Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 4468/2010
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Τμήμα Ε
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 08-04-2009, με την εξής σύνθεση: Κ. Μενουδάκος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε' Τμήματος, Μ. Γκορτζολίδου, Αντώνης Ντέμσιας, Σύμβουλοι, Χρήστος Ντουχάνης, Όλγα Παπαδοπούλου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Π. Μερτζανάκη.
Για να δικάσει την από 21-04-2005 αίτηση:
της Εταιρείας με την επωνυμία __________ και τον διακριτικό τίτλο __________, που εδρεύει στην Αθήνα, __________, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Χάρη Συνοδικό (Αριθμός Μητρώου 13863), που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,
κατά του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με τον Δημήτρη Καμάρη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθούν: 1) το υπ' αριθμόν 2280/2004 πρωτόκολλο κατεδάφισης της Κτηματικής Υπηρεσίας Νομού Αργολίδας και 2) το υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 375/2005 έγγραφο της Κτηματικής Υπηρεσίας Νομού Αργολίδας περί απορρίψεως της από 15-03-2002 αιτήσεώς της.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Χρήστου Ντουχάνη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσας εταιρείας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά το Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (2384396, 1725123/2005 ειδικά γραμμάτια παραβόλου).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση α) του 2280/2004 Πρωτοκόλλου Κατεδάφισης Αυθαιρέτων Κτισμάτων, το οποίο εκδόθηκε από την Κτηματική Υπηρεσία του Νομού Αργολίδος και αφορά σε κτίσματα και κατασκευές, ευρισκόμενα στη θέση Κόστα Πορτοχελίου του Δήμου Κρανιδίου του Νομού Αργολίδος, και β) της 375/2005 πράξης της ίδιας Κτηματικής Υπηρεσίας, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση της αιτούσας για τη νομιμοποίηση των εν λόγω κτισμάτων και κατασκευών.
3. Επειδή, οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι συναφείς και προσβάλλονται παραδεκτώς με το ίδιο δικόγραφο.
4. Επειδή, στο άρθρο 27 του νόμου 2971/2001 (ΦΕΚ 285/Α/2001) ορίζεται ότι:
{1. ...
2. Τα πάσης φύσεως κτίσματα και εν γένει κατασκευάσματα, τα οποία έχουν ανεγερθεί ή θα ανεγερθούν χωρίς άδεια στον αιγιαλό ή την παραλία μετά τον καθορισμό και τη συντέλεση των απαλλοτριώσεων των άρθρων 7 και 10 κατεδαφίζονται, ανεξάρτητα από το χρόνο ανέγερσής τους ή αν κατοικούνται ή άλλως πως χρησιμοποιούνται. Εξαιρούνται κτίσματα και κατασκευάσματα που τελούν υπό την προστασία του Υπουργείου Πολιτισμού. Προς τούτο ο προϊστάμενος της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας εκδίδει πρωτόκολλο κατεδάφισης, το οποίο κοινοποιεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου [Ν] 2717/1999 Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, σε εκείνον που έχει ανεγείρει αυθαιρέτως, ο οποίος οφείλει εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση να κατεδαφίσει τα κτίσματα και να άρει τα πάσης φύσεως κατασκευάσματα από τον αιγιαλό ή την παραλία.
3. ...
7. Τα χωρίς άδεια ή καθ' υπέρβαση της άδειας έργα και εν γένει κατασκευές μέσα στη θάλασσα αίρονται και απομακρύνονται ανεξάρτητα από τον τρόπο χρησιμοποίησής τους ... Προς τούτο η Κτηματική Υπηρεσία, μετά από πρόταση της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής, συντάσσει πρωτόκολλο κατεδάφισης, άρσης και απομάκρυνσης των ανωτέρω έργων και κατασκευών ...}
Κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, αυθαίρετα κτίσματα ανεγειρόμενα εν μέρει ή εν όλω εντός του αιγιαλού ή της θάλασσας κατεδαφίζονται υποχρεωτικώς. Οι διατάξεις αυτές, ειδικές σε σχέση με τις γενικές διατάξεις περί αυθαιρέτων κατασκευών, αποσκοπούν στην άμεση και αποτελεσματική προστασία του αιγιαλού και του θαλασσίου χώρου και επιβάλλουν την αποκατάσταση της μορφής τους, η οποία έχει αλλοιωθεί με την χωρίς άδεια ανέγερση πάσης φύσεως τεχνικού έργου, κτίσματος ή κατασκευάσματος. Η εκτέλεση, εξ άλλου, τεχνικών έργων επί του αιγιαλού ή της παραλίας επιτρέπεται μόνον εφόσον τηρηθεί η διαδικασία του άρθρου 12 ή του άρθρου 14 του νόμου 2971/2001, αναλόγως της φύσεως του έργου, και με την προϋπόθεση ότι θα τηρηθούν οι όροι προστασίας της ακτής, που αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος. Εάν η διαδικασία αυτή δεν τηρηθεί, τα επί του αιγιαλού ή εντός της θαλάσσης ανεγερθέντα κτίσματα είναι αυθαίρετα και κατεδαφιστέα (παράβαλε ΣτΕ 3587/2007, 4951/2005 κ.ά.).
5. Επειδή, εξάλλου, στις παραγράφους 9 και 10 του ίδιου άρθρου 27 του νόμου 2971/2001 ορίζεται ότι:
{9. Για έργα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 και έχουν γίνει πριν από την ισχύ του παρόντος νόμου στον αιγιαλό, την παραλία ή τη θάλασσα, χωρίς άδεια ή με υπέρβαση αυτής, είναι δυνατόν μετά από αιτιολογημένη κρίση της Διοίκησης, να εκδοθεί γι' αυτά η σχετική άδεια κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του παρόντος νόμου, εφόσον δεν παραβιάζονται οι ισχύουσες σχετικές διατάξεις, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις έκδοσης της άδειας αυτής και υποβληθεί προς τούτο αίτηση στην αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία εντός αποκλειστικής προθεσμίας 3 μηνών από την ισχύ του παρόντος νόμου (η οποία παρατάθηκε στη συνέχεια με το άρθρο 46 παράγραφος 16 του νόμου 3220/2004 (ΦΕΚ 15/Α/2004), βλέπε και άρθρο 15 του νόμου 3554/2007 (ΦΕΚ 80/Α/2007)). Η αίτηση αυτή συνοδεύεται από τεχνική περιγραφή του έργου, τοπογραφικό διάγραμμα 1:500, φωτογραφίες και χάρτη της ευρύτερης περιοχής με την ακριβή θέση του έργου. Εντός περαιτέρω αποκλειστικής προθεσμίας ενός έτους απαιτείται, για την έκδοση απόφασης του Υπουργού Οικονομικών επί της πιο πάνω αίτησης, η υποβολή των δικαιολογητικών, που προβλέπονται από το άρθρο 14. Για τη νομιμοποίηση των πιο πάνω έργων καταβάλλεται προηγουμένως η αποζημίωση για την αυθαίρετη χρήση του αιγιαλού ή παραλίας σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
10. Προκειμένου για έργα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 τα οποία έχουν κατασκευαστεί στον αιγιαλό, την παραλία ή τη θάλασσα μέχρι την ισχύ του παρόντος νόμου από το Δημόσιο, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, η κατά την προηγούμενη παράγραφο αίτηση έκδοσης της σχετικής άδειας μπορεί να υποβληθεί μέσα σε 2 έτη από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου.}
Τέλος, στο άρθρο 14 παράγραφος 1 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι:
{1. Η παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης αιγιαλού, παραλίας, συνεχόμενου ή παρακείμενου θαλάσσιου χώρου, ή του πυθμένα, για την εκτέλεση έργων που εξυπηρετούν εμπορικούς, βιομηχανικούς, συγκοινωνιακούς, λιμενικούς ή άλλου είδους σκοπούς, που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών κατά τη διαδικασία που προβλέπει η επόμενη παράγραφος. Η παραχώρηση μπορεί να περιλαμβάνει και απλή χρήση αιγιαλού και παραλίας για την εξυπηρέτηση λειτουργικών αναγκών των έργων αυτών. Η διαδικασία αυτή απαιτείται και για τα έργα του Δημοσίου στους παραπάνω χώρους.}
6. Επειδή, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, ερμηνευόμενων σε αρμονία με το άρθρο 24 παράγραφος 1 του Συντάγματος, που επιβάλλει στη Διοίκηση την υποχρέωση διασφάλισης και προστασίας των ευπαθών οικοσυστημάτων των ακτών, δυνατότητα νομιμοποίησης παρέχεται για έργα, με τα οποία εξυπηρετούνται οι αναφερόμενοι στις διατάξεις αυτές ή σε άλλες ειδικές διατάξεις σκοποί, με την προϋπόθεση ότι, στις ιδιαίτερες συνθήκες που συντρέχουν σε κάθε περίπτωση, οι σκοποί αυτοί συνδέονται με επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι, κατ' εξαίρεση, υπερτερούν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, της προστασίας του οικοσυστήματος της ακτής, που αποτελεί εξ ορισμού σημαντικό σκοπό δημοσίου συμφέροντος. Ενόψει τούτου, η ικανοποίηση του αιτήματος νομιμοποίησης αυθαίρετων κατασκευών στον αιγιαλό, την παραλία ή τη θάλασσα, η οποία είναι, κατά τα ανωτέρω, όλως κατ' εξαίρεση επιτρεπτή, πρέπει να είναι προϊόν κρίσης ειδικώς αιτιολογημένης, ενώ, αντιθέτως, η απόρριψη του σχετικού αιτήματος, η οποία αποτελεί εξειδίκευση της γενικής υποχρέωσης προστασίας του οικοσυστήματος των ακτών, δεν απαιτείται να αιτιολογείται ειδικώς. Εξάλλου, δεδομένου του εξαιρετικού χαρακτήρα της νομιμοποίησης των αυθαιρέτων κτισμάτων και κατασκευών στον αιγιαλό, την παραλία ή τη θάλασσα, η κίνηση της σχετικής διαδικασίας δεν συνεπάγεται την απαγόρευση έκδοσης πρωτοκόλλων κατεδάφισης των εν λόγω κατασκευών ούτε την αυτόθροη αναστολή της εκτέλεσης των πρωτοκόλλων κατεδάφισής τους, εφόσον αυτά έχουν τυχόν εκδοθεί.
7. Επειδή, περαιτέρω, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, η διαδικασία νομιμοποίησης αυθαιρέτων κατασκευών στον αιγιαλό, την παραλία ή τη θάλασσα κινείται με την υποβολή σχετικής αίτησης από τον ενδιαφερόμενο προς την οικεία Κτηματική Υπηρεσία, με την οποία συνυποβάλλονται, ως μόνα δικαιολογητικά, η τεχνική περιγραφή του έργου, τοπογραφικό διάγραμμα 1:500, φωτογραφίες της περιοχής και χάρτης της ευρύτερης περιοχής με την ακριβή θέση του έργου (άρθρο 27 παράγραφος 9 εδάφιο β' του νόμου 2971/2001). Στη συνέχεια, εφόσον η ως άνω Κτηματική Υπηρεσία κρίνει με πράξη της ότι πληρούνται, καταρχήν, οι νόμιμες προϋποθέσεις, οι οποίες τάσσονται από το άρθρο 14 παράγραφος 1 του ίδιου νόμου, στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 27 παράγραφος 9, δηλαδή ότι πρόκειται για έργο που εξυπηρετεί εμπορικό, βιομηχανικό, συγκοινωνιακό, λιμενικό ή άλλου είδους σκοπό προβλεπόμενο από την ισχύουσα νομοθεσία, απαιτείται να τηρηθεί η οριζόμενη στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου διαδικασία, η οποία προβλέπεται για κάθε έργο πραγματοποιούμενο στο χώρο του αιγιαλού ύστερα από σχετική παραχώρηση δικαιώματος χρήσης.
Προς τούτο, παραπέμπεται η υπόθεση από την Κτηματική Υπηρεσία στις υπηρεσίες του άρθρου 14 παράγραφος 2 και, ειδικότερα, στην αρμόδια για την προέγκριση χωροθέτησης (και ήδη προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση (άρθρο 2 παράγραφος 1 υποπαράγραφος δ' του νόμου 3010/2002 (ΦΕΚ 91/Α/2002))) διοικητική αρχή, και στις συναρμόδιες να γνωμοδοτήσουν υπηρεσίες (Γενικό Επιτελείο Ναυτικού, Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, Νομαρχιακή Επιτροπή Χωροταξίας και Περιβάλλοντος, Υπουργείο Πολιτισμού, Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού, Δημοτικό Συμβούλιο του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Υπουργείο Ανάπτυξης και Υπουργείο Αιγαίου) ή στις υπηρεσίες που ασκούν κατά τον κρίσιμο χρόνο τις σχετικές αρμοδιότητες, μετά την τήρηση δε της διαδικασίας αυτής και την εκπόνηση σχετικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, αποφαίνεται οριστικά επί του αιτήματος νομιμοποίησης ο κατά τις ανωτέρω διατάξεις αρμόδιος για την παραχώρηση της χρήσης Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών. Εφόσον, αντιθέτως, η Κτηματική Υπηρεσία κρίνει ότι δεν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις, ότι, δηλαδή δεν πρόκειται για έργα, τα οποία εξυπηρετούν εμπορικούς, βιομηχανικούς, συγκοινωνιακούς, λιμενικούς ή άλλου είδους σκοπούς, που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, και τα οποία θα επέτρεπαν, καταρχήν, την ικανοποίηση του αιτήματος νομιμοποίησης, δεν κινείται η δεύτερη φάση της διαδικασίας και δεν παραπέμπεται το αίτημα για οριστική κρίση στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών.
8. Επειδή, όπως προκύπτει, εν προκειμένω, από το φάκελο της υπόθεσης, την 01-06-2004 διενεργήθηκε από υπαλλήλους της Κτηματικής Υπηρεσίας του νομού Αργολίδος αυτοψία σε έκταση που βρίσκεται στη θέση Κόστα Πορτοχελίου του Δήμου Κρανιδίου του Νομού Αργολίδος. Κατά την αυτοψία διαπιστώθηκε ότι στην έκταση αυτή, η οποία εμπίπτει στον αιγιαλό, όπως τα όριά του έχουν καθορισθεί με την 1017770/1504/Β0010/2003 πράξη του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών (ΦΕΚ 326/Δ/2003), η αιτούσα αυθαιρέτως α) είχε κατασκευάσει δύο κτίσματα με χρήση αποθήκης, β) είχε κατασκευάσει προβλήτα με φερτούς ογκόλιθους, την οποία είχε πλακοστρώσει, γ) είχε τοποθετήσει πλωτή ξύλινη προβλήτα, δ) είχε κατασκευάσει πέτρινους τοίχους αντιστήριξης και σκάλες, ε) είχε διαμορφώσει το χώρο με πλακόστρωση και φύτευση φυτών και στ) είχε επιστρώσει την αμμουδιά με φερτή λευκή άμμο. Κατόπιν τούτου, και αφού απευθύνθηκε προς την αιτούσα το 1302/2004 έγγραφο της Κτηματικής Υπηρεσίας Αργολίδος, με το οποίο αυτή κλήθηκε να εκθέσει τις απόψεις της, εκδόθηκε το προσβαλλόμενο 2280/2004 Πρωτόκολλο της Κτηματικής Υπηρεσίας του νομού Αργολίδος, με το οποίο διατάχθηκε η κατεδάφιση και η απομάκρυνση των προαναφερομένων κτισμάτων και κατασκευών. Τέλος, εκδόθηκε η δεύτερη προσβαλλόμενη 375/2005 πράξη της Κτηματικής Υπηρεσίας Αργολίδος, με την οποία απορρίφθηκε η 624/2002 αίτηση της αιτούσας για τη νομιμοποίηση των επίμαχων κτισμάτων και κατασκευών.
9. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 20 παράγραφος 2 του Συντάγματος, διότι πριν την έκδοσή της δεν παρασχέθηκε στην αιτούσα η δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις της. Ανεξαρτήτως όμως του γεγονότος ότι όπως προκύπτει από το φάκελο, η αιτούσα κλήθηκε να εκθέσει τις απόψεις της με το 1302/2004 έγγραφο της Κτηματικής Υπηρεσίας Αργολίδος, ο λόγος αυτός είναι, πάντως, απορριπτέος ως αβάσιμος λόγω του πραγματοπαγούς χαρακτήρα της προσβαλλόμενης πράξης, της οποίας η έκδοση στηρίζεται κατά νόμο σε αντικειμενικά δεδομένα και δεν συναρτάται με υποκειμενική συμπεριφορά των εκπροσώπων της αιτούσης εταιρείας (παράβαλε ΣτΕ 2680/2007, 1957/2007 κ.ά.).
10. Επειδή, προβάλλεται ότι το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο εκδόθηκε μη νομίμως σε βάρος της αιτούσας, διότι το ακίνητο με τις επίμαχες κατασκευές είχε μεταβιβασθεί προς τρίτους κατά το έτος 2003, δηλαδή πριν από την έκδοσή του και, κατά συνέπεια, η αιτούσα δεν είχε, πλέον, οποιαδήποτε εξουσία χρήσης και κάρπωσης του ακινήτου αυτού και, κατ' επέκταση, οποιαδήποτε δυνατότητα κατεδάφισης και απομάκρυνσης των εν λόγω κατασκευών. Ο λόγος, όμως, αυτός, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος διότι η ίδια η αιτούσα, η οποία ανήγειρε τις επίμαχες κατασκευές, υπέβαλε προς τη Διοίκηση την από 15-03-2002 αίτηση νομιμοποίησής τους, συνδεόμενη και εξ αυτού του λόγου με τις κατασκευές αυτές. Το γεγονός, εξάλλου, ότι η αιτούσα μεταβίβασε στη συνέχεια και, πάντως, πριν την έκδοση του προσβαλλόμενου πρωτοκόλλου, το ακίνητο και τις επ' αυτού ανεγερθείσες κατασκευές σε τρίτους δεν ασκεί, εν προκειμένω, επιρροή, δεδομένου, αφενός, του πραγματοπαγούς χαρακτήρα του προσβαλλόμενου πρωτοκόλλου (παράβαλε ΣτΕ 2686/2007, 2680/2007, 1957/2007, 4591/2005 κ.ά.) και, αφετέρου, της κατά τα ανωτέρω σύνδεσης της αιτούσας με τις κατασκευές αυτές, η δε περαιτέρω δυνατότητα πρακτικής υλοποίησης της υποχρέωσης κατεδάφισής τους ανάγεται στις συμβατικές σχέσεις της αιτούσας με τους αντισυμβαλλομένους της, οι οποίες, καταρχήν, δεν αφορούν τη Διοίκηση.
Κατά τη γνώμη, όμως, του Συμβούλου, Αντώνη Ντέμσια, το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο εκδόθηκε μη νομίμως επ' ονόματι της αιτούσας, εφόσον αυτή, κατά το χρόνο έκδοσής του, είχε μεταβιβάσει το ακίνητο και, επομένως, είχε αποξενωθεί από αυτό, στερούμενη, με τον τρόπο αυτό, της δυνατότητας να προβεί στην κατεδάφιση των επίμαχων κατασκευών, επί των οποίων δεν είχε, πλέον, τη φυσική εξουσία. Συνεπώς, κατά τη γνώμη αυτή, ο υπό κρίση λόγος ακυρώσεως θα έπρεπε να γίνει δεκτός και να ακυρωθεί το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο.
11. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ακόμη ότι μη νομίμως εκδόθηκε το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο, παρ' ότι, κατά το χρόνο έκδοσής του, εκκρεμούσε η διαδικασία νομιμοποίησης των επίμαχων κατασκευών, η οποία είχε κινηθεί ύστερα από την 624/2002 αίτηση της αιτούσας προς την Κτηματική Υπηρεσία Αργολίδος, η οποία ασκήθηκε κατ' εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 27 παράγραφος 9 του νόμου 2971/2001. Ανεξαρτήτως, όμως, του ζητήματος αν η αίτηση νομιμοποίησης εκκρεμούσε ή είχε σιωπηρώς απορριφθεί μετά την πάροδο δυόμισι και πλέον ετών από την υποβολή της έως την έκδοση του προσβαλλόμενου πρωτοκόλλου, καθώς και του γεγονότος ότι, με την μεταγενέστερη και συμπροσβαλλόμενη με την υπό κρίση αίτηση 375/2005 πράξη της Κτηματικής Υπηρεσίας Αργολίδος απορρίφθηκε ρητώς η αίτηση της αιτούσας για τη νομιμοποίηση των εν λόγω κτισμάτων και κατασκευών, ο λόγος είναι, πάντως, απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι, κατά τα εκτιθέμενα στην έκτη σκέψη, η τυχόν εκκρεμής διαδικασία επί αιτήματος νομιμοποίησης υποβληθέντος κατά τις προαναφερόμενες διατάξεις, δεν κωλύει την έκδοση πρωτοκόλλου μη νομιμοποιηθεισών και, επομένως, αυθαιρέτων κατασκευών στον αιγιαλό.
12. Επειδή, εξάλλου, προβάλλεται ως προς τη δεύτερη προσβαλλόμενη 375/2005 πράξη της Κτηματικής Υπηρεσίας Αργολίδος ότι αυτή εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο, αφού την αρμοδιότητα να κρίνει επί του αιτήματος νομιμοποίησης των κατασκευών της αιτούσας έχει ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών και όχι η Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου. Όπως, όμως, αναφέρεται στην έκτη σκέψη, η πρώτη φάση της διαδικασίας απόφανσης επί αιτήματος νομιμοποίησης αυθαιρέτων κατασκευών τερματίζεται με πράξη της κατά τόπον αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου, προς την οποία, άλλωστε, υποβάλλεται η σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου, και η οποία αποφαίνεται επί της, καταρχήν, συνδρομής των προϋποθέσεων ικανοποίησης του αιτήματος νομιμοποίησης, αν, δηλαδή, τα έργα, των οποίων ζητείται η νομιμοποίηση, εξυπηρετούν σκοπούς που δικαιολογούν τη νομιμοποίηση και, στη συνέχεια, εφόσον το ζήτημα αυτό κριθεί θετικά, η υπόθεση παραπέμπεται τελικά στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών για οριστική κρίση μετά την τήρηση της προαναφερόμενης διαδικασίας. Αρμοδίως, επομένως, η Κτηματική Υπηρεσία Αργολίδος, εφόσον έκρινε ότι δεν πληρούνται οι, καταρχήν, προϋποθέσεις νομιμοποίησης των κατασκευών της αιτούσας, απέρριψε το σχετικό αίτημα με τη δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη, δεν ασκεί δε επιρροή το γεγονός ότι η υπηρεσία αυτή, πριν απορρίψει, κατά τα προαναφερόμενα, το εν λόγω αίτημα, είχε προωθήσει την υπόθεση στα αρμόδια για γνωμοδότηση όργανα.
13. Επειδή, περαιτέρω προβάλλεται ότι η δεύτερη προσβαλλόμενη 375/2005 πράξη της Κτηματικής Υπηρεσίας Αργολίδος είναι αναιτιολόγητη, διότι περιορίζεται στη διαπίστωση ότι το αίτημα της αιτούσας για τη νομιμοποίηση των κατασκευών της στον αιγιαλό δεν είναι εφικτό να ικανοποιηθεί. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, διότι, όπως αναφέρεται στη σκέψη 6, η νομιμοποίηση αυθαιρέτων κατασκευών στον αιγιαλό είναι επιτρεπτή μόνον κατ' εξαίρεση, η δε άρνηση της Διοίκησης να ικανοποιήσει σχετικό αίτημα του ενδιαφερομένου δεν απαιτεί ειδική αιτιολογία.
14. Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι η νομιμοποίηση των επίμαχων αυθαιρέτων κατασκευών ήταν, εν προκειμένω, επιβεβλημένη κατ' εφαρμογή του άρθρου 13 παράγραφος 3 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1540/1938 (ΦΕΚ 488/Α/1938). Η διάταξη, όμως, αυτή αναφέρεται, πάντως, σε εξωραϊστικά κοινής χρήσεως έργα επί εκτάσεων πλησίον του αιγιαλού που έχουν παραχωρηθεί κατά τη διαδικασία του άρθρου 13 του εν λόγω αναγκαστικού νόμου, θέτει, δηλαδή, προϋποθέσεις που δεν προκύπτει ούτε προβάλλεται ότι πληρούνται εν προκειμένω και, επομένως, δεν είναι εφαρμοστέα στην περίπτωση των αυθαιρέτων κατασκευών της αιτούσας. Κατά συνέπεια, ο ανωτέρω λόγος είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
15. Επειδή, κατόπιν τούτων, η υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα στο σύνολό της.
Δια ταύτα
Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου.
Επιβάλλει στην αιτούσα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, που ανέρχεται σε 460 €.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 07-01-2010
Ο Πρόεδρος του Ε' Τμήματος
Η Γραμματέας
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 31-12-2010.
Ο Πρόεδρος του Ε' Τμήματος
Ο Γραμματέας του Ε' Τμήματος