους στη ρύθμιση των εκπτώσεων επί των προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής του παρόντος, δικαιούμενοι να επιλέξουν να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση.

 

Όσοι κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της νέας αρχής της υποπαραγράφου Α.1 της παραγράφου Α του νόμου 4152/2013 και τηρούν τους όρους της ρύθμισης αυτής, δικαιούνται να διατηρήσουν τη ρύθμιση της υποπαραγράφου Α.1 της παραγράφου Α του νόμου 4152/2013 και πέραν των οριζομένων στο προηγούμενο εδάφιο έχουν ως πρόσθετο ευεργέτημα τη μείωση κατά ποσοστό 20% των προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής αναδρομικά από την ημερομηνία ένταξής τους στη ρύθμιση.

 

Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, η οποία εκδίδεται εντός προθεσμίας 1 μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

 

9. Η ρύθμιση χορηγείται ανά οφειλέτη και αφορά και τις οφειλές για τις οποίες αυτός ευθύνεται αλληλεγγύως. Πρόσωπα που ευθύνονται αλληλεγγύως για την καταβολή μέρους της οφειλής δικαιούνται να ρυθμίσουν το εν λόγω μέρος.

 

10. Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει, σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης, να εξοφλήσει εφάπαξ τις υπόλοιπες δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται με την εξόφληση, σύμφωνα με την παράγραφο 1.

 

11. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή δόσης, καθώς και η μη εξόφληση από τον οφειλέτη των νέων, μετά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος νόμου, οφειλών του, εντός της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους, έχει ως συνέπειες:

 

α) Την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης,

 

β) την υποχρέωση άμεσης καταβολής του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία βεβαίωσης, συνυπολογιζομένων των προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής, τα οποία αναβιώνουν αναδρομικά και

 

γ) την άμεση επιδίωξη της είσπραξής της με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα.

 

Οι συνέπειες του προηγούμενου εδαφίου δεν επέρχονται εάν ο οφειλέτης, μετά την πάροδο εξαμήνου από την ένταξη σε ρύθμιση και την πλήρωση των όρων αυτής:

 

α) Δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα μέχρι 2 δόσεις ανά έτος προγράμματος ρύθμισης ή

 

β) δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα 1 δόση της ρύθμισης ανά έτος προγράμματος ρύθμισης για χρονικό διάστημα μέχρι 2 μήνες.

 

Για τις ως άνω περιπτώσεις α' και β' η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση 2%.

 

γ) Εάν, κατ' εξαίρεση και όχι πέραν της 31-12-2017, οι νέες οφειλές εξοφληθούν εντός αποκλειστικής προθεσμίας από την ημερομηνία που αυτές καθίστανται ληξιπρόθεσμες. Η προθεσμία αυτή ορίζεται σε 30 ημέρες μέχρι τις 30-06-2016 και σε 15 ημέρες από την 01-07-2016 μέχρι τις 31-12-2017. Επιπλέον, από την 01-01-2017 μέχρι τις 31-12-2017, η ρύθμιση απόλλυται σε περίπτωση καθυστέρησης εξόφλησης νέων οφειλών, εάν δεν έχει παρέλθει εξάμηνο από την προηγούμενη καθυστέρηση εξόφλησης.

 

Η ρύθμιση δεν απόλλυται, εάν οι νέες οφειλές τελούν σε αναστολή είσπραξης ή υπάγονται σε ρύθμιση μετά από αίτηση του οφειλέτη που υποβάλλεται πριν τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους. Εάν το συνολικό ύψος των οφειλών, νέων και εντός ρύθμισης, υπερβαίνει τις 50.000 ευρώ, η ρύθμιση των νέων οφειλών χορηγείται μόνον εφόσον ο οφειλέτης επικαλείται και αποδεικνύει ότι αντιμετωπίζει οικονομική αδυναμία για την καταβολή τους μέσα στη νόμιμη προθεσμία.

 

Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, η οποία εκδίδεται μέχρι τις 31-12-2015, ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας περίπτωσης.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 11 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 4 του νόμου 4346/2015 (ΦΕΚ 152/Α/2015).

 

12. Σε περιπτώσεις απώλειας της ρύθμισης για λόγους ανωτέρας βίας, ο οφειλέτης δύναται εντός 2 μηνών από την απώλεια αυτής να υποβάλει άπαξ αίτηση επανένταξής του στη ρύθμιση με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και για τον εναπομείναντα αριθμό δόσεων αυτής. Το αίτημα επανένταξης υποβάλλεται εγγράφως και περιέχει τα στοιχεία που θεμελιώνουν την ανωτέρα βία. Η Φορολογική Διοίκηση αποφαίνεται επί του αιτήματος εντός 15 εργασίμων ημερών από την υποβολή της αίτησης. Εάν η Φορολογική Διοίκηση δεν αποφανθεί εντός του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, το αίτημα θεωρείται ότι έχει απορριφθεί.

 

13. Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:

 

α) χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας και βεβαίωση οφειλής από τη Φορολογική Διοίκηση, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 12 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας,

 

β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του νόμου 1882/1990 (ΦΕΚ 43/Α/1990) ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται.

 

Αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα,

 

γ) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Οι ήδη επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτων αίρονται μετά από αίτηση του οφειλέτη, αφού εξοφληθεί το 50% της αρχικής βασικής ρυθμιζόμενης οφειλής.

 

Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να εξετάζει αίτημα περιορισμού κατασχέσεων εις χείρας τρίτων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 30 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων,

 

δ) αναστέλλεται η εκτέλεση του μέτρου του άρθρου 7 του νόμου [Ν] 2120/1993 (ΦΕΚ 24/Α/1993), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 22 παράγραφος 3 του νόμου 2523/1997 (ΦΕΚ 179/Α/1997).

 

14. Η Φορολογική Διοίκηση προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι την κάλυψη του ποσού που αντιστοιχεί στο 1/7 των εναπομεινασών δόσεων, κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε.

 

15. Η Φορολογική Διοίκηση διατηρεί το δικαίωμα και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε:

 

α) να εγγράφει υποθήκη σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,

 

β) να μην χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ' αυτού, στα πρόσωπα της περίπτωσης α', ακόμη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτού, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,

 

γ) να παρακρατεί μέρος της χρηματικής απαίτησης του οφειλέτη κατά τρίτων προσώπων για την είσπραξη της οποίας ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας και μέχρι την κάλυψη του 1/7 της υπολειπόμενης ρυθμισμένης οφειλής,

 

δ) Να μειώνει τη διάρκεια της ήδη χορηγηθείσας ρύθμισης εάν ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα σύμφωνα με τα οικονομικά του δεδομένα να πληρώνει την οφειλή του σε λιγότερες δόσεις από τις αρχικά χορηγηθείσες, οποτεδήποτε καθ' όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 15 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 14 της υποπαραγράφου Δ.1 του άρθρου 2 του νόμου 4336/2015 (ΦΕΚ 94/Α/2015).

 

16. Τα ποσά που εισπράττονται από παρακράτηση λόγω της χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας ή κατόπιν αυτεπάγγελτου συμψηφισμού, καλύπτουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά. Ομοίως, τα αποδιδόμενα ποσά από πράξεις εκτέλεσης, λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται σε άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί ή πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.

 

17. Η παραγραφή των οφειλών, για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση ανεξαρτήτως καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει 1 έτος από τη λήξη του έτους της τελευταίας δόσης αυτής.

 

18. Αρμόδιος για την απόφαση υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος άρθρου είναι ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων, ο οποίος δύναται με απόφασή του να μεταβιβάζει την αρμοδιότητα αυτή σε άλλα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης.

 

19. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται:

 

α) η διαδικασία υπαγωγής στις ανωτέρω διατάξεις και μέσω της διαδικτυακής εφαρμογής της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων,

β) η ημερομηνία και ο τρόπος καταβολής των δόσεων και

γ) κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

 

20. Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος δεν επιτρέπεται η χορήγηση ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής κατά τις διατάξεις της υποπαραγράφου Α1 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του νόμου 4152/2013 (ΦΕΚ 107/Α/2013), για τους οφειλέτες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.