Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 300/97

ΝΣΚ 300/1997


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 300/1997 (21-05-1997)

 

Αριθμός ερωτήματος: Υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου Δ0/9/7/Φ1084/1997 της Διεύθυνσης Οργάνωσης και Απλούστευσης Διαδικασιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων.

 

Περίληψη Ερωτήματος: Ερωτάται αν, έως ότου τροποποιηθεί η ισχύουσα Νομοθεσία είναι δυνατή η έκδοση απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων κατ' εφαρμογή κυρίως των άρθρων 15, 16 και 17 του νόμου 1418/1984, (όπως ισχύουν), σε συνδυασμό με το άρθρο 12 του νόμου 1599/1986 για την απαγόρευση προσκόμιση στην αρμόδια Υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων των νομίμων δικαιολογητικών, και της παραλαβής των οικείων πιστοποιητικών, από τρίτα πρόσωπα, έστω και αν διαθέτουν ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο και όχι από τους ίδιους τους εργολήπτες σε περίπτωση ατομικών επιχειρήσεων ή από το νόμιμο εκπρόσωπο των κεφαλαιουχικού χαρακτήρα εργοληπτικών επιχειρήσεων.

 

Επί του ερωτήματος αυτού το Γ' Τμήμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους γνωμοδότησε ως κατωτέρω:

 

Ι. Από το αναφερόμενο στο ερώτημα ιστορικό και τα λοιπά στοιχεία του υπηρεσιακού φακέλλου προκύπτει ότι η αρμόδια για την τήρηση των οικείων μητρώων των εργοληπτικών επιχειρήσεων των φυσικών προσώπων που τις στελεχώνουν, των γραφείων μελετών δημοσίων έργων, καθώς επίσης και των φυσικών προσώπων που δεν έχουν εγγραφεί και επιθυμούν να εγγραφούν στα προς τούτο τηρούμενα μητρώα μελετητών από οκταμήνου περίπου αρνείται την παραλαβή των προσκομιζομένων αναγκαίων στοιχείων για την εγγραφή στα οικεία μητρώα και τη χορήγηση των οριζομένων πιστοποιητικών σε τρίτα πρόσωπα έστω και αν κατέχουν ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο απαιτώντας την προσκόμιση των δικαιολογητικών και την παραλαβή των οικείων πιστοποιητικών από τους ίδιους τους αιτούντες ή του νομίμους εκπροσώπους των εργοληπτικών επιχειρήσεων και των γραφείων μελετών.

 

ΙΙ. α) Η αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων κατόπιν διαμαρτυριών των ενδιαφερομένων απήθυνε σχετικό ερώτημα προς τη Διεύθυνση Κράτους - Πολίτη του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης η οποία με το υπ' αριθμόν ΔΙΣΚΟΠ/Φ.21/Κ/3/1997 έγγραφο απάντησε κατά λέξη ότι:

 

{Η κείμενη νομοθεσία (νόμος 1599/1986) ορίζει ρητά και αδιαμφισβήτητα ποία έγγραφα μπορούν να χορηγηθούν, ποίοι δικαιούνται να τα παραλάβουν και με ποία διαδικασία. Η νομοθεσία αυτή είναι υποχρεωτική για όλους και εφόσον διαπιστωθούν ελλείψεις έργο των αρμόδιων Υπηρεσιών είναι η τροποποίησή της. Μέχρις ότου όμως γίνει η τροποποίηση η ισχύουσα νομοθεσία πρέπει να εφαρμόζεται.

 

Εξάλλου δεν ανήκει στην αρμοδιότητα των δημοσίων υπηρεσιών η διερεύνηση για τη σκοπιμότητα σύστασης ιδιωτικών γραφείων τα οποία σε μερικές περιπτώσεις πράγματι μπορεί να εξυπηρετούν τους ενδιαφερομένους ώστε απερίσπαστοι να ασκούν το έργο τους και να μην καταναλώνουν το χρόνο τους για διεκπεραίωση υποθέσεων τους στις Δημόσιες Υπηρεσίες.

 

Ύστερα από τα παραπάνω παρακαλούμε να εφαρμόζεται την κείμενη νομοθεσία με το πνεύμα του παρόντος εγγράφου μας.}

 

Παρά την αποστολή όμως του άνω εγγράφου η Διεύθυνση Οργάνωσης και Απλούστευσης διαδικασιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων δεν πείσθηκε προφανώς και απέστειλε το ερώτημα του οποίου τα ουσιώδη σημεία παρατέθηκαν.

 

β) Σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφοι ιδία 1 και 2 και υπό τον υπέρτιτλο διεκπεραίωση υποθέσεων του νόμου 1599/1986 (ΦΕΚ 75/Α/1986) σχέσεις Κράτους - Πολίτη...:

 

{12 - 1. Τα πιστοποιητικά, βεβαιώσεις και άλλα στοιχεία ή πράξεις που ζητούνται κατά τη νόμιμη διαδικασία από τις δημόσιες αρχές ή τα νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέα χορηγούνται αμέσως στους πολίτες. Εφόσον δεν είναι δυνατή η άμεση χορήγησή τους, αποστέλλονται ταχυδρομικός μέσα σε ορισμένη προθεσμία, που αναγράφεται στο έντυπο της αίτησης, στη διεύθυνση που έχει δηλωθεί. Ο πολίτης μπορεί να δηλώσει στην αίτηση του ότι επιθυμεί την ταχυδρομική αποστολή και ότι θα τα παραλάβει μέσα στην ίδια προθεσμία αυτοπροσώπως, ή με εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο.

 

2. Εάν κάποια υπόθεση δεν μπορεί να διεκπεραιωθεί μέσα στην παραπάνω προθεσμία, τότε η αρμόδια υπηρεσία οφείλει να γνωστοποιήσει εγγράφως στον πολίτη:

 

α. τους λόγους της καθυστέρησης,

β. τον υπάλληλο που έχει αναλάβει την υπόθεση και τον αριθμό τηλεφώνου του για την παροχή πληροφοριών,

γ. τα τυχόν δικαιολογητικά που λείπουν,

δ. κάθε άλλη χρήσιμη πληροφορία.}

 

ΙΙΙ. α) Λαμβανομένου περαιτέρω υπόψη ότι η δυνατότητα της υλικής πράξης κατάθεσης των δικαιολογητικών και παραλαβής των πιστοποιητικών προβλέπεται από τυπικούς νόμους, χωρίς την ύπαρξη εξουσιοδοτικής διάταξης, δεν είναι νομικά δυνατή η έκδοση Υπουργικής απόφασης (ή και Προεδρικού Διατάγματος) για την προσωρινή ρύθμιση της καταστάσεως μέχρις ότου ρυθμιστεί το θέμα με νεότερο νόμο.

 

β) Στο σημείο αυτό σκόπιμο είναι να επισημανθεί ότι στο άρθρο 16 παράγραφος 6 του νόμου 1418/1984 ορίζεται ότι:

 

{Με απόφαση του Υπουργού Δημοσίων Έργων ρυθμίζεται κάθε θέμα που σχετίζεται με τη διαδικασία τήρησης του Μητρώου Εργοληπτικών Επιχειρήσεων, τη συγκρότηση και τη λειτουργία της Επιτροπής Μητρώου Εργοληπτικών Επιχειρήσεων...}

 

Μπορεί λοιπόν να εκτεθεί και η άποψη, ότι εντός των ορίων της παρασχεθείσας στον Υπουργό Δημοσίων Έργων εξουσιοδότησης εμπεριέχεται και η δυνατότητα πρόβλεψης κατάθεσης των σχετικών δικαιολογητικών από τους ίδιους τους εργολήπτες, ή τους νομίμους εκπροσώπους του προκειμένου για κεφαλαιουχικού χαρακτήρα επιχειρήσεις και όχι και από τρίτα πρόσωπα, έστω και αν κατέχουν ειδική συμβολαιογραφική πληρεξουσιότητα.

 

Η άποψη αυτή ευρίσκει ικανά ερείσματα στη γραμματική ερμηνεία της παραπάνω διάταξης, κατά τη γνώμη όμως του Τμήματος μία τέτοια ερμηνεία δεν είναι ορθή, ενόψει του ότι η υποβολή των δικαιολογητικών και η παραλαβή των πιστοποιητικών είναι καθαρά υλικές πράξεις για τη διεκπεραίωση των οποίων, είναι υπερβολικό να ζητείται η αυτοπρόσωπη παράσταση του επιχειρηματία εργολήπτη ή του νομίμου εκπροσώπου των κεφαλαιουχικού χαρακτήρα επιχειρήσεων, αντιστρατεύεται τις διατάξεις για την ελευθερία δράσης των πολιτών, εντός των νομίμων ορίων και σε κάθε περίπτωση, λόγω της γενικότητας της εξουσιοδότησης, έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 43 παράγραφος 2 του Συντάγματος και είναι ανενεργός.

 

ΙV. α) Εξάλλου η ανωτέρω αναπτυχθείσα άποψη δεν έρχεται σε αντίθεση με το νόμου [Ν] 5227/1931 περί μεσαζόντων στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του οποίου αναγράφεται κατά λέξη ότι:

 

{1. - 1 Είναι άκυρος ότε αντικειμένη εις τα χρηστά ήθη και ουδέν συνεπάγεται αποτέλεσμα: α) Πόσα συμφωνία, καθ' ην το έτερον των μερών αντί ορισμένης αμοιβής ή επί ποσοστών ή επί οιαδήποτε εν γένει ανταλλάγματι αναδέχεται όπως, καθ' οιονδήποτε τρόπον, επιτύχει ή συντελέσει εις την σύναψη μετά του Δημοσίου ή δήμου ή κοινότητος ή κρατικής επιχειρήσεως ή μόνων ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου συμβάσεως, εχούσης οιονδήποτε αντικείμενον ή περιεχόμενον, ή και ασχέτως προς πάσαν σύμβαση προκαλέσει οιονδήποτε πράξη ή παράλειψη των προσώπων τούτων ή των υπαλλήλων ή των οργάνων εν γένει αυτών. Το αυτό ισχύει εάν η αναδοχή γίνεται επί εκχωρήσει του όλου ή μέρους της συμβάσεως που θα συναφθεί.}

 

β) Όμως στην παράγραφο 2 περιπτώσεις β και δ του άρθρου 2 του νόμου, αναγράφονται κατά λέξη ότι:

 

{2 - 1 Εις τις ακυρότητες και απαγορεύσεις του εδαφίου α της παραγράφου 1 του προηγουμένου άρθρου δεν υπόκεινται...

 

γ) αμοιβές προς αντιπροσώπους ή εντολοδόχους...

δ) αμοιβές προς μεσίτες κατά κύριον επάγγελμα, πλην αν δια την σύναψη της συμβάσεις ή προμήθειες προηγήθηκε δημόσιος συναγωνισμός.}

 

Περαιτέρω, δεν υπάρχει νομικό κώλυμα και από το άρθρο 3 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 13/1967 διότι εκτός των άλλων οι ενδιαφερόμενοι αιτούντες δεν αναπτύσσουν πρωτοβουλίες δικές τους, αλλά λειτουργούν ως απλοί εντολοδόχοι των εργοληπτών, αλλά και ανεξαρτήτως τούτου η διάταξη του άρθρου 3 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 13/1967 θεωρείται ως ανίσχυρη κατά τα σημεία που (τυχόν) ήθελε κριθεί ότι υπάρχει μερική έστω σύγκρουση με το άρθρο 12 παράγραφος 1 του νόμου 1599/1986 ο οποίος είναι μεταγενέστερος του αναγκαστικού νόμου [Ν] 13/1967.

 

γ) Η άποψη αυτή συνάγεται ιδία από την περίπτωση β του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 5227/1931 όπως παραπάνω κατά λέξη παρατέθηκε, σύμφωνα με την οποία οι απαγορεύσεις του άρθρου του ανωτέρω νόμου δεν ισχύουν για τους αντιπροσώπους ή εντολοδόχους, ιδιότητα δηλαδή την οποία φέρουν οι ενδιαφερόμενοι ιδιώτες λαμβανομένου υπόψη ότι η συμμετοχή τους στην διαδικασία υποβολής των δικαιολογητικών και παραλαβής των προσφορών περιορίζεται σε υλικές πράξεις, οι οποίες δεν μπορούν να τους προσδώσουν το χαρακτηρισμό των μεσιτών ή μεσαζόντων, αλλά και επικουρικά η νομιμοποίηση των ενδιαφερομένων προκύπτει από τη μεταγενέστερη διάταξη του άρθρου 12 παράγραφοι 1 και 2 του νόμου 1599/1986, όπου ρητά ορίζεται ότι μπορεί να παραλαμβάνει τα οικεία πιστοποιητικά, πέραν του ιδίου του ενδιαφερομένου και εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος.

 

Κατ' ακολουθία των ανωτέρω κατά την ομόφωνη γνώμη του παρόντος τμήματος η απάντηση που αρμόζει στο παρόν ερώτημα είναι ότι υπό το ισχύον νομικό καθεστώς δεν είναι δυνατή η έκδοση Υπουργικής αποφάσεως η οποία θα απαγορεύει σε τρίτα πρόσωπα τα οποία έχουν ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, να καταθέτουν τα νόμιμα δικαιολογητικά και να παραλαμβάνουν τα σχετικά πιστοποιητικά από την αρμόδια για την τήρηση των μητρώων των εργοληπτών και μελετητών υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων και η τυχόν διάφορος ρύθμιση μπορεί να γίνει μόνο με τυπικό νόμο.

 

Αθήνα, 27-06-1997

Θεωρήθηκε

Ο Προεδρεύων

Ο Εισηγητής

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.