Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 784/1987 (28-09-1987)
Επί του υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 52438/10212/20-08-1987 ερωτήματός σας σχετικά με την συντέλεση της απαλλοτριώσεως σε προβλεπόμενο από το σχέδιο πόλεως κοινόχρηστο χώρο και συνεπώς νομιμότητα οικοδομικής άδειας που εκδόθηκε σε οικόπεδο που έχει πρόσωπο στον κοινόχρηστο αυτό, παρατηρούμε τα ακόλουθα:
Ι. Όπως έχει γίνει δεκτό από τη νομολογία (Ολομέλεια ΑΠ 1332/1985, 1415/1985) οι σχετικές διατάξεις των άρθρων 21 του Συντάγματος του 1968, της Συντακτικής πράξεως 1/01-08-1974 και άρθρου 17 του Συντάγματος του 1975 που ορίζουν εκτός των άλλων ότι η ένεκα αναγκαστικής απαλλοτριώσεως αποζημίωση καταβάλλεται υποχρεωτικώς μέσα σε ορισμένη προθεσμία που αρχίζει από την δημοσίευση της πρώτης αποφάσεως περί προσδιορισμού (προσωρινού ή οριστικού) της αποφάσεως εφαρμόζονται και στις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις που κηρύχθηκαν πριν από την ισχύ των συνταγματικών αυτών διατάξεων, εφόσον η απόφαση που καθορίζει την αποζημίωση δημοσιεύθηκε κάτω από την ισχύ των Συνταγμάτων αυτών.
Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται περαιτέρω ότι πλήρης αποζημίωση χωρίς καταβολή της οποίας ο ιδιοκτήτης διατηρεί όλα τα δικαιώματα της ιδιοκτησίας του στο απαλλοτριωθέν, νοείται η αξία του ακινήτου κατά το χρόνο συζητήσεως του προσωρινού προσδιορισμού της αποζημιώσεως ή σε περίπτωση απευθείας αιτήσεως για οριστικό προσδιορισμό η αξία κατά τον χρόνο συζητήσεως αυτής. Αν μετά τον προσωρινό προσδιορισμό ή αν αυτό παραλειφθεί τον οριστικό επέλθει ανατίμηση του απαλλοτριωμένου δεν γίνεται η αποζημίωση που ορίστηκε μη πλήρης, αφού το Σύνταγμα ρητά απαιτεί την ύπαρξη πλήρους αποζημιώσεως κατά τον πιο πάνω χρόνο. Μόνο δε δικαίωμα έχει αν πέρασε το δεκαοκτάμηνο χωρίς να γίνει καταβολή της ορισθείσης αποζημιώσεως από της εκδόσεως της αποφάσεως περί προσωρινού ή απευθείας αιτήσεως περί οριστικού να επικαλεσθεί ότι επήλθε η αυτοδίκαιη άρση της απαλλοτρίωσης.
Από τις σκέψεις αυτές προκύπτει ότι μόνη η παρακατάθεση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή η καταβολή της ορισθείσης προσωρινής αποζημιώσεως μέσα σε ενάμισι έτος από της εκδόσεως της δικαστικής αποφάσεως επιφέρει συντέλεση της απαλλοτριώσεως.
Εξάλλου έχει βάσιμα υποστηριχθεί ότι την έλλειψη δημοσιεύσεως στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως της γενομένης παρακαταθέσεως καλύπτει η ανάληψη της αποζημιώσεως από τον δικαιούχο, οπότε σαν χρόνος συντελέσεως θα θεωρηθεί η ημέρα εισπράξεως μέσα στο δεκαοκτάμηνο της ορισθείσης προσωρινής αποζημιώσεως.
Περαιτέρω έχει γίνει δεκτό κατά την ερμηνεία της διατάξεως του άρθρου 11 παράγραφος 2 του νομοθετικού διατάγματος 797/1971 που εφαρμόζεται και για τις κηρυχθείσες και μη συντελεσθείσες μέχρι την ισχύ του νόμου αυτού απαλλοτριώσεις ότι όταν ο βεβαρημένος με την απαλλοτρίωση ιδιοκτήτης παρά την εκπνοή της νομίμου προθεσμίας για την καταβολή της ορισθείσης για το απαλλοτριωθέν ακίνητο αποζημιώσεως εκδηλώνει με δικαστικές και εξώδικες ενέργειές του την εμμονή του στην διατήρηση της απαλλοτρίωσης δεν επέρχεται αυτοδίκαια άρση της, καθόσον από τις ενέργειές του αυτές συνάγεται βούλησή του να μη ασκήσει το δικαίωμά του αυτό που θεσπίστηκε για το συμφέρον του και να καταστήσει ανίσχυρο την απαλλοτρίωση επικαλούμενος την αυτοδίκαιη άρση της (Ολομέλεια ΑΠ 556/1981, Νομικό Βήμα 30/215). Εξάλλου από το συνδυασμό των άρθρων 1, 30 και επόμενα του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος προς τις διατάξεις του νόμου 5269/1931 περί αδειών οικοδομής και το άρθρο 17 του Συντάγματος συνάγεται ότι ως οδός στην οποία πρέπει να έχει κατά τα εκτεθέντα πρόσωπο το οικόπεδο νοείται όχι η απλώς προβλεπόμενη από το σχέδιο πόλης αλλά αυτή που έγινε πραγματικά κοινόχρηστη είτε με την συντέλεση της επί των ρυμοτομούμενων ακινήτων επιβληθείσης αναγκαστικής απαλλοτριώσεως είτε με την παραίτηση αυτού από του δικαιώματος της αποζημιώσεως και την παραχώρηση του ακινήτου σε κοινή χρήση (ΣτΕ 27/1982, 1926/1979, 2494/1980 κ.ά., Γνωμοδότηση Νομικής Διεύθυνσης Υπουργείου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος υπ' αριθμόν 526/1984).
ΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση κατά το δεδομένο ιστορικό, από την Διεύθυνση Πολεοδομίας Θεσσαλονίκης εκδόθηκε η υπ' αριθμόν 1205/1987 άδεια οικοδομής στο όνομα Ουρανίας Σέμογλου σε οικόπεδο στο συνοικισμό Σαράντα Εκκλησιών Θεσσαλονίκης που έχει πρόσωπο ΓΔ σε προβλεπόμενο από το σχέδιο πόλης κοινόχρηστο χώρο.
Σύμφωνα με την 1991/1964 πράξη αναλογισμού το οικόπεδο για το οποίο χορηγήθηκε η άδεια αυτή βαρυνόταν με υποχρεώσεις λόγω ρυμοτομίας του οικοπέδου (3) εμβαδού 147,00 m2 που φέρεται να ανήκει στην κ. Ελένη Ματθαίου και για ένα τμήμα εμβαδού 3,00 m2 του οικοπέδου (4) ιδιοκτησίας Αντώνιου Γάλλου. Με την 545/1968 απόφαση του κ. Προέδρου Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης καθορίσθηκε προσωρινή τιμή μονάδος αποζημιώσεως και έγινε παρακατάθεση της με το υπ' αριθμόν 126983/1969 γραμμάτιο για ποσό 75.000 δραχμών χωρίς όμως να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλλου ότι έγινε και δημοσίευση σχετικής ειδοποίησης στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως για την παρακατάθεση. Στη συνέχεια με την πράξη 3723/1969 αναλήψεως γραμματίου παρακαταθήκης η ενδιαφερόμενη εισέπραξε το ποσό των 73.500 δραχμών που καθορίσθηκε με την παραπάνω απόφαση περί προσωρινού προσδιορισμού τιμής μονάδος αποζημιώσεως.
Επακολούθησε με την υπ' αριθμόν 1178/1972 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης ο καθορισμός οριστικής τιμής μονάδος αποζημιώσεως που τελεσιδίκησε με την 63/1973 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Στη συνέχεια η κ. Ελένη Ματθαίου με αίτησή της στο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης ζήτησε τον επανακαθορισμό της αποζημιώσεως, το αίτημά της δε αυτό απορρίφθηκε με την 3471/1987 απόφαση του δικαστηρίου αυτού. Κατόπιν δε ασκήσεως προσφυγής στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης εκδόθηκε η υπ' αριθμόν 2177/1987 απόφαση που δεν δέχθηκε και αυτή τον επανακαθορισμό της αποζημιώσεως.
Μετά από αυτά με εξώδικη πρόσκλησή της ζήτησε η κ. Ελένη Ματθαίου την ανάκληση της παραπάνω οικοδομικής άδειας υποστηρίζοντας ότι δεν συντελέσθηκε η απαλλοτρίωση της ιδιοκτησίας της γιατί δεν καταβλήθηκε μετά την προσωρινή και η συμπληρωματική αποζημίωση που καθορίστηκε με την οριστική τιμή μονάδος αποζημιώσεως.
Με βάση όμως τις σκέψεις που έχουμε παραπάνω εκθέσει η δημοσίευση στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως της παρακατάθεσης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή η είσπραξη της αποζημίωσης μέσα στο δεκαοκτάμηνο από την έκδοση της δικαστικής αποφάσεως που την καθόρισε προσωρινά, αρκεί, έχουμε τη γνώμη, για να επιφέρει συντέλεση της απαλλοτριώσεως και δεν απαιτείται και η καταβολή της συμπληρωματικής αποζημιώσεως μέσα σε δεκαοχτώ μήνες από τον καθορισμό της οριστικής αποζημιώσεως για την συντέλεσή της.
Συνεπώς, εφόσον η αποζημίωση που καθορίσθηκε προσωρινά εισπράχθηκε από την ενδιαφερόμενη μέσα στο παραπάνω χρονικό διάστημα έστω και αν η προηγηθείσα παρακατάθεσή της δεν δημοσιεύθηκε στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, φρονούμε ότι έχει επέλθει συντέλεση της απαλλοτριώσεως.
Εξάλλου περαιτέρω και με το δεδομένο ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση η δικαιούχος συνέχισε με ενέργειές της κυρίως δικαστικές την εμμονή της στην διατήρηση της απαλλοτρίωσης θα μπορούσε βάσιμα να υποστηριχθεί, όπως έχει γίνει δεκτό κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, ότι απ' αυτές συνάγεται βούλησή της να μη ασκήσει το δικαίωμα που θεσπίσθηκε προς το συμφέρον του δικαιούχου για αυτοδίκαια ανάκληση της απαλλοτριώσεως.
Με την παραδοχή λοιπόν της άποψης ότι έχει επέλθει στην προκειμένη περίπτωση η συντέλεση της απαλλοτριώσεως της οδού που έχει πρόσωπο το οικόπεδο για το οποίο εκδόθηκε η υπ' αριθμόν 1205/1087 οικοδομική άδεια, φρονούμε ότι και η οικοδομική άδεια από της σκοπιάς αυτής είναι νόμιμη, δοθέντος ότι το οικόπεδο αυτό έχει πρόσωπο σε οδό που έγινε πραγματικά κοινόχρηστη.
Ο Πάρεδρος Διοίκησης