Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Οι Ορκωτοί Ελεγκτές που διενεργούν, με βάση τις αρχές και κανόνες ελεγκτικής του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών, τον τακτικό έλεγχο ανωνύμων εταιριών, σύμφωνα με τις διατάξεις του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920, όπως ισχύει κάθε φορά ή άλλους νόμους, υποχρεούνται να αναγράφουν στο οικείο πιστοποιητικό ελέγχου τις ουσιώδεις επιδράσεις παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας, οι οποίες έχουν σημαντική επίπτωση στις οικονομικές καταστάσεις, τις οποίες διαπιστώνουν κατά τον έλεγχό τους.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 38 του νόμου 2733/1999 (ΦΕΚ 155/Α/1999).
|
2. Οι διατάξεις του άρθρου 17 του νόμου [Ν] 1563/1985 καταργούνται.
3. Τα αγορανομικά και αστυνομικά όργανα, κατά τη διενέργεια ελέγχου των επιχειρήσεων στα πλαίσια των υπηρεσιακών καθηκόντων, καθώς και υπάλληλοι του Υπουργείου Εμπορίου κατά τη διενέργεια κοστολογικών ερευνών, επιτρέπεται να λαμβάνουν γνώση των στοιχείων, που προβλέπονται από τον [Π] Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων. Εφόσον κατά τους ελέγχους αυτούς, διαπιστώνονται παραβάσεις μη έκδοσης στοιχείων ή χρήσης πλαστών, παραποιημένων ή ανακριβών στοιχείων ή στοιχείων με εμφανείς υποτιμολογήσεις ή ανευρίσκονται αποθέματα που δεν καλύπτονται από φορολογικά στοιχεία, τα όργανα αυτά υποχρεούνται να γνωστοποιούν τις παραβάσεις στη Διεύθυνση Ελέγχων του Υπουργείου Οικονομικών. Η μη γνωστοποίηση των παραβάσεων αποτελεί βαρύτατο πειθαρχικό παράπτωμα.
4. Οι προβλεπόμενες από τις φορολογικές διατάξεις κυρώσεις και άλλα μέτρα σε βάρος του παραβάτη επιβάλλονται με βάση τα έγγραφα των παραπάνω προσώπων ή οργάνων και δεν απαιτείται σύνταξη ειδικής έκθεσης από τη φορολογική αρχή.