Νόμος 3746/09 - Άρθρο 69

Άρθρο 69: Καλυμμένες ομολογίες


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 91 του νόμου [Ν] 3601/2007 (ΦΕΚ 178/Α/2007) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Τα καθήκοντα εκπροσώπου των ομολογιούχων ασκεί θεματοφύλακας (trustee) που δύναται να είναι πιστωτικό ίδρυμα ή συνδεδεμένη εταιρεία πιστωτικού ιδρύματος, κατά την έννοια του άρθρου 42Ε παράγραφος 5 του κανονιστικού νόμου [Ν] 2190/1920 ή του άρθρου 1 της Οδηγίας [ΕΟΚ] 1983/394/ΕΟΚ, που παρέχει νομίμως υπηρεσίες στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.}

 

2. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 91 του νόμου [Ν] 3601/2007 προστίθενται εδάφια ως εξής:

 

{Με το πρόγραμμα δύναται να ορίζεται η εξασφάλιση από το ίδιο νόμιμο ενέχυρο ομολογιούχων ή και άλλων δανειστών οι απαιτήσεις των οποίων συνδέονται με ομολογίες διαφορετικής έκδοσης ή σειράς, καθώς και κάθε σχετικό ζήτημα όπως ενδεικτικώς η μεταξύ τους σχέση, ο τρόπος και η προτεραιότητα ικανοποίησης και ο τρόπος οργάνωσής τους σε ομάδα και εκπροσώπησής τους κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων 3 και 4 του νόμου 3156/2003, εφόσον δεν επιλεγεί σχετικώς η εφαρμογή αλλοδαπού δικαίου. Ο διορισμός περισσότερων θεματοφυλάκων κοινών ή ανά σειρά ή έκδοση δεν αποκλείεται.}

 

3. Η παράγραφος 9 του άρθρου 91 του νόμου [Ν] 3601/2007 (ΦΕΚ 178/Α/2007) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{9. Με το πρόγραμμα του ομολογιακού δανείου μπορεί να ορίζεται ότι είτε εξ αρχής είτε αν επέλθουν ορισμένα γεγονότα, όπως ενδεικτικά έναρξη διαδικασιών αφερεγγυότητας σε σχέση με τον εκδότη, ο θεματοφύλακας θα δύναται να αναθέτει ή να αναλαμβάνει την είσπραξη και εν γένει διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων που συνιστούν το κάλυμμα των ομολογιών κατ' ανάλογη εφαρμογή των παραγράφων 14 έως και 16 του άρθρου 10 του νόμου 3156/2003 (ΦΕΚ 157/Α/2003).

 

Ο θεματοφύλακας θα δύναται επίσης, κατά τους όρους του προγράμματος και τους όρους της σχέσης που τον συνδέει με τους ομολογιούχους, να πωλεί και μεταβιβάζει τα περιουσιακά στοιχεία του καλύμματος είτε κατ' ανάλογη εφαρμογή των άρθρων 10 και 14 του νόμου 3156/2003 περί τιτλοποίησης απαιτήσεων είτε κατά τις γενικές διατάξεις και να χρησιμοποιεί το καθαρό προϊόν της πώλησης σε εξόφληση των εξασφαλισμένων με το νόμιμο ενέχυρο απαιτήσεων, κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 1239 και 1254 του Αστικού Κώδικα και κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου και κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του άρθρου 10 του νόμου 3156/2003 δεν απαιτείται ο μεταβιβάζων να έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα.

 

Σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εκδότη η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να ορίσει διαχειριστή, ανεξάρτητα από τις εξουσίες που τυχόν αναθέτει σε Επίτροπο ή Εκκαθαριστή με βάση τα ανωτέρω άρθρα 63 και 68 του παρόντος, αν δεν το πράξει ο θεματοφύλακας. Τα ποσά που προκύπτουν από την είσπραξη των απαιτήσεων που συγκαταλέγονται στο νόμιμο ενέχυρο και τη ρευστοποίηση των λοιπών περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται σε αυτό διατίθενται για την εξόφληση των ομολογιών και των λοιπών εξασφαλιζόμενων με το νόμιμο ενέχυρο απαιτήσεων σύμφωνα με τους όρους του ομολογιακού δανείου.

 

Οι διατάξεις των παραγράφων 20 έως 22 του άρθρου 10 του νόμου 3156/2003 εφαρμόζονται αναλόγως για την πώληση, τη μεταβίβαση, την είσπραξη και εν γένει διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων που συνιστούν το κάλυμμα.}

 

4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 10 του άρθρου 91 του νόμου [Ν] 3601/2007 (ΦΕΚ 178/Α/2007) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Με καλυμμένες ομολογίες δύνανται να εξομοιώνονται οι ομολογίες που εκδίδονται από νομικό πρόσωπο ειδικού σκοπού, που εδρεύει είτε στην Ελλάδα είτε σε άλλο κράτος - μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, και που αποκτά απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις κάθε φύσεως από πιστωτικό ίδρυμα που εδρεύει στην Ελλάδα σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 και 14 του νόμου 3156/2003 (ΦΕΚ 157/Α/2003) περί τιτλοποίησης, εφόσον το πιστωτικό ίδρυμα εγγυάται ευθυνόμενο ανεκκλήτως, άνευ όρων, σε πρώτη ζήτηση και αυτοτελώς ως αυτοφειλέτης, χωρίς ποσοτικό, χρονικό ή άλλου είδους περιορισμό, για το σύνολο των απαιτήσεων των ομολογιούχων και άλλων δανειστών, οι απαιτήσεις των οποίων συνδέονται με την έκδοση των ομολογιών.}

 

5. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 10 του άρθρου 91 του νόμου [Ν] 3601/2007 (ΦΕΚ 178/Α/2007) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Οι λοιπές παράγραφοι του παρόντος άρθρου ισχύουν αναλόγως και στην περίπτωση αυτή.}

 

6. Η παράγραφος 11 του άρθρου 91 του νόμου [Ν] 3601/2007 (ΦΕΚ 178/Α/2007) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{11. Οι καλυμμένες ομολογίες δύνανται να εισάγονται σε οργανωμένη αγορά κατά την έννοια της παραγράφου 10 του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 3606/2007 (ΦΕΚ 195/Α/2007) και της παραγράφου 14 του άρθρου 4 της Οδηγίας [ΕΟΚ] 2004/39/ΕΚ, καθώς και να διατίθενται με δημόσια προσφορά, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις.}

 

7. Στο άρθρο 91 του νόμου [Ν] 3601/2007 (ΦΕΚ 178/Α/2007) η υφιστάμενη παράγραφος 13 αναριθμείται σε 14 και προστίθεται νέα παράγραφος 13 ως εξής:

 

{13. Τα πιστωτικά ιδρύματα δύνανται να εκδίδουν καλυμμένες ομολογίες σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της παρούσας παραγράφου, του άρθρου 14 του νόμου 3156/2003 και με ανάλογη εφαρμογή των λοιπών διατάξεων του παρόντος άρθρου.

 

Οι καλυμμένες ομολογίες της παρούσας παραγράφου εξασφαλίζονται με εγγύηση που παρέχεται από νομικό πρόσωπο ειδικού σκοπού με έδρα στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος - μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, το οποίο ευθύνεται ανεκκλήτως, άνευ όρων, σε πρώτη ζήτηση και αυτοτελώς ως αυτοφειλέτης, χωρίς ποσοτικό, χρονικό ή άλλου είδους περιορισμό, για το σύνολο των απαιτήσεων των ομολογιούχων και άλλων δανειστών, οι απαιτήσεις των οποίων συνδέονται με την έκδοση των ομολογιών.

 

Ο εγγυητής των καλυμμένων ομολογιών έχει ως αποκλειστικό σκοπό την απόκτηση απαιτήσεων και κινητών αξιών που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, καθώς και την παροχή της εγγύησης προς εξασφάλιση των πάσης φύσεως απαιτήσεων σύμφωνα με τους όρους του προγράμματος των καλυμμένων ομολογιών.

 

Η απόκτηση των πάσης φύσεως απαιτήσεων και των κινητών αξιών, η οποία γίνεται λόγω πωλήσεως, η εν γένει διαχείριση των πάσης φύσεως απαιτήσεων και των κινητών αξιών και η είσπραξη των απαιτήσεων του νομικού προσώπου ειδικού σκοπού διέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 2 εδάφια α' και β' και 6 έως 17 και 20 έως 22 του άρθρου 10 του νόμου 3156/2003 (ΦΕΚ 157/Α/2003), οι οποίες εφαρμόζονται αναλογικά.

 

Αν το νομικό πρόσωπο ειδικού σκοπού του προηγούμενου εδαφίου εδρεύει στην Ελλάδα πρέπει να είναι ανώνυμη εταιρεία διεπόμενη από τις διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 10 του νόμου 3156/2003 (ΦΕΚ 157/Α/2003).

 

Οι πάσης φύσεως απαιτήσεις, που απορρέουν από την εγγύηση των καλυμμένων ομολογιών, εξασφαλίζονται με νόμιμο ενέχυρο, το οποίο συνιστάται επί του συνόλου των απαιτήσεων που αποκτά ο εγγυητής των καλυμμένων ομολογιών. Οι απαιτήσεις επί των οποίων υπάρχει το νόμιμο ενέχυρο αποτελούν το κάλυμμα των καλυμμένων ομολογιών. Η σύσταση και η λειτουργία του νομίμου ενεχύρου διέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 18 και 19 του άρθρου 10 του νόμου 3156/2003 (ΦΕΚ 157/Α/2003). Στο κάλυμμα δύνανται να περιλαμβάνονται επίσης και περιουσιακά στοιχεία διεπόμενα από ξένο δίκαιο κατά τους όρους του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 4 του παρόντος.}

 

8. Η παράγραφος 13 του άρθρου 91 του νόμου [Ν] 3601/2007 αντικαθίσταται.

 

9. Α. Οι τόκοι, οι οποίοι προκύπτουν από καλυμμένες ομολογίες που εκδόθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 91 του νόμου [Ν] 3601/2007 (ΦΕΚ 178/Α/2007) ή εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 152 του νόμου [Ν] 4261/2014 (ΦΕΚ 107/Α/2014), έχουν την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με τους τόκους που προκύπτουν από τις ομολογίες τις οποίες εκδίδει το Ελληνικό Δημόσιο. Στην περίπτωση αυτή υπόχρεος για την παρακράτηση φόρου είναι ο φορέας πληρωμής που προβαίνει στις καταβολές των τόκων και δεν υποχρεούται σε παρακράτηση ο εκδότης των ομολόγων.

 

Β. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν για τόκους που προκύπτουν από τη δημοσίευση του παρόντος και μετά.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 9 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 52 του νόμου 4646/2019 (ΦΕΚ 201/Α/2019).

 

10. Η τοποθέτηση διαθεσίμων του Ελληνικού Δημοσίου, μετά από εξατομικευμένη πρόσκληση, σε πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί νομίμως στην Ελλάδα επιτρέπεται μόνο εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

α) το συμφωνούμενο επιτόκιο είναι ανώτερο του μεσοσταθμικού επιτοκίου που διαμορφώνεται εκάστοτε από το Ευρωσύστημα,

 

β) το κατατιθέμενο ποσό δεν υπερβαίνει ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των διαθεσίμων κατά την ημέρα της συναλλαγής,

 

γ) το συμβατικό διάστημα τοποθέτησης δεν υπερβαίνει τους δύο μήνες. Οι ανωτέρω ρυθμίσεις ισχύουν από 15-09-2008.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.