Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Οι διατάξεις του νόμου [Ν] 1809/1988 (ΦΕΚ 222/Α/1988) τροποποιούνται, αντικαθίστανται και συμπληρώνονται κατά περίπτωση, ως εξής:
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής:
{1. Οι επιτηδευματίες που πωλούν αγαθά λιανικώς ή κυρίως λιανικώς ή παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό και τηρούν βιβλία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (προεδρικό διάταγμα 186/1992 (ΦΕΚ 84/Α/1992)) υποχρεούνται να χρησιμοποιούν φορολογικές ταμειακές μηχανές για την έκδοση των αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών και παροχής υπηρεσιών. Την υποχρέωση αυτή έχουν και οι κυρίως χονδροπωλητές επιτηδευματίες, όταν οι λιανικές τους πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών διενεργούνται κατά σύστημα και όχι περιστασιακά, ανεξάρτητα από το ποσοστό των πωλήσεων αυτών επί του συνόλου των ετήσιων πωλήσεων τους. Με απόφαση του προϊσταμένου της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας της έδρας του επιτηδευματία του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να απαλλαγεί ο επιτηδευματίας αυτός από την υποχρέωση χρησιμοποίησης φορολογικής ταμειακής μηχανής, για την έκδοση των αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, εφόσον συντρέχουν ειδικοί λόγοι για την απαλλαγή αυτή. Οι ιδιότητες και τα τεχνικά χαρακτηριστικά των φορολογικών ταμειακών μηχανών και τα στοιχεία που πρέπει να περιέχονται στις εκδιδόμενες από αυτές αποδείξεις ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι επιτηδευματίες αυτοί, αντί να χρησιμοποιούν φορολογικές ταμειακές μηχανές, μπορούν να εκδίδουν θεωρημένες διπλότυπες αποδείξεις λιανικής πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών με τρόπο μηχανογραφικό, στις οποίες όμως πρέπει να αναγράφονται τα στοιχεία των αποδείξεων των φορολογικών ταμειακών μηχανών. Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται η έκδοση χειρόγραφων θεωρημένων διπλότυπων αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, σε ειδικές μόνο περιπτώσεις, για συναλλαγές που πραγματοποιεί ο επιτηδευματίας εκτός του κεντρικού καταστήματος ή του υποκαταστήματος του.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής του άρθρου 7 του νόμου αυτού, μπορεί να επιτρέπεται η χρησιμοποίηση ταμειακών συστημάτων δικτύου ηλεκτρονικών υπολογιστών - ταμειακών μηχανών, αντί της χρησιμοποίησης εγκεκριμένων φορολογικών ταμειακών μηχανών, για την έκδοση των αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών και παροχής υπηρεσιών.}
2. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 1 καταργείται.
3. Η παράγραφος 5 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής:
{5. Οι επιτηδευματίες του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (προεδρικό διάταγμα 186/1992 (ΦΕΚ 84/Α/1992)), που εκδίδουν τα στοιχεία του Κώδικα αυτού με μηχανογραφικό τρόπο, μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή υποχρεούνται για τη διασφάλιση των ηλεκτρονικών δεδομένων αυτών στη χρήση ειδικών ηλεκτρονικών ασφαλών διατάξεων σήμανσης του νόμου αυτού. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται προαιρετικά και για τα βιβλία του Κώδικα αυτού που τηρούνται με μηχανογραφικό τρόπο.}
4. Η παράγραφος 6 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής:
{6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και οι ιδιότητες, τα τεχνικά χαρακτηριστικά των ειδικών ηλεκτρονικών ασφαλών διατάξεων σήμανσης ή άλλου τρόπου διασφάλισης των ηλεκτρονικών δεδομένων των βιβλίων και των στοιχείων, το περιεχόμενο αυτών, ο χρόνος, ο τρόπος τήρησης ή έκδοσης, διαφύλαξης και αποθήκευσης τους, καθώς και τα βιβλία ή τα στοιχεία που εξαιρούνται.}
5. Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής:
{1. Οι φορολογικοί μηχανισμοί και τα ταμειακά συστήματα του προηγούμενου άρθρου, για να χρησιμοποιηθούν στην τήρηση βιβλίων ή την έκδοση των στοιχείων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 5 του άρθρου αυτού από επιτηδευματίες που υπόκεινται στις διατάξεις του νόμου αυτού, πρέπει να είναι εφοδιασμένα με άδεια καταλληλότητας. Την άδεια αυτή χορηγεί η Επιτροπή του άρθρου 7 μετά από αίτηση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης και έχει ισχύ για τέσσερα (4) έτη από την ημερομηνία χορηγήσεως της. Προϋπόθεση για την εξέταση των υποβαλλόμενων από 01-06-2006 αιτήσεων αποτελεί η καταβολή παραβόλου υπέρ του Δημοσίου το οποίο ανέρχεται σε δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ για κάθε αίτηση. Για τη χορήγηση της άδειας καταλληλότητας η Επιτροπή εκτιμά ιδίως: α) αν το δείγμα του φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος, το οποίο υποχρεούται να προσκομίσει ο ενδιαφερόμενος πριν από την εξέταση της αίτησης του, ανταποκρίνεται στις ιδιότητες και τα τεχνικά χαρακτηριστικά που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, β) αν η επιχείρηση που αιτείται την άδεια καταλληλότητας διαθέτει στην Ελλάδα άρτιο δίκτυο επισκευής και συντήρησης, το απαραίτητο επιστημονικό προσωπικό και εξασφαλίζει τα αναγκαία αποθέματα ανταλλακτικών και εξαρτημάτων στην Ελλάδα, γ) αν η επιχείρηση που αιτείται την άδεια καταλληλότητας είναι φερέγγυα και αν η οικονομική της συγκρότηση, εγγυάται την ομαλή πορεία της, δ) αν είναι δυνατός ο έλεγχος και η παρακολούθηση από την Επιτροπή ότι οι φορολογικοί μηχανισμοί ή τα συστήματα προ της διάθεσης τους στην αγορά συμφωνούν με το δείγμα. Η Επιτροπή δικαιούται να εξετάσει και κάθε άλλο στοιχείο που είναι απαραίτητο για τη διαμόρφωση τελικής γνώμης, καθώς και να επανεξετάζει, μετά τη χορήγηση της άδειας καταλληλότητας, αν εξακολουθούν να τηρούνται, σε κάθε περίπτωση οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τις πιο πάνω περιπτώσεις β', γ' και δ'. Η ενδιαφερόμενη επιχείρηση που αιτείται χορήγηση άδειας καταλληλότητας υποχρεούται να προσκομίσει στην Επιτροπή κάθε στοιχείο που θα ζητηθεί από αυτήν.}
6. Η παράγραφος 3 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής:
{3. Η επιχείρηση που λαμβάνει άδεια καταλληλότητας για συγκεκριμένο μοντέλο φορολογικής ταμειακής μηχανής ή συστήματος, υποχρεούται να διαφυλάσσει το εγκεκριμένο δείγμα για δεκαπέντε (15) τουλάχιστον έτη από τη λήξη του έτους που για τελευταία φορά διατέθηκε στην αγορά ο συγκεκριμένος τύπος και να το θέτει άμεσα στη διάθεση των φορολογικών αρχών και της Επιτροπής του άρθρου 7.
Το δείγμα αυτό ασφαλίζεται και απαγορεύεται οποιαδήποτε επέμβαση σε αυτό. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται ο τρόπος ασφάλισης και αποθήκευσης του δείγματος και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.}
7. Το άρθρο 3 αντικαθίσταται ως εξής:
{Άρθρο 3
1. Οι επιχειρήσεις, που αιτούνται και λαμβάνουν άδεια καταλληλότητας ή τους ανατίθεται από την Επιτροπή η τεχνική υποστήριξη φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, για την εξασφάλιση της ομαλής συντήρησης και έγκαιρης αποκατάστασης των βλαβών των μηχανών των χρηστών, πρέπει να διατηρούν στην Ελλάδα επαρκή αποθέματα ανταλλακτικών και εξαρτημάτων, απαραίτητο εργαστηριακό εξοπλισμό και άρτια οργανωμένο και καταρτισμένο δίκτυο από πιστοποιημένους, εξειδικευμένους και κατάλληλα εκπαιδευμένους τεχνικούς. Για το σκοπό αυτόν, οι ανωτέρω επιχειρήσεις συντάσσουν και υποβάλουν στην αρμόδια Διεύθυνση Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, περιοδικές καταστάσεις σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή, των στοιχείων των εξουσιοδοτημένων από αυτές τεχνικών, καθώς επίσης εκδίδουν και υποβάλουν προς θεώρηση στην ίδια Διεύθυνση, ειδικές ταυτότητες πιστοποίησης των τεχνικών αυτών. Προϋπόθεση για την έγκυρη υποβολή των καταστάσεων και τη θεώρηση των ταυτοτήτων που υποβάλλονται από 01-01-2007, αποτελεί η καταβολή παραβόλου υπέρ του Δημοσίου, το οποίο ανέρχεται σε είκοσι πέντε (25) ευρώ για κάθε τεχνικό που εξουσιοδοτείται από την επιχείρηση η οποία κατέχει άδεια καταλληλότητας εγκεκριμένων μοντέλων ή επιχείρηση στην οποία έχει ανατεθεί η τεχνική υποστήριξη από την Επιτροπή.
2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου αυτού. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τα απαιτούμενα ουσιαστικά και τυπικά προσόντα των τεχνικών, καθώς και θέματα σχετικά με την εκπαίδευση των τεχνικών και των χρηστών στους φορολογικούς ηλεκτρονικούς μηχανισμούς.}
8. Το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 αντικαθίστανται ως εξής:
{1.0 πωλητής φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών και συστημάτων εκδίδει το δελτίο αποστολής ή το τιμολόγιο - δελτίο αποστολής σε δύο επιπλέον αντίτυπα με την ένδειξη για τη Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας του αγοραστή, από τα οποία το ένα υποχρεούται να παραδώσει στη Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας αυτή μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την ημερομηνία έκδοσης του, επισυνάπτοντας φωτοαντίγραφο του δελτίου ημερήσιας κίνησης Ζ, εγκατάστασης - έναρξης λειτουργίας του φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού. Το άλλο αντίτυπο παραδίδεται στον αγοραστή, ο οποίος υποχρεούται να το παραδώσει στη Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας της έδρας του μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από τη λήψη του μαζί με τη δήλωση της παραγράφου 2.}
9. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής:
{2. Ο αγοραστής ή χρήστης ή κάτοχος υποχρεούται να υποβάλλει στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία της έδρας που υπάγεται, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του νόμου 1599/1986, στην οποία αναγράφονται ο τρόπος και η ημερομηνία απόκτησης, τα στοιχεία του οικείου παραστατικού, καθώς και ο ακριβής τόπος (διεύθυνση της έδρας, υποκαταστήματος ή άλλου χώρου), στον οποίο πρόκειται να εγκαταστήσει και να λειτουργήσει τη συγκεκριμένη μηχανή.}
10. Στο άρθρο 4 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
{5. Σε κάθε περίπτωση απώλειας βιβλιαρίου συντήρησης και επισκευών, εκδίδεται νέο βιβλιάριο, το οποίο θεωρείται στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία και στο οποίο αναγράφεται η ένδειξη Σε αντικατάσταση}
11. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 5 αντικαθίσταται και στο τέλος της παραγράφου 1 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
{Επίσης οφείλει να μεριμνά για την ενημέρωση του βιβλιαρίου με ό,τι έχει σχέση με τη μηχανή, όπως συγκεντρωτικά δεδομένα φορολογικής μνήμης, συντηρήσεις, επισκευές, καθώς και να καλεί αμέσως για αποκατάσταση τυχόν βλάβης της μηχανής.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των υποχρεώσεων αυτών.
Το βιβλιάριο συντήρησης και επισκευών, το οποίο συνοδεύει πάντοτε το φορολογικό ηλεκτρονικό μηχανισμό επιδεικνύεται άμεσα σε κάθε απαίτηση φορολογικών ελέγχων.}
12. Η παράγραφος 2 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής:
{2. Ο συντηρητής ή επισκευαστής υποχρεούται να καταχωρεί στο Βιβλιάριο Συντήρησης και Επισκευών του φορολογικού μηχανισμού κάθε τεχνική διάγνωση, επέμβαση, επισκευή ή συντήρηση του, υπογράφοντας και θέτοντας τη σφραγίδα του.
Αν διαπιστώσει ότι ο μηχανισμός δεν διαθέτει πλέον τη δυνατότητα και τα χαρακτηριστικά που εξασφαλίζουν την αξιοπιστία του, λόγω βλάβης ή άλλης αιτίας, υποχρεούται να γνωστοποιήσει τούτο άμεσα και εγγράφως στην αρμόδια για τη φορολογία του χρήστη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία, καθώς και στην αρμόδια Διεύθυνση Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.}
13. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:
{1. Η σφράγιση της κεφαλής της βίδας, που συνδέει το περίβλημα με τη βάση της μηχανής, με τον τρόπο που αναφέρεται στις τεχνικές προδιαγραφές, γίνεται από την επιχείρηση που έχει λάβει την άδεια καταλληλότητας σε χώρο εγκατάστασης της επιχείρησης, προ της διαθέσεως τους στην αγορά και ελέγχεται από εξουσιοδοτημένο φοροτεχνικό υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.}
14. Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής:
{1. Συνιστάται στη Διεύθυνση Βιβλίων και Στοιχείων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών επταμελής Επιτροπή από υπαλλήλους της Διεύθυνσης αυτής και ειδικούς τεχνικούς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, για τον έλεγχο των ιδιοτήτων και των τεχνικών χαρακτηριστικών των φορολογικών μηχανισμών και για τη χορήγηση άδειας καταλληλότητας για τη χρησιμοποίηση τους. Τα τρία μέλη της Επιτροπής, με τους αναπληρωτές τους, διορίζονται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών και τα υπόλοιπα τέσσερα μέλη ειδικοί τεχνικοί, με τους αναπληρωτές τους, προτείνονται, ανά ένας, από τα πρώτα τέσσερα σε δύναμη κόμματα της αντιπολίτευσης που εκπροσωπούνται στη Βουλή ή ανάλογα με τη δύναμη κάθε κόμματος της αντιπολίτευσης, σε περίπτωση που εκπροσωπούνται στη Βουλή λιγότερα από τέσσερα κόμματα. Σε περίπτωση που δεν προτείνονται τα πιο πάνω τέσσερα μέλη μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από τη σχετική πρόσκληση, αυτά διορίζονται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται τα μέλη, σύμφωνα με τα πιο πάνω, η διάρκεια της θητείας της Επιτροπής, η μηνιαία αποζημίωση των μελών της, η σχετική διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Με απόφαση της πιο πάνω Επιτροπής, δύναται να παρευρίσκονται στις συνεδριάσεις αυτής, εκπρόσωποι αναγνωρισμένων συλλογικών οργάνων που εκπροσωπούν επιχειρήσεις που έχουν λάβει άδεια καταλληλότητας εγκεκριμένων μοντέλων φορολογικών μηχανισμών ή επιχειρήσεις μεταπώλησης ή εξουσιοδοτημένων τεχνικών.
Οι απορριπτικές αποφάσεις της Επιτροπής πρέπει να είναι αιτιολογημένες και κοινοποιούνται στον ενδιαφερόμενο.}
15. Η παράγραφος 4 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής:
{4. Η απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 1, δεν μπορεί να εκδοθεί αν δεν έχει χορηγηθεί άδεια καταλληλότητας σε τέσσερις τουλάχιστον επιχειρήσεις, με τη διαδικασία της παραγράφου 1 του άρθρου 2.}
16. Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 8 καταργείται.
17. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής:
{Με τον ίδιο τρόπο αποσβέννυται και η δαπάνη για την αντικατάσταση μηχανικών αντλιών πετρελαίου πρατηρίων υγρών καυσίμων με κατάλληλες ψηφιακές, όταν αυτό είναι αναγκαίο για τη σύνδεση τους με φορολογικό μηχανισμό.}
18. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής:
{2. Οι επιτηδευματίες, οι οποίοι τηρούν βιβλία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, στις περιπτώσεις που τα καθαρά τους κέρδη προσδιορίζονται εξωλογιστικώς, δικαιούνται να εκπίπτουν από τα καθαρά τους κέρδη.}
19. Η παράγραφος 3 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής:
{3. Για όλες τις παραβάσεις εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού No 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) και συντελεστής βαρύτητας με αριθμητική τιμή που ορίζεται ως εξής:
α) Για τις επιχειρήσεις που έχουν λάβει, από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7, άδεια καταλληλότητας ή έγκριση μόνο τεχνικής υποστήριξης σε οκτώ (8).
Κατ' εξαίρεση, για τις πιο κάτω παραβάσεις ο συντελεστής βαρύτητας καθορίζεται ως εξής:
α.1. Σε περίπτωση άρνησης ή παρακώλυσης ή μη διευκόλυνσης, με οποιονδήποτε τρόπο, του ελέγχου της αξιοπιστίας των φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων σε τριάντα (30).
α.2. Σε περίπτωση μη διαφύλαξης του δείγματος για τον προβλεπόμενο χρόνο σε εξήντα (60).
α.3. Σε περίπτωση υποβολής ανακριβών στοιχείων στην Επιτροπή του άρθρου 7 για τη χορήγηση άδειας καταλληλότητας σε σαράντα (40).
β) Για τις επιχειρήσεις μεταπώλησης, τεχνικής υποστήριξης, καθώς και για τους τεχνικούς οι οποίοι έχουν εξουσιοδοτηθεί για την παροχή υπηρεσιών συντήρησης και επισκευής φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων σε τέσσερα (4).
γ) Για τους χρήστες ή κατόχους φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων σε ένα (1).
γ.1. Η έκδοση στοιχείων από εγκεκριμένο και μη δηλωμένο φορολογικό μηχανισμό ή σύστημα λογίζεται ως έκδοση αθεώρητων. Για την επιβολή του αντικειμενικού προστίμου θεωρείται αυτοτελής παράβαση, για την οποία εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 8 περίπτωση β' και 9 του άρθρου 5 του νόμου 2523/1997.
γ.2. Η έκδοση στοιχείων από μη εγκεκριμένο ή από εγκεκριμένο και παραβιασμένο ή παραποιημένο φορολογικό μηχανισμό ή σύστημα λογίζεται ως μη έκδοση αυτών. Πα την επιβολή του αντικειμενικού προστίμου θεωρείται αυτοτελής παράβαση, για την οποία εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 8 περίπτωση α' και 9 του άρθρου 5 του νόμου 2523/1997, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 10 περίπτωση α' του ίδιου άρθρου και νόμου.
γ.3. Η μη χρήση εγκεκριμένου και δηλωμένου ή η χρήση μη εγκεκριμένου ή μη δηλωμένου φορολογικού μηχανισμού για τη διασφάλιση των ηλεκτρονικών δεδομένων των βιβλίων λογίζεται ως μη τήρηση τους. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που ο εγκεκριμένος και δηλωμένος φορολογικός μηχανισμός έχει παραβιασθεί ή παραποιηθεί.
δ) Η μη δήλωση κάθε φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος θεωρείται γενική παράβαση και επιβάλλεται το πρόστιμο που ορίζεται με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του νόμου 2523/1997, κατά περίπτωση.
Για κάθε εκπρόθεσμη δήλωση φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος, μετά την προθεσμία που ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 4 του νόμου αυτού, καταλογίζεται μία παράβαση ανά εκπρόθεσμη δήλωση ανεξάρτητα του χρόνου υποβολής της και του πλήθους των φορολογικών μηχανισμών ή συστημάτων που περιλαμβάνονται σε αυτή και επιβάλλεται το πρόστιμο που ορίζεται με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του νόμου 2523/1997, κατά περίπτωση.
ε) Ειδικά στην περίπτωση παραβάσεων λόγω παραβίασης ή παραποίησης φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων, που έχουν άδεια καταλληλότητας από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7 ή επέμβασης κατά οποιονδήποτε τρόπο στη λειτουργία του μηχανισμού ή διάθεσης ή χρησιμοποίησης παραβιασμένου ή διαφοροποιημένου ή παραποιημένου τέτοιου μηχανισμού, εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού No 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) και ο συντελεστής βαρύτητας ορίζεται ανά υπαίτιο ως εξής:
ε.1. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι η επιχείρηση που έχει λάβει, από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7, άδεια καταλληλότητας ή έγκριση μόνο τεχνικής υποστήριξης σε εκατό (100).
ε.2. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι η επιχείρηση μεταπώλησης ή τεχνικής υποστήριξης, τεχνικοί της οποίας έχουν εξουσιοδοτηθεί από επιχείρηση που έχει λάβει άδεια καταλληλότητας για την παροχή υπηρεσιών συντήρησης και επισκευής φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων σε εξήντα (60).
Ειδικά στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι υπαίτιος της παράβασης είναι φυσικό πρόσωπο - εξουσιοδοτημένος τεχνικός, πέραν των ανωτέρω, απαγορεύεται να παρέχει υπηρεσίες τεχνικής υποστήριξης σε εγκεκριμένα μοντέλα φορολογικών μηχανισμών.
ε.3. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι ο χρήστης ή κάτοχος του φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος ή άλλος τρίτος σε πενήντα (50).
στ) Στην περίπτωση απώλειας φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού No 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) και ο συντελεστής βαρύτητας ορίζεται ανά υπαίτιο ως εξής:
στ)1. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι η επιχείρηση που έχει λάβει, από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7, άδεια καταλληλότητας ή επιχείρηση μεταπώλησης ή τεχνικής υποστήριξης σε είκοσι (20).
στ)2. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι ο χρήστης ή κάτοχος του φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος ή άλλος τρίτος σε πέντε (5).
ζ) Σε περίπτωση μη διαφύλαξης ή μη επίδειξης του Βιβλιαρίου Συντήρησης και Επισκευών εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού No 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) και ο συντελεστής βαρύτητας ορίζεται σε 2.}
20. Η παράγραφος 4 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής:
{4. Οι υπαίτιοι των παραβάσεων της περίπτωσης ε' της προηγούμενης παραγράφου τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών, εφαρμοζομένων αναλόγως των αντίστοιχων διατάξεων του νόμου 2523/1997, που αναφέρονται στη χρήση πλαστών και εικονικών στοιχείων.}
21. Η παράγραφος 5 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής:
{5. Αν υπαίτιος αδικήματος της περίπτωσης ε' της παραγράφου 3 είναι η επιχείρηση που έχει λάβει την άδεια καταλληλότητας των φορολογικών μηχανισμών ή συστημάτων ή εξουσιοδοτημένος από αυτήν μεταπωλητής ή τεχνικός αντιπρόσωπος της, ανεξάρτητα από τα διοικητικά πρόστιμα και τις ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 3 υποπερίπτωση ε. 1. και 4, μετά από απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 7 μπορεί να ανακαλείται η άδεια καταλληλότητας ή και να απαγορεύεται η διάθεση των μηχανισμών του συγκεκριμένου τύπου.}
22. Η παράγραφος 6 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής:
{6. Στις ίδιες κυρώσεις και ποινές που προβλέπονται από τις παραγράφους 3 υποπερίπτωση ε.1. και 4 υπόκεινται και τα πρόσωπα, στα οποία ανατίθεται από την Επιτροπή η διενέργεια ελέγχων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 7, όταν βεβαιώσουν ανακριβώς για τα αποτελέσματα των ελέγχων που διενήργησαν.}
23. Το άρθρο 11 αντικαθίσταται ως εξής:
{Άρθρο 11
Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου πέμπτου του νόμου [Ν] 625/1977 (ΦΕΚ 180/Α/1977) και οι διατάξεις του άρθρου 35 του νόμου [Ν] 1694/1987 (ΦΕΚ 35/Α/1987).
Η επιχείρηση που λαμβάνει άδεια καταλληλότητας από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7 του νόμου αυτού, για συγκεκριμένους τύπους φορολογικών μηχανισμών, μπορεί να είναι κάθε επιχείρηση κατασκευής, συναρμολόγησης ή εισαγωγής, καθώς και οποιαδήποτε επιχείρηση ασκεί εμπορία τέτοιων μηχανισμών ή συστημάτων.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από πρόταση της Επιτροπής του άρθρου 7 του παρόντος νόμου, καθορίζεται η ημερομηνία λήξης της άδειας καταλληλότητας των εγκρίσεων παλαιών μοντέλων, ο χρόνος ισχύος της οποίας έχει υπερβεί τα τέσσερα (4) έτη από την ημερομηνία χορήγησης της.}