Προεδρικό διάταγμα 609/85 - Άρθρο 36

Άρθρο 36: Προθεσμίες - ποινικές ρήτρες


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Σε κάθε σύμβαση δημοσίου έργου, εκτός από την προθεσμία για την περάτωση του συνόλου του έργου (συνολική προθεσμία) ορίζονται και προθεσμίες για τη συμπλήρωση ορισμένων τμημάτων του έργου, (τμηματικές προθεσμίες). Σε περίπτωση μικρών έργων, ή έργων που από τη φύση τους δεν επιδέχονται προσδιορισμό τμημάτων ή χαρακτηριστικών επιμέρους δραστηριοτήτων μπορεί η σύμβαση να μην προβλέπει τμηματικές προθεσμίες.

 

2. Όλες οι προθεσμίες αρχίζουν από την υπογραφή της σύμβασης, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σ' αυτήν.

 

3. Μέσα στη συνολική προθεσμία πρέπει να έχουν τελειώσει όλες οι εργασίες κατασκευής και να έχουν γίνει και οι δοκιμασίες του έργου, αν προβλέπονται δοκιμασίες από τη σύμβαση. Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται ανάλογα και για τις τμηματικές προθεσμίες.

 

4. Οι τμηματικές προθεσμίες ορίζονται:

 

α)Για παράδοση τμημάτων του έργου που η έγκαιρη αποπεράτωση τους έχει ιδιαίτερη σημασία για τον κύριο του έργου, όπως είναι κατασκευή τμημάτων του έργου που μπορεί να χρησιμοποιηθούν αυτοτελώς, η συμπλήρωση εργασιών που αποτελούν προϋπόθεση ή συνδυάζονται με τις εργασίες άλλου έργου, εκτός της εργολαβίας στην οποία αναφέρεται η συγκεκριμένη σύμβαση, η εκτέλεση εργασιών για εξασφάλιση του έργου από καιρικές συνθήκες (αποκλειστικές τμηματικές προθεσμίες) και

β) Ως σταθμοί ενδιαμέσου ελέγχου της προόδου του έργου (ενδεικτικές τμηματικές προθεσμίες).

 

5. Η σύμβαση ορίζει ρητά τις αποκλειστικές τμηματικές προθεσμίες, που για αυτές οι προβλεπόμενες ποινικές ρήτρες είναι ανέκκλητες. Όλες οι άλλες τμηματικές προθεσμίες είναι ενδεικτικές και οι προβλεπόμενες για αυτές ποινικές ρήτρες ανακαλούνται, όπως ειδικότερα ορίζεται στην παράγραφο 12.

 

6. Παράταση της συνολικής ή των τμηματικών προθεσμιών εγκρίνεται σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 5 και των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 10 του νόμου 1418/1984:

 

α) Είτε με αναθεώρηση, όταν η καθυστέρηση του συνόλου των εργασιών του έργου ή του αντίστοιχου τμήματος δεν οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του ανάδοχου (άρθρο 5 παράγραφος 4 του νόμου 1418/1984) ή προκύπτει από αύξηση του αρχικού συμβατικού αντικειμένου (άρθρο 8 παράγραφος 1 του νόμου 1418/1984).

 

β) Είτε χωρίς αναθεώρηση (για το σύνολο ή μέρος των προβλεπόμενων εργασιών), όταν η παράταση κρίνεται σκόπιμο για το συμφέρον του έργου, έστω και αν η καθυστέρηση του συνόλου ή μέρους των υπολειπόμενων εργασιών οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του ανάδοχου (άρθρο 10 παράγραφος 2 και 3 του νόμου 1418/1984).

 

7. Αν η παράταση εγκρίνεται χωρίς αναθεώρηση για το σύνολο των υπολειπόμενων εργασιών του έργου ή μιας τμηματικής προθεσμίας του, επιβάλλονται οι σχετικές ποινικές ρήτρες άσχετα προς την έγκριση της παράτασης αυτής.

 

8. Η έγκριση παρατάσεων προθεσμιών γίνεται από την Προϊσταμένη Αρχή, ύστερα από αίτηση του ανάδοχου. Παράταση προθεσμίας μπορεί να εγκριθεί και χωρίς αίτηση του ανάδοχου αν η εγκρινόμενη παράταση δεν υπερβαίνει την οριακή προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 4 εδάφιο τρίτο του νόμου 1418/1984. Η αίτηση, αν υπάρχει κατατίθεται στη Διευθύνουσα υπηρεσία, που διατυπώνει πάντοτε τη γνώμη της προς την Προϊσταμένη Αρχή. Όταν πρόκειται για εφαρμογή της περίπτωση β' της παραγράφου 6 του άρθρου αυτού (παράταση χωρίς αναθεώρηση) ο προϊστάμενος της Διευθύνουσας υπηρεσίας σε αντιπαράσταση με τον ανάδοχο καταρτίζει πίνακα διαχωρισμού των εργασιών σε εκείνες που μπορούσε να εκτελεσθούν σε προηγούμενη αναθεωρητική περίοδο και στις λοιπές εργασίες. Οι πρώτες διαχωρίζονται και κατά αναθεωρητική περίοδο μέσα στην οποία μπορούσε και έπρεπε να εκτελεσθούν. Ο πίνακας αποτελεί πράξη της Διευθύνουσας υπηρεσίας και ο ανάδοχος δικαιούται να υποβάλει ένσταση κατά του πίνακα διαχωρισμού μόνο αν τον υπογράψει με επιφύλαξη. Σε περίπτωση άρνησης του ανάδοχου να συμπράξει στην κατάρτιση ή να υπογράψει τον πίνακα εφαρμόζεται ανάλογα η διάταξη του άρθρου 43 παράγραφος 5.

 

9. (καταργήθηκε με την περίπτωση ζ) της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του νόμου 3263/2004 (ΦΕΚ 179/Α/2004).)

 

10. (καταργήθηκε με την περίπτωση ζ) της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του νόμου 3263/2004 (ΦΕΚ 179/Α/2004).)

 

11. (καταργήθηκε με την περίπτωση ζ) της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του νόμου 3263/2004 (ΦΕΚ 179/Α/2004).)

 

12. (καταργήθηκε με την περίπτωση ζ) της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του νόμου 3263/2004 (ΦΕΚ 179/Α/2004).)

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.