Νόμος 4335/15 - Άρθρο 2 - Άρθρο 30

Άρθρο 30: Συντονισμός των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης και διορισμός επιτρόπου στην περίπτωση ομίλων


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

(άρθρο 30 της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ)

 

1. Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη λήψη των μέτρων του άρθρου 27 ή για τον διορισμό επιτρόπου βάσει του άρθρου 29 ή βάσει της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 137 του νόμου [Ν] 4261/2014, κατά περίπτωση, όσον αφορά μητρική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας ειδοποιεί την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και διαβουλεύεται με τις λοιπές αρμόδιες αρχές στο πλαίσιο του Σώματος Εποπτών.

 

2. Μετά την εν λόγω ειδοποίηση και διαβούλευση, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας αποφασίζει αν θα εφαρμόσει κάποιο από τα μέτρα του άρθρου 27 ή εάν θα διορίσει επίτροπο δυνάμει του άρθρου 29 ή βάσει της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 137 του νόμου [Ν] 4261/2014, κατά περίπτωση, στην μητρική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη την επίπτωση των μέτρων αυτών στα μέλη του ομίλου τα οποία είναι εγκατεστημένα σε άλλα κράτη - μέλη. Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας κοινοποιεί την απόφαση στις λοιπές αρμόδιες αρχές του Σώματος Εποπτών και στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών.

 

3. Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη λήψη μέτρων βάσει του άρθρου 27 ή το διορισμό επιτρόπου, βάσει του άρθρου 29 ή βάσει της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 137 του νόμου [Ν] 4261/2014, κατά περίπτωση, σε θυγατρική μητρικής επιχείρησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η αρμόδια αρχή για την εποπτεία σε ατομική βάση σκοπεύει να λάβει κάποιο μέτρο σύμφωνα με τα εν λόγω άρθρα, ειδοποιεί την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και διαβουλεύεται με την αρχή ενοποιημένης εποπτείας.

 

Με την παραλαβή της κοινοποίησης, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας αξιολογεί την πιθανή επίπτωση από τη λήψη μέτρων δυνάμει του άρθρου 27 ή από τον διορισμό επιτρόπου σύμφωνα με το άρθρο 29 ή βάσει της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 137 του νόμου [Ν] 4261/2014, κατά περίπτωση στο οικείο ίδρυμα, στον όμιλο ή στα μέλη του ομίλου σε άλλα κράτη - μέλη. Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας γνωστοποιεί την αξιολόγησή της στην ανωτέρω αρμόδια αρχή εντός τριών ημερών.

 

Μετά την εν λόγω διαβούλευση, η αρμόδια αρχή αποφασίζει αν θα εφαρμόσει κάποιο από τα μέτρα του άρθρου 27 ή αν θα διορίσει επίτροπο δυνάμει του άρθρου 29 ή βάσει της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 137 του νόμου [Ν] 4261/2014, κατά περίπτωση. Στην απόφαση συνεκτιμάται δεόντως οποιαδήποτε αξιολόγηση της αρχής ενοποιημένης εποπτείας. Η αρμόδια αρχή κοινοποιεί την απόφαση στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας, στις λοιπές αρμόδιες αρχές του Σώματος Εποπτών και στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών.

 

4. Σε περίπτωση που περισσότερες από μια αρμόδιες αρχές σκοπεύουν να διορίσουν επίτροπο ή να εφαρμόσουν οποιοδήποτε από τα μέτρα του άρθρου 27 σε περισσότερα από ένα ιδρύματα του ίδιου ομίλου, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και οι λοιπές σχετικές αρμόδιες αρχές εξετάζουν αν είναι καταλληλότερος ο διορισμός του ίδιου επιτρόπου για όλες τις σχετικές οντότητες ή η συντονισμένη εφαρμογή μέτρων του άρθρου 27 σε περισσότερα από ένα ιδρύματα, ώστε να διευκολυνθούν τυχόν ενέργειες αποκατάστασης της χρηματοοικονομικής θέσης του σχετικού ιδρύματος. Η αξιολόγηση λαμβάνει τη μορφή κοινής απόφασης της αρχής ενοποιημένης εποπτείας και των υπόλοιπων εμπλεκόμενων αρμοδίων αρχών. Η κοινή απόφαση λαμβάνεται εντός πέντε ημερών από την ημερομηνία της κοινοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Η κοινή απόφαση περιλαμβάνεται σε έγγραφο που διαβιβάζει η αρχή ενοποιημένης εποπτείας στη μητρική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Η αρμόδια αρχή μπορεί να ζητήσει την συνδρομή της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών για την επίτευξη συμφωνίας, σύμφωνα με το άρθρο 31 του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 1093/2010.

 

Αν δεν ληφθεί κοινή απόφαση εντός 5 ημερών, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και οι αρμόδιες αρχές για την εποπτεία των θυγατρικών μπορούν να λάβουν μεμονωμένες αποφάσεις σχετικά με τον διορισμό επιτρόπου στα ιδρύματα για τα οποία είναι αρμόδιες και την εφαρμογή οποιωνδήποτε από τα μέτρα του άρθρου 27.

 

5. Όταν η αρμόδια αρχή δεν συμφωνεί με την απόφαση που της έχει κοινοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή την παράγραφο 3, ή αν δεν ληφθεί κοινή απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 4, μπορεί να παραπέμψει το θέμα στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών σύμφωνα με την παράγραφο 6.

 

6. Η αρμόδια αρχή που σκοπεύει να εφαρμόσει ένα ή περισσότερα από τα μέτρα της περίπτωσης α) της παραγράφου 1 του άρθρου 27 σε σχέση με τις παραγράφους 4, 10, 11 και 19 του τμήματος Α' του Παραρτήματος, της περίπτωσης ε' ή περίπτωσης ζ' της παραγράφου 1 του άρθρου 27 μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών για την επίτευξη συμφωνίας σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 19 του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 1093/2010.

 

7. Η απόφαση της αρμόδιας αρχής λαμβάνει υπόψη τις απόψεις και τις επιφυλάξεις των άλλων αρμόδιων αρχών, οι οποίες είχαν εκφραστεί κατά την περίοδο διαβούλευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή 3 ή στο χρονικό διάστημα των πέντε ημερών της παραγράφου 4, καθώς και την ενδεχόμενη επίπτωση της απόφασης στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στα εμπλεκόμενα κράτη - μέλη. Οι αποφάσεις διαβιβάζονται από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας στη μητρική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από τις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές στις θυγατρικές.

 

Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 6, αν, πριν από το τέλος της περιόδου διαβούλευσης που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 3 ή κατά το τέλος του χρονικού διαστήματος των πέντε ημερών που αναφέρεται στην παράγραφο 4, οποιαδήποτε από τις σχετικές αρμόδιες αρχές έχει παραπέμψει το ζήτημα στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 19 του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 1093/2010, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και οι λοιπές αρμόδιες αρχές αναβάλλουν τις αποφάσεις τους και αναμένουν την απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 19 του εν λόγω Κανονισμού, λαμβάνουν δε τις αποφάσεις τους σύμφωνα με την απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών.

 

8. Αν δεν ληφθεί απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών εντός τριών ημερών, εφαρμόζονται οι μεμονωμένες αποφάσεις που λαμβάνονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή 3, ή την τρίτη υποπαράγραφο της παραγράφου 4.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.