Νόμος 3213/03 - Άρθρο 2

Άρθρο 2: Περιεχόμενο δήλωσης περιουσιακής κατάστασης


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. α. Η δήλωση περιουσιακής κατάστασης περιέχει λεπτομερώς τα υφιστάμενα κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους περιουσιακά στοιχεία στην ημεδαπή και την αλλοδαπή με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 του παρόντος νόμου. Ειδικώς, η αρχική δήλωση περιλαμβάνει τα υφιστάμενα κατά το χρόνο κτήσης της ιδιότητας περιουσιακά στοιχεία, την αξία κτήσης τους, εφόσον είναι διαθέσιμη και τον τρόπο κτήσης τους. Κατ' εξαίρεση η πρώτη ηλεκτρονική ετήσια δήλωση περιλαμβάνει τα υφιστάμενα, κατά το χρόνο αναφοράς της, περιουσιακά στοιχεία και την αξία κτήσης τους εφόσον είναι διαθέσιμη.

 

Ως περιουσιακά στοιχεία θεωρούνται ιδίως:

 

i. Τα έσοδα από κάθε πηγή.

 

ii. Τα ακίνητα, καθώς και τα εμπράγματα δικαιώματα σε αυτά, με ακριβή προσδιορισμό τους.

 

iii. Οι μετοχές ημεδαπών και αλλοδαπών εταιρειών (με την επιφύλαξη της απαγόρευσης των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 του παρόντος νόμου), τα ομόλογα και ομολογίες κάθε είδους, τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων κάθε είδους και τα παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα κάθε είδους.

 

iv. Οι κάθε είδους καταθέσεις σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και τα κάθε είδους χρηματιστηριακά ή ασφαλιστικά προϊόντα και συμμετοχές σε κεφάλαια επιχειρηματικών ή επενδυτικών συμμετοχών (funds) και καταπιστεύματα (trusts).

 

v. Η μίσθωση θυρίδων σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα ημεδαπά ή αλλοδαπά πιστωτικά ιδρύματα. Επίσης, το σύνολο των μετρητών, που δεν περιλαμβάνονται στην περίπτωση iv εφόσον το συνολικό ποσό υπερβαίνει τις 30.000 €. Το προαναφερόμενο ποσό αφορά αθροιστικά τον υπόχρεο, τον σύζυγο και τα ανήλικα τέκνα και το πρόσωπο, με το οποίο ο υπόχρεος έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης.

 

vi. Κάθε κινητό που η αξία του υπερβαίνει το ποσό των 40.000 €, συμπεριλαμβανομένου φόρου προστιθέμενης αξίας. Αν η αξία κάθε πράγματος είναι μικρότερη του ποσού αυτού, τα αποκτηθέντα, όμως, πράγματα αποτελούν κατά τις συναλλακτικές αντιλήψεις ενιαίο σύνολο, για τον υπολογισμό της αξίας λαμβάνεται υπόψη η αξία όλων αυτών των πραγμάτων, εφόσον υπερβαίνει το ποσό των 40.000 €. Η δηλούμενη αξία συνοδεύεται από τα παραστατικά αγοράς ή τα νόμιμα φορολογικά παραστατικά ή εκτίμηση της εμπορικής αξίας του κινητού από εκτιμητή που περιλαμβάνεται στο μητρώο πιστοποιημένων εκτιμητών που τηρείται στο Υπουργείο Οικονομικών. Σε περίπτωση κατά την οποία τα κινητά είναι ασφαλισμένα κατά κινδύνων κλοπής, πυρκαγιάς και λοιπών κινδύνων, η εκτιμώμενη αξία δεν μπορεί να είναι κατώτερη αυτής που αναγράφεται στη σχετική σύμβαση.

 

vii. Τα πλωτά και τα εναέρια μεταφορικά μέσα, καθώς και τα κάθε χρήσης οχήματα.

 

viii. Η συμμετοχή σε κάθε είδους εταιρεία ή επιχείρηση (με την επιφύλαξη της απαγόρευσης των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 του παρόντος νόμου).

 

ix. Ειδικά η δήλωση των υπόχρεων, που αναφέρονται στις περιπτώσεις α' έως και ε' και ι)β' της παραγράφου 1 του άρθρου 1, περιλαμβάνει και τις δανειακές τους υποχρεώσεις προς ημεδαπά και αλλοδαπά πιστωτικά και τραπεζικά ιδρύματα, λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου και φυσικά πρόσωπα κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους, εφόσον κάθε μία από αυτές υπερβαίνει το ποσό των 5.000 €. Η δήλωση των παραπάνω υπόχρεων περιλαμβάνει και κάθε οφειλή που προέρχεται από διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τέλη προς Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης και υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ κατά την ημερομηνία του προηγουμένου εδαφίου.

 

β. i. Σε περίπτωση απόκτησης νέου περιουσιακού στοιχείου ή επαύξησης υφιστάμενου, στη δήλωση περιλαμβάνεται, υποχρεωτικώς, το ύψος της σχετικής δαπάνης, καθώς και αναλυτική παράθεση της πηγής προέλευσης των σχετικών πόρων. Σε περίπτωση εκποίησης μνημονεύεται το εισπραχθέν τίμημα.

 

ii. Στη δήλωση αναφέρονται τα προσωπικά, υπηρεσιακά και φορολογικά στοιχεία των υπόχρεων. Οι υπόχρεοι προσκομίζουν στο αρμόδιο όργανο ελέγχου αντίγραφα των οικείων παραστατικών εφόσον τους ζητηθεί.

 

γ. Μετά την αρχική δήλωση, στην ετήσια δήλωση οι υπόχρεοι δηλώνουν τις μεταβολές που έχουν επέλθει επί της συνολικής περιουσιακής τους κατάστασης κατά το χρονικό διάστημα που αφορά η δήλωση. Ο υπόχρεος υποβάλλει, την αρχική ή την ετήσια, δήλωση με τα περιουσιακά στοιχεία του συζύγου του και στην περίπτωση διάστασης, ή του προσώπου με το οποίο έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης και εκάστου των ανήλικων τέκνων τους, ακόμα και αν αυτά ενηλικιώθηκαν εντός του χρονικού διαστήματος που αφορά η δήλωση. Η δήλωση υποβάλλεται από τον ίδιο και εγκρίνεται υποχρεωτικά από τον σύζυγό του ή το πρόσωπο με το οποίο έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης για τα δικά του στοιχεία και από αμφότερους για τα περιουσιακά στοιχεία των ανήλικων τέκνων τους. Τις ίδιες υποχρεώσεις προς έγκριση του αντίστοιχου περιεχομένου της δήλωσης του υπόχρεου που αφορά τους ίδιους και τα ανήλικα τέκνα τους, έχουν και οι εν διαστάσει σύζυγοι. Σε περίπτωση άρνησης ή αδυναμίας του συζύγου του υπόχρεου, του εν διαστάσει συζύγου ή του προσώπου με το οποίο ο υπόχρεος έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, να εκπληρώσει τις ως άνω υποχρεώσεις του, η δήλωση υποβάλλεται, χωρίς έγκριση, μόνον από τον υπόχρεο, ο οποίος οφείλει να αναφέρει συγχρόνως ως παρατήρηση το γεγονός της άρνησης ή της αδυναμίας, καθώς και τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου του ετέρου προσώπου. Στις ανωτέρω περιπτώσεις το όργανο ελέγχου καλεί τον σύζυγο, τον εν διαστάσει σύζυγο, ή το πρόσωπο με το οποίο ο υπόχρεος έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, προκειμένου να δηλώσει τα δικά του περιουσιακά στοιχεία και αυτά των ανήλικων τέκνων τους, ενώπιον του αρμοδίου, για τον υπόχρεο, οργάνου κατά τις διατάξεις του παρόντος, τάσσοντας αποκλειστική προς τούτο προθεσμία 90 ημερών.

 

Ειδικότερα, τα πρόσωπα που ελέγχονται υποχρεωτικά, σύμφωνα με το άρθρο 3Β παράγραφος 2 του παρόντος νόμου και κατά τους ορισμούς του άρθρου 48 παράγραφος 4 περίπτωση γ' στοιχεία α)α' έως και στ)στ' του νόμου [Ν] 4557/2018, επισυνάπτουν στη δήλωση αντίγραφα των αναγκαίων εγγράφων, από τα οποία προκύπτει η δηλούμενη περιουσιακή κατάσταση.

 

δ. Οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να υποβάλουν στον Πρόεδρο της Επιτροπής της παραγράφου 3 του άρθρου 3Α αντίγραφο κάθε συμβολαιογραφικού εγγράφου, που συντάσσεται από αυτούς, με το οποίο αναλαμβάνεται η υποχρέωση ή μεταβιβάζεται από ή προς δικαστικό ή εισαγγελικό λειτουργό, σύζυγο, πρόσωπο με το οποίο έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης ή τέκνο του, οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο, κινητό ή ακίνητο, ή δικαίωμα, εφόσον οι εν λόγω λειτουργοί είναι εν ενεργεία και μέχρι δύο χρόνια από την παύση της ιδιότητας. Το αυτό ισχύει και για την αποδοχή κληρονομίας.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 173 του νόμου 4389/2016 (ΦΕΚ 94/Α/2016), τροποποιήθηκε με τις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου τρίτου του νόμου 4396/2016 (ΦΕΚ 111/Α/2016), με το άρθρο 79 του νόμου 4427/2016 (ΦΕΚ 188/Α/2016), με τις παραγράφους 1, 2, 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 2 του νόμου 4571/2018 (ΦΕΚ 186/Α/2018), με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 209 του νόμου 4635/2019 (ΦΕΚ 167/Α/2019).

 

2. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης συντάσσονται σε ειδικό έντυπο, το περιεχόμενο του οποίου καθορίζεται, για μεν τους υπόχρεους των περιπτώσεων του άρθρου 3 παράγραφος 1 περίπτωση α' με απόφαση του Προέδρου της Βουλής και για τους άλλους υπόχρεους, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Με όμοιες αποφάσεις, μπορεί να ορίζεται ότι η δήλωση υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω ενιαίας ειδικής εφαρμογής, οπότε προσδιορίζεται ο κατά περίπτωση υπεύθυνος διαχείρισης και καθορίζεται κάθε αναγκαία προς τούτο λεπτομέρεια, οι αναγκαίες διασφαλίσεις για τα πρόσωπα και τους όρους πρόσβασης στα στοιχεία τους και τυχόν ρυθμίσεις μεταβατικού χαρακτήρα.

 

Οι δηλώσεις υπόκεινται σε ηλεκτρονική επεξεργασία από αυτοτελή ειδική βάση δεδομένων, μετά την οποία πρέπει να προκύπτει ευκρινώς το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων και η αξία τους ανά κατηγορία περιουσιακών στοιχείων, καθώς και η χρονολογία κτήσης. Για την επεξεργασία λαμβάνεται υπόψη, εφόσον είναι διαθέσιμη, η αξία κτήσης.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 καταργήθηκε με την παράγραφο 7 του άρθρου 2 του νόμου 4571/2018 (ΦΕΚ 186/Α/2018).

 

2. (πρώην 3) Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων των περιπτώσεων α' έως ε' του άρθρου 1 παράγραφος 1, δημοσιεύονται στον διαδικτυακό τόπο της Βουλής με μέριμνα του Προέδρου της Επιτροπής του άρθρου 3Α. Η δημοσιοποίηση λαμβάνει χώρα μετά τον έλεγχο και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός τριών μηνών από την πάροδο της προθεσμίας της παραγράφου 2 του άρθρου 1. Η δημοσιοποίηση των δηλώσεων διαρκεί όσο η θητεία των υπόχρεων πλέον τριών ετών από την λήξη αυτής. Το αντικείμενο της δημοσιοποίησης και ιδίως η μορφή, ο τύπος, τα προς δημοσίευση συγκεντρωτικά ή μη στοιχεία ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία εκδίδεται το αργότερο 4 μήνες μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Από τη δημοσιοποίηση εξαιρούνται σε κάθε περίπτωση εκείνα τα στοιχεία που είναι ικανά να προκαλέσουν βλάβη στη ζωή ή την περιουσία του δηλούντος και της οικογένειάς του, όπως διεύθυνση κατοικίας, αριθμοί κυκλοφορίας μεταφορικών μέσων, αριθμός φορολογικού μητρώου, τα χρήματα και κινητά των υποπεριπτώσεων v και vi της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του νόμου 3213/2003 κ.λ.π. Η δημοσίευση των δημοσιοποιούμενων στοιχείων στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης επιτρέπεται υπό την προϋπόθεση ότι δημοσιεύεται ολόκληρο το περιεχόμενό τους. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι επιτρεπτή η επιλεκτική δημοσιοποίηση ονομαστικών στοιχείων. Κάθε παράβαση της διάταξης αυτής τιμωρείται, πέραν της προβλεπόμενης από το άρθρο 7 παράγραφος 2 ποινής φυλάκισης, και με χρηματική ποινή από 5.000 μέχρι 100.000 €.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 173 του νόμου 4389/2016 (ΦΕΚ 94/Α/2016) και τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 66 του νόμου 4409/2016 (ΦΕΚ 136/Α/2016), με την παράγραφο 8 του άρθρου 2 του νόμου 4571/2018 (ΦΕΚ 186/Α/2018).

 

3. (πρώην 4) Ελλείψεις ή ανακρίβειες της δήλωσης επιτρέπεται να συμπληρωθούν από τον υπόχρεο αυθορμήτως, σε προθεσμία 1 μηνός από τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή της δήλωσης.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 3 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 9 του άρθρου 2 του νόμου 4571/2018 (ΦΕΚ 186/Α/2018).

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 223 του νόμου 4281/2014 (ΦΕΚ 160/Α/2014).

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.