Προεδρικό διάταγμα 18/89 - Άρθρο 58

Άρθρο 58: Παραδεκτό


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Σε έφεση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας υπόκειται η οριστική απόφαση του διοικητικού εφετείου, η οποία εκδίδεται, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1 του νόμου [Ν] 702/1977, επί αιτήσεως ακυρώσεως ή τριτανακοπής. Η έφεση επιτρέπεται μόνον όταν προβάλλεται από τον διάδικο, με συγκεκριμένους ισχυρισμούς, που περιέχονται στο σχετικό δικόγραφο, ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή ότι υπάρχει αντίθεση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. Το απαράδεκτο του προηγούμενου εδαφίου καλύπτεται, εάν μέχρι την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης περιέλθει εγγράφως σε γνώση του δικαστηρίου με πρωτοβουλία του διαδίκου, ακόμη και αν δεν γίνεται επίκλησή της στο εισαγωγικό δικόγραφο, απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, που είναι αντίθετη προς την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 12 του νόμου 3900/2010 (ΦΕΚ 213/Α/2010), με την παράγραφο 3 του άρθρου 15 του νόμου [Ν] 4446/2016 (ΦΕΚ 240/Α/2016).

 

2. Δεν υπόκειται σε έφεση η απόφαση που παραπέμπει την υπόθεση στο αρμόδιο δικαστήριο, όταν το διοικητικό εφετείο κρίνει ότι είναι αναρμόδιο κατά τόπο.

 

3. Έφεση μπορούν να ασκήσουν οι κατά την πρωτόδικη ακυρωτική δίκη διάδικοι, μέσα σε προθεσμία εξήντα ημερών που αρχίζει από την επομένη της ημέρας που κοινοποιήθηκε η απόφαση με επιμέλεια του διαδίκου και πάντως μέσα σε ένα έτος από τη δημοσίευσή της.

 

4. Μετά την πάροδο της προθεσμίας της προηγούμενης παραγράφου, ο αρμόδιος υπουργός, ο υπουργός που εποπτεύει το διάδικο νομικό πρόσωπο ή ο Γενικός Επίτροπος των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων μπορούν να ασκήσουν έφεση κατά οριστικής απόφασης του διοικητικού εφετείου, ακόμη και αν δεν υπόκειται σε έφεση, αλλά μόνο υπέρ του νόμου, χωρίς αποτέλεσμα μεταξύ των διαδίκων. Οι εφέσεις υπέρ του νόμου ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 19.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 4 προστέθηκε με την παράγραφο 9 του άρθρου 14 του νόμου [Ν] 3038/2002 (ΦΕΚ 180/Α/2002).

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.