Νόμος 2683/99

Ν2683/1999: Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και άλλες διατάξεις


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νόμος 2683/1999: Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και άλλες διατάξεις, (ΦΕΚ 19/Α/1999), 09-02-1999.

 

Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας

 

Εκδίδουμε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

Άρθρο πρώτο

 

Κυρώνεται ο Κώδικας Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, όπως καταρτίστηκε από την Επιτροπή του άρθρου 31 παράγραφος 6 του νόμου 2190/1994 (ΦΕΚ 28/Α/1994) του οποίου το κείμενο έχει ως εξής:

 

Κώδικας Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου

 

Γενικές διατάξεις

 

Άρθρο 3: Αμφισβήτηση ιδιότητας υπαλλήλου

 

Μέρος Α: Προϋποθέσεις διορισμού

 

Κεφάλαιο Α: Προσόντα και κωλύματα διορισμού

 

Άρθρο 4: Ιθαγένεια

Άρθρο 5: Μη εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων

Άρθρο 7: Υγεία

Άρθρο 8: Ποινική καταδίκη, στερητική ή επικουρική δικαστική συμπαράσταση

Άρθρο 9: Απόλυση από άλλη θέση για πειθαρχικούς λόγους

 

Κεφάλαιο Β: Πλήρωση θέσεων

 

Άρθρο 11: Προγραμματισμός πλήρωσης θέσεων

 

Κεφάλαιο Γ: Διορισμός

 

Άρθρο 16: Αρμοδιότητα έκδοσης και τύπος πράξης διορισμού

Άρθρο 17: Δημοσίευση και κοινοποίηση πράξης διορισμού

Άρθρο 18: Κατάρτιση υπαλληλικής σχέσης

Άρθρο 19: Ορκωμοσία - Ανάληψη υπηρεσίας

Άρθρο 20: Ανάκληση διορισμού

Άρθρο 21: Αναδιορισμός

 

Μέρος Β: Υποχρεώσεις - Περιορισμοί - Κωλύματα - Αστική ευθύνη

 

Κεφάλαιο Α: Υποχρεώσεις των υπαλλήλων

 

Άρθρο 26: Εχεμύθεια

Άρθρο 27: Συμπεριφορά υπαλλήλου

Άρθρο 28: Περιουσιακή κατάσταση

Άρθρο 29: Χρόνος παροχής εργασίας

Άρθρο 30: Καθήκοντα υπαλλήλου

 

Κεφάλαιο Β: Περιορισμοί των υπαλλήλων

 

Άρθρο 31: Άσκηση ιδιωτικού έργου με αμοιβή

Άρθρο 32: Συμμετοχή σε εταιρείες

 

Κεφάλαιο Γ: Ασυμβίβαστα έργα ή ιδιότητες

 

Άρθρο 33: Έργα ασυμβίβαστα με το βουλευτικό αξίωμα

Άρθρο 34: Δικηγορική ιδιότητα

Άρθρο 35: Κατοχή δεύτερης θέσης

 

Κεφάλαιο Δ: Κωλύματα

 

Άρθρο 36: Κώλυμα συμφέροντος

 

Κεφάλαιο Ε: Αστική ευθύνη

 

Άρθρο 38: Αστική ευθύνη

 

Μέρος Γ: Δικαιώματα

 

Κεφάλαιο Α: Μονιμότητα

 

Άρθρο 39: Δικαίωμα μονιμότητας - Εξαιρέσεις

Άρθρο 40: Δοκιμαστική υπηρεσία - Μονιμοποίηση

 

Κεφάλαιο Β: Μισθός - συνθήκες εργασίας

 

Άρθρο 41: Δικαίωμα - Αξίωμα μισθού

Άρθρο 42: Χρόνος καταβολής μισθού

Άρθρο 43: Πότε δεν οφείλεται μισθός

Άρθρο 44: Όροι υγιεινής και ασφάλειας

 

Κεφάλαιο Γ: Θεμελιώδη δικαιώματα

 

Άρθρο 45: Ελευθερία της έκφρασης

Άρθρο 46: Συνδικαλιστική ελευθερία και δικαίωμα απεργίας

 

Κεφάλαιο Δ: Εκπαίδευση προσωπικού

 

Άρθρο 47: Υπηρεσιακή εκπαίδευση

 

Κεφάλαιο Ε: Κανονική Άδεια

 

Άρθρο 48: Δικαίωμα κανονικής άδειας

Άρθρο 49: Χορήγηση κανονικής άδειας

 

Κεφάλαιο ΣΤ: Άδειες διευκολύνσεων

 

Άρθρο 50: Δικαίωμα ειδικής άδειας

Άρθρο 51: Άδειες χωρίς αποδοχές

Άρθρο 52: Άδειες μητρότητας

Άρθρο 53: Διευκολύνσεις υπαλλήλων με οικογενειακές υποχρεώσεις

 

Κεφάλαιο Ζ: Αναρρωτικές άδειες

 

Άρθρο 54: Δικαίωμα αναρρωτικής άδειας

Άρθρο 55: Χορήγηση αναρρωτικής άδειας

Άρθρο 56: Διαδικασία χορήγησης αναρρωτικής άδειας

Άρθρο 57: Υγειονομική περίθαλψη - Έξοδα κηδείας

 

Κεφάλαιο Η: Ειδικές άδειες

 

Άρθρο 58: Άδειες υπηρεσιακής εκπαίδευσης

Άρθρο 59: Άδειες για επιμορφωτικούς ή επιστημονικούς λόγους

Άρθρο 60: Άδειες εξετάσεων

 

Κεφάλαιο Θ: Ηθικές αμοιβές

 

Μέρος Δ: Υπηρεσιακές μεταβολές

 

Κεφάλαιο Α: Κινητικότητα

 

Άρθρο 66: Μετακίνηση

Άρθρο 67: Μετάθεση

Άρθρο 68: Απόσπαση

 

Κεφάλαιο Β: Κινητικότητα - Μετάταξη

 

Άρθρο 69: Μετάταξη από κλάδο σε κλάδο της ίδιας κατηγορίας

Άρθρο 70: Μετάταξη σε κλάδο ανώτερης κατηγορίας

Άρθρο 71: Διαδικασία μετατάξεων

Άρθρο 72: Μετάταξη σε ανώτερη κατηγορία άλλου υπουργείου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου

Άρθρο 73: Πράξη μετάταξης

Άρθρο 74: Ειδικές διατάξεις

 

Κεφάλαιο Γ: Κατηγορίες - Κλάδοι - Προσόντα

 

Άρθρο 75: Κατάταξη θέσεων σε κατηγορίες

Άρθρο 76: Θέσεις κατά κατηγορία - Τυπικά προσόντα

Άρθρο 77: Θέσεις και τυπικά προσόντα κατά κλάδο - Καθήκοντα

Άρθρο 79: Βαθμολογική διάρθρωση θέσεων

 

Κεφάλαιο Δ: Προαγωγή - προϊστάμενοι

 

Άρθρο 80: Αξιολόγηση

Άρθρο 81: Χρόνος προαγωγής

Άρθρο 82: Σύστημα προαγωγών

Άρθρο 83: Κριτήρια για το σχηματισμό κρίσης

Άρθρο 84: Προϊστάμενοι οργανικών μονάδων

Άρθρο 85: Επιλογή προϊσταμένων τμημάτων και αυτοτελών γραφείων

Άρθρο 86: Καταστάσεις υπαλλήλων

Άρθρο 87: Πίνακες προακτέων

Άρθρο 88: Χρόνος μη υπολογιζόμενος για προαγωγή

Άρθρο 89: Έλεγχος νομιμότητας και ισχύς πινάκων προακτέων

Άρθρο 90: Ειδικές περιπτώσεις εγγραφής σε πίνακες προακτέων

Άρθρο 91: Μη εγγραφή σε πίνακα προακτέων

Άρθρο 94: Παραπομπή μη προακτέου υπαλλήλου

Άρθρο 97: Αναπλήρωση προϊσταμένων

Άρθρο 98: Ένταξη

 

Κεφάλαιο Ε: Διαθεσιμότητα

 

Κεφάλαιο ΣΤ: Αργία - αναστολή άσκησης καθηκόντων

 

Άρθρο 104: Δυνητική θέση σε αργία - Αναστολή άσκησης καθηκόντων

 

Μέρος Ε: Πειθαρχικό δίκαιο

 

Τμήμα Α: Πειθαρχικά παραπτώματα και ποινές

 

Κεφάλαιο Α: Πειθαρχικά παραπτώματα και βασικές αρχές

 

Άρθρο 107: Πειθαρχικά παραπτώματα

 

Κεφάλαιο Β: Πειθαρχικές ποινές

 

Άρθρο 109: Πειθαρχικές ποινές

 

Κεφάλαιο Γ: Δίωξη πειθαρχικών παραπτωμάτων

 

Άρθρο 110: Δίωξη πειθαρχικών παραπτωμάτων

Άρθρο 114: Σχέση της πειθαρχικής διαδικασίας με την ποινική δίκη

 

Κεφάλαιο Δ: Πειθαρχικά όργανα

 

Άρθρο 116: Πειθαρχικά Όργανα

Άρθρο 117: Πειθαρχικώς προϊστάμενοι

Άρθρο 118: Αρμοδιότητα πειθαρχικώς προϊσταμένων

Άρθρο 119: Αρμοδιότητα διοικητικών συμβουλίων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου

Άρθρο 120: Αρμοδιότητα υπηρεσιακών συμβουλίων

Άρθρο 121: Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Β: Πειθαρχική διαδικασία

 

Κεφάλαιο Α: Άσκηση πειθαρχικής δίωξης (123 - 125)

 

Άρθρο 123: Άσκηση πειθαρχικής δίωξης

Άρθρο 124: Παραπομπή στο υπηρεσιακό συμβούλιο

 

Κεφάλαιο Β: Προκαταρκτική έρευνα - ένορκη διοικητική εξέταση - πειθαρχική ανάκριση (126 - 134)

 

Άρθρο 127: Ένορκη διοικητική εξέταση

Άρθρο 128: Πειθαρχική ανάκριση

Άρθρο 130: Αυτοψία

Άρθρο 131: Μάρτυρες

Άρθρο 132: Πραγματογνώμονες

Άρθρο 133: Εξέταση διωκομένου

Άρθρο 134: Ενέργειες μετά την ανάκριση

 

Κεφάλαιο Γ: Απολογία

 

Κεφάλαιο Δ: Διαδικασία ενώπιον υπηρεσιακού συμβουλίου

 

Άρθρο 137: Προσδιορισμός δικασίμου - Παράταση διωκόμενου

Άρθρο 138: Κωλύματα και εξαίρεση μελών υπηρεσιακού συμβουλίου

 

Κεφάλαιο Ε: Γενικές διαδικαστικές διατάξεις

 

Άρθρο 139: Κοινοποιήσεις στο διωκόμενο

Άρθρο 140: Εκτίμηση αποδείξεων

Άρθρο 141: Πειθαρχική απόφαση

 

Κεφάλαιο ΣΤ: Ένδικα μέσα

 

Άρθρο 142: Ένσταση

Άρθρο 143: Επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας

Άρθρο 144: Προσφυγή

 

Κεφάλαιο Ζ: Εκτέλεση απόφασης - διαγραφή ποινών

 

Μέρος ΣΤ: Λύση υπαλληλικής σχέσης

 

Κεφάλαιο Α: Λύση υπαλληλικής σχέσης

 

Κεφάλαιο Β: Παραίτηση

 

Κεφάλαιο Γ: Έκπτωση

 

Κεφάλαιο Δ: Απόλυση

 

Άρθρο 154: Απόλυση για σωματική ή πνευματική ανικανότητα

Άρθρο 156: Απόλυση λόγω ορίου ηλικίας και τριακονταπενταετίας

Άρθρο 157: Πράξη λύσης της υπαλληλικής σχέσης

 

Μέρος Ζ: Συλλογικά όργανα

 

Κεφάλαιο Α: Υπηρεσιακά συμβούλια

 

Άρθρο 158: Είδη και αρμοδιότητες

Άρθρο 159: Σύσταση

Άρθρο 160: Συγκρότηση

Άρθρο 161: Ορισμός μελών

Άρθρο 162: Θητεία

Άρθρο 163: Λειτουργία

Άρθρο 163Α: Σύσταση και συγκρότηση δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου

Άρθρο 164: Ένσταση ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου

 

Κεφάλαιο Β: Υγειονομικές επιτροπές

 

Άρθρο 165: Είδη υγειονομικών επιτροπών

Άρθρο 166: Πρωτοβάθμιες και δευτεροβάθμιες υγειονομικές επιτροπές

Άρθρο 167: Επιτροπές προσφυγών

Άρθρο 168: Ειδικές υγειονομικές επιτροπές

 

Μέρος Η: Τελικές - μεταβατικές διατάξεις

 

Άρθρο 169: Σύσταση θέσεων κατά βαθμούς

 

Άρθρο δεύτερο: Μεταβατικές διατάξεις

 

1. Οι υπάλληλοι που υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κατατάσσονται αυτοδίκαια στους ενιαίους βαθμούς της κατηγορίας που υπηρετούν, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 79 παράγραφοι 1 - 7 του παρόντος, με το βαθμό που κατέχουν με τις διατάξεις του νόμου 2190/1994 κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος. Ο χρόνος στον κατεχόμενο βαθμό θεωρείται χρόνος που διανύθηκε στο βαθμό κατάταξης.

 

2. Για την αυτοδίκαιη κατάταξη των υπαλλήλων κατά το παρόν άρθρο, εκδίδονται διαπιστωτικές πράξεις του προϊσταμένου της αρμόδιας για θέματα προσωπικού υπηρεσίας. Οι πράξεις αυτές δεν δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

3. Κατά την πρώτη εφαρμογή του Κώδικα, για την προαγωγή στο βαθμό του διευθυντή, κρίνονται όσοι υπάλληλοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος:

 

α) έχουν τις προϋποθέσεις να κριθούν για προαγωγή στο βαθμό του διευθυντή, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα ή

 

β) έχουν οποτεδήποτε επιλεγεί ως προϊστάμενοι διεύθυνσης ή υποδιεύθυνσης ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικών μονάδων ή

 

γ) έχουν τις προϋποθέσεις να επιλεγούν ως προϊστάμενοι διεύθυνσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 36 του νόμου 2190/1994, και επιπλέον έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου διεύθυνσης ή τμήματος ή αυτοτελούς γραφείου ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικής μονάδας για μια τουλάχιστον τριετία.

 

Ειδικά, οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης κρίνονται για προαγωγή στο βαθμό του διευθυντή εφόσον έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου διεύθυνσης ή τμήματος ή αυτοτελούς γραφείου ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικών μονάδων για μια τουλάχιστον διετία, λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του νόμου [Ν] 2527/1997.

 

Οι προαγωγές των υπαλλήλων στο βαθμό του διευθυντή, σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων, γίνονται με απόφαση του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου ύστερα από ερώτημα του αρμόδιου οργάνου, χωρίς να καταρτίζονται προς τούτο πίνακες προακτέων και πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί το αργότερο μέσα σε τρεις (3) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

 

4. Οι πρώτοι πίνακες προακτέων στους ενιαίους βαθμούς καταρτίζονται μέσα σε 1 μήνα από την έναρξη ισχύος του παρόντος και ισχύουν μέχρι τέλους Απριλίου του επόμενου έτους.

 

Οι πρώτοι πίνακες προακτέων στο βαθμό του διευθυντή θα ισχύσουν μέχρι τέλους Απριλίου 2000.

 

5. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος Κώδικα, για την προαγωγή στο βαθμό του γενικού διευθυντή κρίνονται, μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, όσοι έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου γενικής διεύθυνσης μετά από επιλογή τους, σύμφωνα με τις διατάξεις είτε των άρθρων 78 και 79 του νόμου 1892/1990 είτε των άρθρων 24 και 36 του νόμου 2190/1994, καθώς και οι προϊστάμενοι διευθύνσεων, οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου διεύθυνσης ή υποδιεύθυνσης τουλάχιστον για τρία (3) χρόνια.

 

Οι υπηρετούντες προϊστάμενοι γενικών διευθύνσεων, αν δεν προαχθούν στο βαθμό αυτόν, δύναται να αποχωρήσουν από την υπηρεσία με τις αποδοχές και τον τίτλο του βαθμού της θέσης του γενικού διευθυντή, εφόσον υποβάλουν αίτηση παραίτησης εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από την ανακοίνωση της μη προαγωγής τους.

 

Στην περίπτωση αυτήν προσαυξάνεται ο συνολικός χρόνος της πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας τους κατά το χρόνο που απαιτείται για τη συμπλήρωση τριάντα πέντε (35) ετών πραγματικής υπηρεσίας και όχι περισσότερο από δύο έτη. Αν δεν επιλέξουν την αποχώρησή τους από την υπηρεσία, εφαρμόζονται οι διατάξεις των δύο τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 8 του άρθρου 82 του παρόντος Κώδικα.

 

Οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος προϊστάμενοι διευθύνσεων που κατέχουν τη θέση αυτήν, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του τέταρτου ή πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του νόμου 2190/1994, κατατάσσονται αυτοδικαίως στο βαθμό του διευθυντή.

 

Κατ' εξαίρεση, όσοι από τους υπηρετούντες προϊσταμένους γενικών διευθύνσεων απολύονται αυτοδικαίως από την υπηρεσία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 156 του παρόντος Κώδικα, μέχρι 31-12-1999 καταλαμβάνουν αυτοδικαίως θέση βαθμού γενικού διευθυντή.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 5 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 4 του νόμου 2839/2000 (ΦΕΚ 196/Α/2000).

 

6. Η προαγωγή των υπαλλήλων στους βαθμούς του γενικού διευθυντή και διευθυντή γίνεται τηρουμένων των οργανικών διατάξεων της οικείας υπηρεσίας που καθορίζουν τους κλάδους Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, Τεχνολογικής Εκπαίδευσης και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, από τους οποίους προέρχονται οι προϊστάμενοι οργανικών μονάδων, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 79 παράγραφοι 5 και 8 του παρόντος Κώδικα.

 

7. Δεν υπάγονται στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου 5 οι γενικοί διευθυντές Γενικών Νοσοκομείων του Εθνικού Συστήματος Υγείας, που διορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του νόμου 2519/1997, η υπηρεσιακή κατάσταση των οποίων εξακολουθεί να διέπεται από τις ισχύουσες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ειδικές διατάξεις.

 

8. Οι υπηρετούντες προϊστάμενοι γενικών διευθύνσεων Περιφέρειας εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρι τη λήξη της θητείας για την οποία έχουν επιλεγεί, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του νόμου 2503/1997. Μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη λήξη της ανωτέρω θητείας οι θέσεις του βαθμού του γενικού διευθυντή Περιφέρειας καλύπτονται με προαγωγή. Για την προαγωγή στο βαθμό του γενικού διευθυντή Περιφέρειας κρίνονται οι υπηρετούντες προϊστάμενοι γενικών διευθύνσεων Περιφέρειας, καθώς και οι υπάλληλοι της Περιφέρειας, οι οποίοι κατά την ημέρα υποβολής του ερωτήματος στο ειδικό υπηρεσιακό συμβούλιο έχουν τα προσόντα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 82 παράγραφοι 3 και 4 και 83 του παρόντος Κώδικα, να προαχθούν στο βαθμό αυτόν.

 

Οι υπηρετούντες προϊστάμενοι γενικών διευθύνσεων Περιφέρειας αν δεν προαχθούν στο βαθμό του γενικού διευθυντή καταλαμβάνουν κενή θέση βαθμού διευθυντή και αν δεν υπάρχει την πρώτη θέση που θα κενωθεί, με την επιφύλαξη των διατάξεων των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.

 

9. Κατά την πρώτη συγκρότηση των πρωτοβάθμιων υπηρεσιακών συμβουλίων με απόφαση του οικείου υπουργού ή του διοικητικού συμβουλίου του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου κατατάσσονται στο βαθμό του διευθυντή πέντε υπάλληλοι, από αυτούς που έχουν επιλεγεί δύο (2) τουλάχιστον φορές ως προϊστάμενοι διευθύνσεων και ασκούν τα καθήκοντα προϊσταμένου διεύθυνσης για μια τουλάχιστον τριετία. Οι υπάλληλοι αυτοί αποτελούν αυτοδίκαια τα υπό στοιχεία α' της παραγράφου 2 και της παραγράφου 5 του άρθρου 160 του παρόντος Κώδικα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη του υπηρεσιακού συμβουλίου.

 

Αν δεν υπάρχουν ή δεν επαρκούν οι υπάλληλοι με τις ανωτέρω προϋποθέσεις, στο βαθμό του διευθυντή κατατάσσονται υπάλληλοι με λιγότερο χρόνο άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου διεύθυνσης. Στην περίπτωση κατά την οποία και οι υπάλληλοι με τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου δεν υπάρχουν ή δεν επαρκούν, στο βαθμό του διευθυντή κατατάσσονται υπάλληλοι που έχουν επιλεγεί μια φορά ως προϊστάμενοι διευθύνσεων, προηγουμένων εκείνων που έχουν τον περισσότερο χρόνο άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου διεύθυνσης. Αν δεν υπάρχουν ή δεν επαρκούν και οι υπάλληλοι με τις ανωτέρω προϋποθέσεις, στο βαθμό του διευθυντή κατατάσσονται υπάλληλοι που έχουν τοποθετηθεί δύο τουλάχιστον φορές ως προϊστάμενοι διευθύνσεων και ασκούν τα καθήκοντα αυτά για μία τουλάχιστον τριετία. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 160 του παρόντος Κώδικα.

 

10. Οι υπάλληλοι που, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος είναι προϊστάμενοι οργανικών μονάδων, συνεχίζουν να ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρις ότου γίνει τοποθέτηση προϊσταμένων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.

 

Αν, συνεπεία αναδιοργάνωσης καταργηθεί οργανική μονάδα γενικής διεύθυνσης ή διεύθυνσης οι προϊστάμενοι με βαθμό γενικού διευθυντή ή διευθυντή, αντίστοιχα, που δεν ασκούν εφεξής, καθήκοντα προϊσταμένου, διατηρούν το βαθμό και τις αποδοχές τους και καταλαμβάνουν αυτοδικαίως προσωποπαγείς θέσεις, οι οποίες προέρχονται από τη μετατροπή των θέσεων που κατείχαν και ασκούν τα καθήκοντα που ορίζονται με απόφαση του οικείου υπουργού ή του οργάνου διοίκησης του οικείου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου.

 

Αν κενωθούν ή συσταθούν αντίστοιχες θέσεις του βαθμού και του κλάδου τους, καταλαμβάνουν αυτοδικαίως τις θέσεις αυτές και με τη σειρά που καθορίζει το αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο, σε περίπτωση που δεν επαρκούν για όλους.

 

11. Τα πρωτοβάθμια υπηρεσιακά συμβούλια συγκροτούνται εντός δέκα (10) ημερών το αργότερο από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

 

12. Το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο συγκροτείται εντός του Δεκεμβρίου του έτους 2000. Από την 1η Ιανουαρίου του έτους 2001 αρχίζουν να ισχύουν και οι διατάξεις του παρόντος Κώδικα που ρυθμίζουν τη δυνατότητα υποβολής ένστασης ενώπιόν του.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 12 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 21 του άρθρου 15 του νόμου 2839/2000 (ΦΕΚ 196/Α/2000).

 

13. Μέσα σε δύο (2) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου το ειδικό υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 29 του νόμου 2190/1994 κρίνει για την προαγωγή στο βαθμό του γενικού διευθυντή υπαλλήλους που έχουν τις προϋποθέσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου 5 και του άρθρου 83 του παρόντος Κώδικα, σε συνδυασμό με τις οικείες οργανικές διατάξεις που καθορίζουν τους κλάδους από τους οποίους προέρχονται οι προϊστάμενοι, προκειμένου αυτοί να αποτελέσουν τα, υπό στοιχεία ε' και στ', τακτικά και αναπληρωματικά μέλη του ειδικού υπηρεσιακού συμβουλίου της παραγράφου 1 του άρθρου 160 του παρόντος Κώδικα.

 

14. Έως τη συγκρότηση και λειτουργία των νέων υπηρεσιακών συμβουλίων εξακολουθούν να λειτουργούν τα κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος υφιστάμενα.

 

15. Τα υφιστάμενα υπηρεσιακά συμβούλια εξετάζουν όλα τα θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους, εκτός από εκείνα που αναφέρονται στις προαγωγές των υπαλλήλων σε μη ενιαίους βαθμούς και στις επιλογές προϊσταμένων τμημάτων και αυτοτελών γραφείων ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικών μονάδων.

 

16. Έως την έκδοση της προβλεπόμενης από την παράγραφο 4 του άρθρου 160 του παρόντος απόφασης, με την οποία καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία ανάδειξης των αιρετών εκπροσώπων των υπαλλήλων, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν κατά τη δημοσίευση του παρόντος.

 

17. Οι αιρετοί εκπρόσωποι των υπαλλήλων που εκλέγονται, προκειμένου να οριστούν μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων από 01-01-1999, ορίζονται κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος ως τα, υπό στοιχείο β' της παραγράφου 2 του άρθρου 160 του παρόντος Κώδικα, μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων.

 

18. Για την αυτοδίκαιη κατάταξη των υπαλλήλων του Δημοσίου που είναι αυτοδικαίως αποσπασμένοι στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 του νόμου 2218/1994, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 8 του νόμου 2240/1994, συνιστώνται ισάριθμες προσωποπαγείς θέσεις τους κλάδους που ανήκουν, στις οποίες και κατατάσσονται. Οι υπάλληλοι αυτοί εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους στις υπηρεσίες της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης όπου είναι αποσπασμένοι.

 

19. Κατά την πρώτη συγκρότηση των υπηρεσιακών συμβουλίων των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων με απόφαση του οικείου Νομάρχη κατατάσσονται αυτοδικαίως στο βαθμό του διευθυντή πέντε (5) υπάλληλοι από αυτούς που έχουν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου και οι οποίοι αποτελούν αυτοδίκαια τα, υπό στοιχείο α' της παραγράφου 2 και της παραγράφου 5 του άρθρου 160 του παρόντος Κώδικα, τακτικά και αναπληρωματικά μέλη του υπηρεσιακού συμβουλίου.

 

Προκειμένου να καταταγούν σε θέσεις βαθμού διευθυντή, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, και υπάλληλοι που είναι αποσπασμένοι στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 του νόμου 2218/1994, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 8 του νόμου 2240/1994 και οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου, απαιτείται η εκ μέρους τους προηγούμενη υποβολή αίτησης για μετάταξη στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση.

 

Άρθρο τρίτο

 

1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 9 του νόμου 2503/1997 αντικαθίσταται, αφότου ίσχυσε, ως εξής:

 

{4. Η περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 2189/1952, όπως κωδικοποιήθηκε με το άρθρο μόνο του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 197/1978 (ΦΕΚ 43/Α/1978) αντικαθίσταται ως εξής:

 

α) Τοπικές, σε κάθε περιφέρεια νομού, Ενώσεις Δήμων και Κοινοτήτων, στις οποίες συμμετέχουν υποχρεωτικά ως μέλη όλοι οι δήμοι και οι κοινότητες με τους νόμιμους εκπροσώπου τους.

 

Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ύστερα από γνώμη της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος, καθορίζονται ο τρόπος και οι διαδικασίες ανάδειξης των εκπροσώπων των δήμων και κοινοτήτων στις Τοπικές Ενώσεις Δήμων και Κοινοτήτων των Νομών, ο τρόπος και οι διαδικασίες ανάδειξης των εκπροσώπων των Τοπικών Ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος, η σύνθεση, η συγκρότηση, ο τρόπος ανάδειξης, οι αρμοδιότητες, η οργάνωση, η λειτουργία των οργάνων των Τοπικών Ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων και της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος, η θητεία των οργάνων αυτών, η οποία διαρκεί όλη τη δημοτική και κοινοτική περίοδο και μπορεί να λήγει με την εγκατάσταση των νέων οργάνων και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.}

 

2. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

Άρθρο τέταρτο

 

Επεκτείνονται και εφαρμόζονται και στο μόνιμο προσωπικό των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης οι κατωτέρω διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και άλλες διατάξεις.

 

Μέρος Γ', κεφάλαια Δ', Ε', ΣΤ', Ζ', Η', Θ'.

 

Οι δεν λοιπές διατάξεις επεκτείνονται ανάλογα, εν όλω ή εν μέρει με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων. Με το προεδρικό διάταγμα επιτρέπεται η εν όλω ή εν μέρει εφαρμογή των επεκτεινομένων διατάξεων και αναδρομικά.

 

Με το ίδιο διάταγμα επιτρέπεται να κωδικοποιούνται σε ενιαίο κείμενο οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας που ισχύουν, καθώς και κάθε νόμου που ήθελε μετέπειτα εκδοθεί που αφορούν το προσωπικό των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης. Κατά την κωδικοποίηση αυτή επιτρέπεται, χωρίς να αλλοιώνονται η έννοια των ισχυουσών διατάξεων, η νέα διάρθρωση του νομοθετικού υλικού, όπως διάσπαση ή συγχώνευση άρθρων, προσθήκη νέων και νέα κατάστρωση αυτού, η απάλειψη διατάξεων που έχουν καταργηθεί ρητά ή σιωπηρά, καθώς και των μεταβατικών διατάξεων που δεν ισχύουν, η ενέργεια διορθώσεων στη φραστική διατύπωση και μεταφορά στη δημοτική γλώσσα.

 

Άρθρο πέμπτο

 

Η ισχύς του παρόντος, πλην των διατάξεων για τις οποίες ορίζεται διαφορετικά, αρχίζει δύο (2) μήνες μετά τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

Παραγγέλνουμε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμο του Κράτους.

 

Αθήνα, 05-02-1999

 

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.