Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Γενικά.
Σκοπός της διαθέσεως των λυμάτων στο έδαφος είναι αφ' ενός μεν η απαλλαγή από του υδατίνου όγκου δια διηθήσεως και εξατμίσεως, αφ' ετέρου δε η σταθεροποίησις των οργανικών ουσιών, δια της δράσεως των διαφόρων σαπρόφυτων και η καταστροφή των παθογόνων μικροοργανισμών. Οι περιοριστικοί παράγοντες είναι η απορροφητική ικανότης του εδάφους και η ικανότης αυτού να συγκρατεί και να σταθεροποιεί τις οργανικές ύλες. Η υπερβολική συγκέντρωσις οργανικών ουσιών δύναται να οδηγήσει σε δυσάρεστες σηπτικές καταστάσεις, την ανάπτυξη μυγών και τον περιορισμό της απορροφητικής ικανότητας του εδάφους.
Η δράση των μικροοργανισμών είναι έντονη παρά την επιφάνεια του εδάφους, ελαττώνεται δε ταχέως μετά του βάθους. Εδάφη άνευ ρωγμών ή οπών σε βάθος 3,0 έως 3,5 m είναι σχεδόν στείρα. Τα παθογόνα βακτήρια και τα αυγά των παρασιτικών σκωλήκων δύνανται να επιζήσουν στο έδαφος επί διάφορα χρονικά διαστήματα, αναλόγως της υγρασίας και της θερμοκρασίας αυτού. Τα μεν βακτήρια που δεν βρίσκουν ευνοϊκές συνθήκες στο έδαφος δια τον πολλαπλασιασμό των καταστρέφονται εντός ολίγων ημερών. Τα αυγά όμως των σκουληκιών είναι δυνατόν να επιζήσουν επί μήνες. Επίσης, δια των διατιθεμένων λυμάτων στο έδαφος είναι δυνατόν να μολυνθούν λαχανικά.
Επί λεπτόκοκκων συνεχών εδαφών τα υγρά διεισδύουν σχεδόν κατακορύφως και παρασύρουν και τους τυχόν μικροοργανισμούς που εμπεριέχονται και τις εν διαλύσει χημικές ουσίες. Οι μικροοργανισμοί συγκρατούνται ταχέως στους πόρους του εδάφους και δεν φαίνεται πιθανόν να φθάνουν σε βάθος μεγαλύτερο των 3 m. Η προς τα άνω και προς τα πλάγια κίνησις αυτών είναι ασήμαντη. Όταν η μόλυνση συναντήσει υδροφόρο στρώμα ακολουθεί την κίνηση αυτού και είναι δυνατόν να φθάσει μέχρι απόσταση 11 m. Η χημική όμως μόλυνσις είναι δυνατόν να μεταφερθεί σε σημαντικά μεγαλύτερη απόσταση (70 και πλέον m).
Εάν τα λύματα ευρίσκονται υπό πίεση, όπως στην περίπτωση των απορροφητικών βόθρων, οι μολύνσεις μικροβιακή και χημική, είναι δυνατόν να μεταφερθούν σε πολύ μεγαλύτερες αποστάσεις. Προφανώς ουδεμία πηγή υδρεύσεως επιτρέπεται να ευρίσκεται εντός της περιοχής μεταδόσεως της μολύνσεως. Ειδικώς, δια τα φρέατα πρέπει η περιοχή αυτή να ευρίσκεται εκτός του κύκλου επιρροής αυτών.
Προφανώς τα ανωτέρω δεν ισχύουν προκειμένου περί εδαφών μετά οπών ή ρωγμών ως τα χαλικώδη και τα ασβεστολιθικά πετρώματα. Στις περιπτώσεις αυτές η μόλυνση δύναται να μεταφερθεί σε μεγάλες αποστάσεις.
Τα λύματα είναι δυνατόν να διατεθούν στο έδαφος είτε επιφανειακά δι' αρδεύσεων, είτε υπογείως. Η επιφανειακή διάθεση των λυμάτων αν και υπό ορισμένες προϋποθέσεις αποτελεί την ενδεικνυόμενη λύση, δεν εξετάζεται στο παρόν, καθ' όσον δεν ενδείκνυται προς ιδιωτική χρήση λόγω των συναφών μεγάλων κινδύνων. Εν γένει δεν πρέπει να διατίθενται στο έδαφος λύματα που δεν έχουν υποστεί τουλάχιστον καθίζηση.
2. Μέθοδοι διαθέσεως.
Η τελική διάθεση των λυμάτων στο έδαφος δύναται να γίνει δι' απορροφητικού βόθρου ή δια πεδίου υπεδάφιου αρδεύσεως. Δια τον υπολογισμό των στοιχείων τούτων θα λαμβάνεται υπ' όψη η μεγίστη ημερησία απορροή λυμάτων, σε συνδυασμό με την απορροφητικότητα του εδάφους, όπως εκτίθεται περαιτέρω.
2.1. Απορροφητικός βόθρος
Επιτρέπεται η διάθεση των λυμάτων εντός απορροφητικών βόθρων, εφ' όσον έχουν υποστεί πρότερον καθίζηση και δεν δημιουργούνται εξ αυτών κίνδυνοι δια την δημόσια υγεία και την ασφάλεια των κτιρίων ή δεν προκαλούνται ζημίες στις ιδιοκτησίες.
Προκειμένου περί λεπτόκοκκων συνεχών εδαφών, οι απορροφητικοί βόθροι δέον να τοποθετούνται σε απόσταση τουλάχιστον 15 m από υδραγωγεία, 30 m από φρέατα, πηγές ή ακτές κολυμβήσεως και 6 m από θεμελίων κτιρίων ή γειτονικές οριογραμμές. Οι αποστάσεις αυτές εξαρτώνται εκ των τοπικών συνθηκών και είναι ενδεικτικές. Κατά συνέπεια αυτές δεν αποτελούν εγγύηση και δέον όπως τα σχετικά προβλήματα ερευνώνται λεπτομερώς κατά την μελέτη και κατασκευήν υπό του υπευθύνου Μηχανικού.
Πάντως, επί εδαφών λίαν διαπερατών ή μετά ρωγμών, για τα οποία υφίσταται άμεσος κίνδυνος μολύνσεως του ύδατος υδρεύσεως ή κατακλυσμού χαμηλότερων περιοχών και υπογείων, απαγορεύεται η εγκατάσταση απορροφητικών βόθρων. Επί της έρευνας των σχετικών ζητημάτων εφιστάται ιδιαιτέρως η προσοχή των μελετητών και επιβλεπόντων μηχανικών προς αποφυγήν των σχετικών ευθυνών, οι οποίες δυνατόν να προκύψουν στο μέλλον.
Ο απορροφητικός βόθρος δέον να φέρει φρεάτιο επιθεωρήσεως και ελέγχου, που κλείνει αεροστεγώς προς αποφυγήν δυσοσμιών και να αερίζεται καλώς κατά τρόπον αποκλείοντα την δημιουργίαν οχλήσεων.
Σχήμα 11: Απορροφητικός βόθρος
Κατασκευαστικά, οι απορροφητικοί βόθροι διαμορφώνονται συνήθως ως φρέατα (Σχήμα 11) διαμέτρου 1,00 έως 2,50 m και βάθους αναλόγου προς τις τοπικές συνθήκες και ανάγκες. Εις περιπτώσεις καθ' ας ο βόθρος δεν είναι δυνατόν να επεκταθεί εις βάθος λόγω της φύσεως του εδάφους ή εμφανίσεως υπογείου ύδατος, δύναται να διαμορφωθεί ως απορροφητική στοά (Σχήμα 12). Επί ασταθών εδαφών τα τοιχώματα των απορροφητικών βόθρων επενδύονται δια ξηρολιθοδομής. Μεταξύ της επενδύσεως και του εδάφους μέχρι του ύψους του σωλήνα εισαγωγής, ως και εις τον πυθμένα, τοποθετείται στρώμα χαλίκων πάχους περίπου 0,20 m.
Απαγορεύεται η καθ' οιονδήποτε τρόπον διάθεσις λυμάτων εντός εγκαταλελειμμένων φρεάτων. Τα φρέατα ταύτα θα αχρηστεύονται δι' επιχώσεως ή θα καλύπτονται ερμητικά.
Σχήμα 12: Απορροφητική στοά
Στις μελέτες αποχετεύσεως των κτιρίων δέον να περιλαμβάνεται σχέδιο του απορροφητικού βόθρου μετά των γεωλογικών ενδείξεων. Προκειμένου περί μεγάλων κτιρίων όπως πολυκατοικιών, ιδρυμάτων, ξενοδοχείων κ.λ.π. θα καθορίζεται η φύση του υπεδάφους δια ερευνητικής διατρήσεως ή εκσκαφής υπό την άμεση επίβλεψη του Μηχανικού που συντάσσει τη μελέτη.
Δια τον υπολογισμό των διαστάσεων του απορροφητικού βόθρου θα λαμβάνεται υπ' όψιν η βρεχόμενη παράπλευρη επιφάνεια της εκσκαφής σε συνδυασμό με το είδος του εδάφους και την μεγίστη ημερησία απορροή λυμάτων. Σε περίπτωση κατασκευής περισσότερων του ενός βόθρων, ίνα θεωρηθεί κεχωρισμένως η απορροφητική ικανότητα εκάστου εξ αυτών, δέον η απόσταση μεταξύ δύο εκ τούτων να είναι τουλάχιστον τριπλάσια της διαμέτρου (εκσκαφής) του μεγαλυτέρου εξ αυτών. Ο πίνακας V παρέχει ενδεικτικά στοιχεία δια τον υπολογισμό των απορροφητικών βόθρων.
Πίνακας V: Στοιχεία υπολογισμού απορροφητικών βόθρων
Είδος εδάφους
|
Απαιτουμένη παράπλευρη επιφάνεια εκσκαφής (m2 ανά m3 λυμάτων ημερησίως)
|
Χονδρόκοκκη άμμος ή χάλικες
|
5
|
Λεπτόκοκκη άμμος
|
7
|
Άμμος μετά πηλού ή αργίλου
|
12
|
Άργιλος με σημαντική ποσότητα άμμου ή χαλίκων
|
20
|
Άργιλος με μικρή περιεκτικότητα άμμου ή χαλίκων
|
40
|
Λίαν συμπαγής άργιλος, σκληρό υπόστρωμα, βράχος ή άλλοι αδιαπέραστοι σχηματισμοί
|
ακατάλληλο
|
Στις σχετικές μελέτες αποχετεύσεως θα καθορίζεται σαφώς ο τρόπος αντιμετωπίσεως της τελικής διαθέσεως των λυμάτων εις περίπτωσιν μερικής ή ολικής αστοχίας του βόθρου λόγω ελαττωμένης απορροφητικής ικανότητας του εδάφους ή συνεπεία δημιουργίας κινδύνων για τη δημόσια υγεία ή λόγω προκλήσεως ζημιών στις ιδιοκτησίες. Η προβλεπομένη διάταξη θα εμφαίνεται επί του τοπογραφικού διαγράμματος, θα περιλαμβάνονται δε στην έκθεση οι σχετικοί υπολογισμοί διαστάσεων κ.λ.π. και θα επισυνάπτονται πάντα τα αναγκαιούντα σχέδια (κατόψεις, τομές κ.λ.π.) των απαιτουμένων εγκαταστάσεων για την ενδεχόμενη εν καιρώ κατασκευήν τούτων. Ο ως άνω προβλεπόμενος τρόπος τελικής διαθέσεως των λυμάτων μετ' ενδεικτικού προϋπολογισμού της απαιτουμένης προσθέτου δαπάνης, δέον απαραιτήτως να μνημονεύεται στον οργανισμό λειτουργίας της πολυκατοικίας, επιχειρήσεως, ιδρύματος κ.λ.π.
2.2. Πεδίο υπεδάφιας άρδευσης.
2.2.1. Περιγραφή και υπολογισμός διαστάσεων.
Τούτο συνίσταται εκ συστήματος σωληνωτών αγωγών μετά ανοικτών αρμών, που περιβάλλονται από στρώμα χαλίκων και τοποθετημένων κατά μήκος του πυθμένα τάφρων, δια των οποίων τα υποστάντα καθίζηση λύματα κατανέμονται και διηθούνται στο έδαφος, οι δε παρεχόμενες οργανικές ουσίες σταθεροποιούνται (Σχήμα 13).
Σχήμα 13: Πεδίο υπεδάφιας άρδευσης:
α) Γενική διάταξη
β) Διάταξη συστήματος στην περίπτωση οριζόντιου εδάφους
γ) Διάταξη συστήματος για κεκλιμένο έδαφος
δ) Τομές τάφρων
Ως ανεφέρθη ήδη, τα λύματα πριν ή οδηγηθούν εις το σύστημα των σωληνωτών αγωγών, δέον να διέρχονται σε ορισμένες περιπτώσεις από θάλαμο περιοδικής φόρτισης (άρθρο 10 παράγραφος 1.1) και εν συνεχεία σε κάθε περίπτωσιν από φρεάτιο διανομής (άρθρο 10 παράγραφος 1.2), δια των οποίων επιτυγχάνονται συνθήκες ροής που εξασφαλίζουν την κανονική λειτουργία και απόδοση των εγκαταστάσεων.
Το σύστημα της υπεδάφιου αρδεύσεως, διατάσσεται αναλόγως της διαμορφώσεως του εδάφους και συγκεκριμένως οι σωληνώσεις ακολουθούν την κλίση τούτου δια σχεδόν οριζόντια εδάφη, ή τις υψομετρικές καμπύλες, εφ' όσον οι εδαφικές κλίσεις είναι σημαντικές.
Η κλίση των σωλήνων δέον να είναι ομοιόμορφος, ποικίλλει κατά προτίμηση από 0,17% έως 0,33%. Εν πάση περιπτώσει ουδέποτε θα φθάνει τα 0,5%.
Η εσωτερική διάμετρος των σωλήνων των διαφόρων κλάδων δεν πρέπει να είναι μικροτέρα των 10 cm. Συνήθως χρησιμοποιούνται σωλήνες με απλά άκρα, διαμέτρου Φ10 cm και μήκους 0,30 έως 0,60 m. Πρακτικότεροι έχουν αποδειχθεί οι σωλήνες με κώδωνα, οι οποίοι πρέπει να προτιμώνται, πάντως εις μήκη ουχί μεγαλύτερα των 0,60 m. Το άνοιγμα των αρμών δέον να είναι 1 έως 1,5 cm. Το άνω μέρος αυτών θα προστατεύεται δια πισσόχαρτου, ή άλλως πως, από της εισόδου χωμάτων ή χαλίκων. Η προστασία αυτή δεν απαιτείται συνήθως εις τους σωλήνας με κώδωνα.
Το συνολικό βάθος των τάφρων θα κυμαίνεται από 0,45 m μέχρι 0,90 m. Η απόστασις των αξόνων αυτών δεν θα είναι μικροτέρα των 1,80 m. Εις πάσαν εγκατάσταση δέον να υφίστανται δύο τουλάχιστον κλάδοι σωληνώσεων, ουδενός δε το μήκος επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερο των 30 m. Ο πίνακας VI παρέχει στοιχεία των διαστάσεων και αποστάσεων των τάφρων.
Πίνακας VI: Ενδεικτικές διαστάσεις και ελάχιστη απόσταση των τάφρων υπεδάφιας άρδευσης (σε m).
Πλάτος πυθμένα τάφρου
|
Βάθος τάφρου
|
Ελαχίστη αξονική απόσταση των σωλήνων των αγωγών*
|
0,45
|
0,45 έως 0,75
|
1,80
|
0,60
|
0,45 έως 0,75
|
1,80
|
0,75
|
0,45 έως 0,90
|
2,30
|
0,90
|
0,60 έως 0,90
|
2,75
|
Το συνολικόν μήκος του συστήματος σωληνώσεων θα καθορίζεται επί τη βάσει της προβλεπομένης μεγίστης ημερησίας απορροής λυμάτων και της απορροφητικότητας του εδάφους, ήτις θα προσδιορίζεται δι' ειδικής επιτόπιας δοκιμασίας ως κατωτέρω:
(*) Σημείωση: Όπου η διαθέσιμη εδαφική έκταση το επιτρέπει, συνιστάται μεγαλύτερη αξονική απόσταση των τάφρων.
2.2.2. Δοκιμή διηθήσεως.
α) Εκσκάπτονται 6 τουλάχιστον οπές τετραγωνικής διατομής, πλευράς 0,30 m και βάθους ίσου προς το προβλεπόμενο μέσο βάθος των τάφρων, σε θέσεις ομοιόμορφα κατανεμημένες στην περιοχή αναπτύξεως του υπεδάφιου συστήματος.
β) Οι οπές πληρούνται μέχρι ύψους τουλάχιστον 0,15 m δι' ύδατος. Εάν το έδαφος είναι ξηρό επαναλαμβάνεται η προσθήκη ύδατος ούτως ώστε κατά την κρίση του δοκιμαστή να επιτευχθούν συνθήκες προς το φυσικώς υγρό έδαφος.
γ) Μετράται ο παρεχόμενος χρόνος για την πλήρη απορρόφηση του ύδατος σε min και υπολογίζεται ο απαιτούμενος μέσος χρόνος δια την πτώση της στάθμης του ύδατος κατά 1 cm δι' εκάστην οπή. Εξάγεται η μέση τιμή δια το σύνολον των οπών σε min/cm.
Βάσει του ως άνω αποτελέσματος και του πίνακα VII καθορίζεται η απαιτουμένη ολική ενεργή επιφάνεια. Ως ενεργή απορροφητική επιφάνεια θεωρείται η επιφάνεια του πυθμένα των τάφρων. Ουδέν σύστημα επιτρέπεται να έχει ενεργή επιφάνεια μικρότερη των 15 m2.
Πίνακας VII: Στοιχεία καθορισμού της απαιτουμένης ενεργού επιφανείας τάφρου βάσει των αποτελεσμάτων της δοκιμής διηθήσεως.
Μέσος χρόνος διηθήσεως (min/cm)
|
Απαιτούμενη επιφάνεια πυθμένα (m2 ανά m3 λυμάτων ημερησίως)
|
Απαιτούμενη κατά προσέγγιση ελάχιστη εδαφική έκταση (m2 ανά m3 λυμάτων ημερησίως)
|
1/2 ή λιγότερο
|
10
|
30
|
1
|
13
|
40
|
1 και 1/2
|
17
|
50
|
2
|
20
|
60
|
3
|
23
|
70
|
4
|
25
|
75
|
5
|
28
|
95
|
10
|
41
|
125
|
15
|
48
|
145
|
20
|
54
|
165
|
25
|
60
|
180
|
Πάνω από 25
|
ακατάλληλο
|
-
|
2.2.3. Θέση.
Το πεδίο υπεδάφιας άρδευσης δέον να αναπτύσσεται σε περιοχή μακρά των πηγών των φρεάτων υδρεύσεως. Η απόσταση των αγωγών δεν πρέπει να είναι μικρότερη των 30 m από σκαμμένο φρεάτιο ή πηγών, 15 m από φρεάτιο γεώτρησης, του οποίου η σωλήνωσις εντός αδιαπέρατου εδάφους είναι τουλάχιστον 15 m και 3 m από οιωνδήποτε θεμελίων κτιρίων ή οριογραμμής.
Δια την περίπτωση μερικής ή ολικής αστοχίας του συστήματος διαθέσεως των λυμάτων δι' υπεδάφιου αρδεύσεως, δέον να προβλέπεται στη σχετική μελέτη ο τρόπος αντιμετωπίσεως της τελικής διαθέσεως τούτων, επισυναπτομένων σε αυτή όλων των αναγκαίων τεχνικών στοιχείων και λοιπών υποχρεώσεων, όπως αυτά καθορίζονται προκειμένου περί απορροφητικών βόθρων. (άρθρο 13 παράγραφος 2.1).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με την παράγραφο 2 της υπ' αριθμόν Γ1/11379/1971 υγειονομικής διάταξης (ΦΕΚ 688/Β/1971).
|