Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Επαναφέρονται σε ισχύ οι διατάξεις των παραγράφων 1 - 7 του άρθρου 38 του νόμου 2190/1994 και αντικαθίστανται ως ακολούθως:
{1. Οι θέσεις των υπαλλήλων κάθε κλάδου διαβαθμίζονται αυτοδικαίως ενιαία σε όλους τους βαθμούς της οικείας κατηγορίας, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 4 του άρθρου 34 του νόμου αυτού.
2. Οι υπάλληλοι, που υπηρετούν κατά την έναρξη της ισχύος αυτού του νόμου, κατατάσσονται αυτοδικαίως στους βαθμούς της κατηγορίας που υπηρετούν, με βάση το συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας που έχουν διανύσει, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 7 του άρθρου 34 του νόμου αυτού. Τυχόν πλεονάζων χρόνος θεωρείται ότι διανύθηκε στο βαθμό κατάταξης. Για την κατάταξη και τον καθορισμό του χρόνου, που σύμφωνα με την παράγραφο αυτή και τις παραγράφους 3 και 4 θεωρείται ότι έχει διανυθεί στο βαθμό στον οποίο κατατάσσεται ο υπάλληλος, δεν υπολογίζονται:
α. τα χρονικά διαστήματα που προβλέπονται από το άρθρο 88 του Υπαλληλικού Κώδικα (διαθεσιμότητας, αργίας, αδικαιολόγητης αποχής από τα καθήκοντα, προσωρινής παύσης και αναστολής άσκησης καθηκόντων).
β. το χρονικό διάστημα κατά το οποίο στερήθηκε ο υπάλληλος το δικαίωμα για προαγωγή,
γ. ένα έτος για κάθε φορά που ο υπάλληλος κρίθηκε ως μη προακτέος και
δ. χρονικό διάστημα ίσο προς το μισό του απαιτούμενου προς προαγωγή χρόνου, σε περίπτωση επιβολής της πειθαρχικής ποινής του υποβιβασμού.
3. Για την κατάταξη, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, στο συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας δεν υπολογίζεται το μισό του πέραν της δεκαετίας χρόνου, που διανύθηκε με τυπικό προσόν κατώτερης κατηγορίας.
4. Υπάλληλοι, οι οποίοι υπηρετούν σε κατηγορία ανώτερη των τυπικών προσόντων που κατέχουν, κατατάσσονται στους βαθμούς της κατηγορίας που υπηρετούν και ως χρόνος εξέλιξής τους λογίζεται ο χρόνος που απαιτείται στην κατηγορία της οποίας έχουν το τυπικό προσόν. Για τους υπαλλήλους της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης κατηγορίας με κατώτερο τυπικό προσόν, ως χρόνος εξέλιξής τους λογίζεται αυτός της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης κατηγορίας.
5. Για τις κατατάξεις, που προβλέπονται από τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου αυτού, εκδίδονται διαπιστωτικές πράξεις, που δεν δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
6. Ως την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, καθήκοντα προϊσταμένων εξακολουθούν να ασκούν οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου προϊστάμενοι ή αναπληρωτές αυτών, εκτός αν ο οικείος Υπουργός ή το ανώτατο όργανο διοίκησης του οικείου Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, με απόφασή τους ορίσουν προσωρινά άλλους προϊσταμένους, με την προϋπόθεση ότι έχουν διατελέσει προϊστάμενοι οργανικών μονάδων επιπέδου τουλάχιστον τμήματος, εφόσον αυτό επιβάλλεται για αντιμετώπιση εξαιρετικών υπηρεσιακών αναγκών. Οι προσωρινό οριζόμενοι προϊστάμενοι από τον Υπουργό ή το ανώτατο όργανο διοίκησης του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου παύουν να ασκούν τα καθήκοντά τους μετά την παρέλευση έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Σε κάθε περίπτωση οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος γενικοί διευθυντές διατηρούν την ιδιότητά τους αυτή και τα απορρέοντα από αυτήν δικαιώματα ως την τυχόν επανεπιλογή τους ή την τοποθέτηση νέων γενικών διευθυντών, σύμφωνα με το παρόν άρθρο και αποχωρούν με το βαθμό και τις αποδοχές του γενικού διευθυντή, εφόσον επιλέξουν την αποχώρησή τους, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 36.
7. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών, επιτρέπεται η προσαρμογή διατάξεων προς τις ρυθμίσεις του νόμου αυτού, εφόσον αυτό επιβάλλεται λόγω της μεταβολής του βαθμολογικού συστήματος και τα σχετικό θέματα δεν ρυθμίζονται από το νόμο αυτόν. Η ισχύς των προεδρικών αυτών διαταγμάτων μπορεί να ανατρέχει στην έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού.}
2. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος:
α. Για την επιλογή γενικών διευθυντών κρίνονται οι υπάλληλοι που κατατάσσονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, στο βαθμό Α' της κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης και έχουν συνολικό χρόνο υπηρεσίας είκοσι (20) έτη.
β. Για την επιλογή διευθυντών κρίνονται οι υπάλληλοι που κατατάσσονται στο βαθμό Α' και έχουν συνολικό χρόνο υπηρεσίας δεκαεπτά (17) έτη οι υπάλληλοι κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, είκοσι ένα (21) έτη οι υπάλληλοι κατηγορίας Τεχνολογικής Εκπαίδευσης και είκοσι τρία (23) έτη οι υπάλληλοι κατηγορίας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Για τους αποφοίτους της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος που κατατάσσονται στο βαθμό Α' αρκεί συνολικός χρόνος υπηρεσίας δεκαπέντε (15) ετών.
γ. Για την επιλογή τμηματαρχών κρίνονται οι υπάλληλοι που κατατάσσονται στο βαθμό Α' και έχουν ένα τουλάχιστον έτος πλεονάζοντα χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, σύμφωνα με την πράξη κατάταξής τους.
δ. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν υπάρχουν ή δεν επαρκούν οι υπάλληλοι με τις προϋποθέσεις των προηγούμενων περιπτώσεων β' και γ' κρίνονται για επιλογή και υπάλληλοι με βαθμό Α' ανεξαρτήτως συνολικού χρόνου υπηρεσίας. Και αν και πάλι δεν καλύπτονται οι θέσεις των προϊσταμένων οργανικών μονάδων, κρίνονται και υπάλληλοι με βαθμό Β' και τρία (3) τουλάχιστον έτη στο βαθμό αυτόν οι της κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, τέσσερα (4) τουλάχιστον έτη οι της κατηγορίας Τεχνολογικής Εκπαίδευσης και πέντε (5) τουλάχιστον έτη οι της κατηγορίας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
3. Οι κατά την προηγούμενη παράγραφο κρίσεις γίνονται σύμφωνα με τις προβλέψεις των οικείων οργανισμών σε σχέση με τις κατηγορίες και κλάδους των οποίων οι υπάλληλοι κρίνονται για την κατάληψη θέσεων προϊσταμένων των κατά περίπτωση οργανικών μονάδων.
4. Τα μέλη των συλλογικών οργάνων και τα μονομελή όργανα των οποίων η θητεία λήγει σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου 10 εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους έως την αντικατάστασή τους και δικαιούνται ως τότε να λαμβάνουν τις αποδοχές ή την αποζημίωση που προβλέπονται για την άσκηση των καθηκόντων τους.
5. Κατά την πρώτη συγκρότηση των υπηρεσιακών συμβουλίων, για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 37 του νόμου 2190/1994, τα υπό στοιχείο α' μέλη της παραγράφου 1 του αυτού άρθρου ορίζονται από υπαλλήλους που έχουν τις προϋποθέσεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Ο ορισμός των αναπληρωτών τους γίνεται αμέσως μετά την επιλογή προϊσταμένων διευθύνσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Τα αιρετά μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων που υφίστανται κατά τη δημοσίευση του παρόντος, αποτελούν τα υπό στοιχείο β' της παραγράφου 1 του άρθρου 37 του νόμου 2190/1994 μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων κατά την πρώτη συγκρότησή τους.
6. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, το ειδικό υπηρεσιακό συμβούλιο της παραγράφου 3 του άρθρου 29 του νόμου 2190/1994 συγκροτείται χωρίς τα υπό στοιχείο δ' δύο μέλη αυτού, τα οποία αντικαθίστανται από δύο επίτιμους ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς. Το συμβούλιο με τη συγκρότησή του αυτή συνέρχεται μόνο για την επιλογή δύο γενικών διευθυντών, ήτοι ενός του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και ενός του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, οι οποίοι αποτελούν εφεξής μέλη του συμβουλίου. Ο ορισμός των αναπληρωτών τους γίνεται αμέσως μετά την επιλογή των λοιπών γενικών διευθυντών των ανωτέρω Υπουργείων.
7. Η θητεία των μελών των υπηρεσιακών συμβουλίων, του ειδικού υπηρεσιακού συμβουλίου και του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, που ορίζονται κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, σύμφωνα με τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 5, λήγει την 31-12-2006.
8. Όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται βαθμός Γενικού Διευθυντή ή Διευθυντή, εφεξής νοείται ο κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου προϊστάμενος Γενικής Διεύθυνσης ή Διεύθυνσης, αντιστοίχως.
9. Όπου στα επαναφερόμενα σε ισχύ και αντικαθιστώμενα άρθρα ή διατάξεις του νόμου 2190/1994 αναφέρεται έναρξη ισχύος ή πρώτη εφαρμογή ή δημοσίευση του παρόντος, νοείται η έναρξη ισχύος ή πρώτη εφαρμογή ή δημοσίευση του παρόντος νόμου.