Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Υποπαράγραφος Ι.1: Θέματα πρόσβασης στα δίκτυα
1. Η περίπτωση α' της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του νόμου 3468/2006 (ΦΕΚ 129/Α/2006) αντικαθίσταται ως εξής:
{α) για τους οποίους απαιτείται έκδοση άδειας παραγωγής, ο υποψήφιος παραγωγός προσκομίζει στον αρμόδιο Διαχειριστή την απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων ή πρότυπων περιβαλλοντικών δεσμεύσεων του σταθμού, εφόσον απαιτείται κατά περίπτωση, προκειμένου για την έκδοση οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης, που δεσμεύει τον αρμόδιο Διαχειριστή και τον δικαιούχο για 3 έτη.}
2. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του νόμου 3468/2006 προστίθενται νέα εδάφια ως εξής:
{Εφόσον κατά την ημερομηνία λήξης ισχύος της οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης που χορηγήθηκε για σταθμό του άρθρου 4 έχει υποβληθεί πλήρης φάκελος για τη σύναψη της σχετικής Σύμβασης Σύνδεσης, η διάρκεια ισχύος της Προσφοράς Σύνδεσης παρατείνεται έως την ημερομηνία υλοποίησης των έργων από τον διαχειριστή σύμφωνα με τους όρους της Σύμβασης Σύνδεσης. Η συνολική διάρκεια ισχύος Οριστικών Προσφορών Σύνδεσης που χορηγούνται για σταθμούς του άρθρου 4, συνυπολογιζομένης της παράτασης του προηγούμενου εδαφίου, δεν μπορεί να υπερβαίνει από τη χορήγησή της:
α) τους 18 μήνες για σταθμούς που συνδέονται στο Δίκτυο, εφόσον δεν απαιτούνται εργασίες σε υποσταθμούς ΥΤ/ΜΤ και
β) τους 24 μήνες για σταθμούς που συνδέονται στο Δίκτυο, εφόσον απαιτούνται εργασίες σε υποσταθμούς ΥΤ/ΜΤ.
Εάν με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή του, που κοινοποιείται στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, ο διαχειριστής θέτει μεγαλύτερη προθεσμία για την υλοποίηση των έργων σύνδεσης για τους σταθμούς του άρθρου 4, η διάρκεια ισχύος της Προσφοράς Σύνδεσης παρατείνεται μέχρι την παρέλευση της προθεσμίας αυτής. Σε περίπτωση που τα έργα σύνδεσης υλοποιούνται από τον παραγωγό, η συνολική διάρκεια ισχύος των Οριστικών Προσφορών Σύνδεσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τη διάρκεια ισχύος που ορίζεται με τις αμέσως ανωτέρω περιπτώσεις α' ή β'. Για το Διασυνδεδεμένο Σύστημα και το Δίκτυο της ηπειρωτικής χώρας, τα αιτήματα χορήγησης Προσφοράς Σύνδεσης για σταθμούς Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Ενέργειας ισχύος έως και 8 MW υποβάλλονται από τους ενδιαφερόμενους στον Διαχειριστή του Δικτύου (Διαχειριστής του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας) ενώ τα αιτήματα για σταθμούς ισχύος άνω των 8 MW υποβάλλονται από τους ενδιαφερόμενους στον Διαχειριστή του Συστήματος (Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας). Οι Διαχειριστές του Συστήματος και του Δικτύου, συνεργαζόμενοι όπου αυτό απαιτείται, χορηγούν τις σχετικές Προσφορές Σύνδεσης σε σταθμούς που συνδέονται στο Σύστημα και το Δίκτυο αντίστοιχα, παρέχοντας συνολικά τη βέλτιστη τεχνοοικονομικά λύση σε συνδυασμό με την ορθολογική ανάπτυξη του Συστήματος και του Δικτύου. Είναι δυνατή η υποβολή κοινού αιτήματος για χορήγηση Προσφοράς Σύνδεσης στην Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Ανώνυμη Εταιρεία που αφορά σε περισσότερους σταθμούς του άρθρου 3, όταν η συνολική ισχύς αυτών ξεπερνά το όριο των 8 MW, εφόσον η σύνδεση γίνεται μέσω νέου αποκλειστικού δικτύου και κατασκευή νέου υποσταθμού μέσης τάσης προς υψηλή. Με το αίτημα του προηγούμενου εδαφίου ορίζεται ποιος από τους ενδιαφερόμενους, κάτοχος άδειας παραγωγής, του προηγούμενου εδαφίου θα αναλάβει τη διαχείριση των έργων σύνδεσης του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και την ευθύνη για την υλοποίησή τους.}
3. Με την αποδοχή της Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης για σταθμούς Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Ενέργειας των άρθρων 3 και 4 του νόμου 3468/2006, συνυποβάλλεται στον διαχειριστή εγγυητική επιστολή απευθυνόμενη στον εν λόγω διαχειριστή. Η αποδοχή της Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης γίνεται το αργότερο εντός 2 μηνών από τη χορήγησή της. Η μη αποδοχή της Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης εντός της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου συνεπάγεται την αυτοδίκαιη λήξη της. Η διάρκεια της εγγυητικής επιστολής είναι κατ' ελάχιστον διετής, υποχρεωτικά ανανεούμενη προ της λήξεώς της, και μέχρι τη θέση του σταθμού σε δοκιμαστική λειτουργία ή, εάν δεν προβλέπεται περίοδος δοκιμαστικής λειτουργίας, μέχρι την ενεργοποίηση της σύνδεσής του.
Το ύψος της εγγυητικής επιστολής ορίζεται, ανά μονάδα ονομαστικής ισχύος του αιτήματος σε kW ως εξής:
• | 42 €/kW για το τμήμα της ισχύος έως και 1 MW, |
• | 21 €/kW για το τμήμα της ισχύος από 1 έως 10 MW, |
• | 14 €/kW για το τμήμα της ισχύος από 10 έως 100 MW και |
• | 7 €/kW για το τμήμα της ισχύος πάνω από 100 MW. |
Η ανωτέρω εγγυητική επιστολή καταπίπτει υπέρ του ειδικού λογαριασμού του άρθρου 40 του νόμου 2773/1999, εάν δεν ανανεωθεί τουλάχιστον 3 εργάσιμες ημέρες πριν από τη λήξη της ή εάν εντός του χρονικού διαστήματος ισχύος της οριστικής προσφοράς σύνδεσης δεν έχει τεθεί σε ισχύ η σχετική σύμβαση σύνδεσης. Με τη θέση σε ισχύ της σύμβασης σύνδεσης το ποσό της εγγυητικής επιστολής μειώνεται στο ένα τέταρτο του αρχικού ποσού. Στην περίπτωση χορήγησης μίας κοινής Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης για τη σύνδεση περισσοτέρων των 2 σταθμών διαφορετικού ενδιαφερόμενου στο Σύστημα ή το Δίκτυο, η εγγυητική επιστολή επιστρέφεται στους ενδιαφερόμενους, μετά από αίτημά τους, εάν εντός διαστήματος 1 έτους από τη χορήγησή της δηλωθεί υπαναχώρηση ενός από αυτούς για την κατασκευή του σταθμού υπό την προϋπόθεση ότι έχει ανακληθεί η οικεία άδεια παραγωγής ή η οικεία Προσφορά Σύνδεσης για τους σταθμούς του άρθρου 4 του νόμου 3468/2006, μετά από αίτημα του ενδιαφερόμενου. Η εγγυητική επιστολή δύναται να επιστρέφεται στον ενδιαφερόμενο μετά από αίτημά του σε περίπτωση που ο σταθμός δεν μπορεί να υλοποιηθεί λόγω έκδοσης από την αρμόδια αρχή απόφασης απόρριψης σχετικού αιτήματος για χορήγηση άδειας χρήσης νερού για τη λειτουργία του σταθμού, όπου αυτή προβλέπεται ως προαπαιτούμενο από τις κείμενες διατάξεις, υπό την προϋπόθεση ότι έχει ανακληθεί η οικεία άδεια παραγωγής ή η οικεία Προσφορά Σύνδεσης για τους σταθμούς του άρθρου 4 του νόμου 3468/2006, μετά από αίτημα του ενδιαφερόμενου.
Η εγγυητική επιστολή επιστρέφεται στον ενδιαφερόμενο μετά από αίτημά του σε περίπτωση που:
α)α. ανασταλεί η ισχύς ή ακυρωθεί με δικαστική απόφαση οποιαδήποτε άδεια ή έγκριση που απαιτείται για τη νόμιμη εγκατάσταση ή λειτουργία του σταθμού παραγωγής Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, ή
β)β. παρέλθει η διάρκεια ισχύος της Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης (όπως αυτή ορίζεται από το νόμο 3468/2006) χωρίς να έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση επί αιτήσεως ακυρώσεως οποιασδήποτε άδειας ή έγκρισης απαραίτητης για την εγκατάσταση ή λειτουργία του σταθμού, εφόσον η αίτηση ακυρώσεως έχει κατατεθεί πριν από το χρόνο υποβολής της εγγυητικής επιστολής από τον ενδιαφερόμενο.
Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζεται ο τύπος των ανωτέρω εγγυητικών επιστολών, οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις για την κατάπτωσή τους, ο τρόπος διάθεσης των εσόδων από αυτές στη Λειτουργός της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Ανώνυμη Εταιρεία και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Με όμοια απόφαση, μετά από γνώμη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, μπορεί να μεταβάλλεται το ύψος και η διάρκεια των εγγυητικών επιστολών, καθώς και τα αντίστοιχα όρια ηλεκτρικής ισχύος του σχετικού αιτήματος χορήγησης Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης. Με όμοια απόφαση, μετά από γνώμη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, μπορεί να προβλέπονται ειδικότερες προϋποθέσεις για την υποβολή και επιστροφή των εγγυητικών επιστολών, καθώς και για το ύψος αυτών για σταθμούς που περιγράφονται στις περιπτώσεις α' έως γ' του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 8 του νόμου 3468/2006, λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό δυσκολίας κατασκευής και το σημείο σύνδεσης στο ηλεκτρικό Σύστημα. Η συνδρομή των προϋποθέσεων που καθορίζονται στην απόφαση του προηγούμενου εδαφίου σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση διαπιστώνεται με απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, μετά από αίτημα του ενδιαφερομένου. Από την υποχρέωση υποβολής της ανωτέρω εγγυητικής επιστολής εξαιρούνται οι σταθμοί Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας που εγκαθίστανται σε κτίρια, ανεξαρτήτως ισχύος. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση κτιρίου που έχει κατασκευαστεί με σκοπό τη στέγαση εξοπλισμού του σταθμού Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας ή που χρησιμοποιείται για το σκοπό αυτόν.
Η ισχύς της παρούσας περίπτωσης αρχίζει από την 01-01-2016.
Ειδικά για τους ηλιοθερμικούς σταθμούς οι οποίοι είναι ενταγμένοι στο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα NER 300 η ισχύς της παρούσας περίπτωσης αρχίζει από την 01-02-2017.
4. Η υποχρέωση υποβολής της εγγυητικής επιστολής της περίπτωσης 3 καταλαμβάνει και όλες τις περιπτώσεις για τις οποίες έχει χορηγηθεί Οριστική Προσφορά Σύνδεσης πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας περίπτωσης, εφόσον κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας περίπτωσης δεν βρίσκεται σε ισχύ σχετική σύμβαση σύνδεσης. Η εγγυητική επιστολή του προηγούμενου εδαφίου υποβάλλεται στον διαχειριστή, ο οποίος έχει χορηγήσει ή διαχειρίζεται, βάσει της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Ι.5 του παρόντος, την οριστική προσφορά σύνδεσης, εντός διαστήματος ενός μήνα από την έναρξη ισχύος της παρούσας περίπτωσης. Το ύψος της εγγυητικής επιστολής ισούται με το ήμισυ της προβλεπόμενης στην περίπτωση 3 και μειώνεται βάσει των διατάξεων της ίδιας περίπτωσης της παρούσης υποπαραγράφου. Εάν δεν υποβληθεί εγκαίρως κατά τα ανωτέρω η εγγυητική επιστολή, η οριστική προσφορά σύνδεσης παύει να ισχύει αυτοδικαίως με την παρέλευση του ανωτέρω διαστήματος του ενός μήνα. Προϋπόθεση για τη χορήγηση Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης από τον Διαχειριστή για αιτήματα που έχουν υποβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας περίπτωσης για χορήγηση Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης είναι η υποβολή από τον ενδιαφερόμενο της εγγυητικής επιστολής της περίπτωσης 3.
Η ισχύς της παρούσας περίπτωσης αρχίζει από την 01-02-2016.
Ειδικά για τους ηλιοθερμικούς σταθμούς οι οποίοι είναι ενταγμένοι στο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα NER 300 η ισχύς της παρούσας περίπτωσης αρχίζει από την 01-02-2017.
5. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μετά από γνώμη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας μπορεί να προβλέπεται η καταβολή διαχειριστικής αμοιβής υπέρ του αρμόδιου διαχειριστή για την εξέταση των αιτημάτων για χορήγηση Προσφοράς Σύνδεσης για σταθμούς Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Ενέργειας. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται το ύψος της διαχειριστικής αμοιβής, η κλιμάκωσή του και κάθε σχετική λεπτομέρεια για την καταβολή της.
6. Η παράγραφος 5 του άρθρου 39 του νόμου 4062/2012 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
{5. Αιτήσεις για χορήγηση προσφορών σύνδεσης σταθμών ηλεκτροπαραγωγής των περιπτώσεων δ', ε' και ζ' έως και ι)ε' του πίνακα τιμολόγησης παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του νόμου 3468/2006 (Α' 129), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 5 του νόμου 3851/2010 (ΦΕΚ 85/Α/2010), οι οποίες υποβάλλονται μέχρι τις 31-05-2013, εξετάζονται από τον αρμόδιο Διαχειριστή κατά προτεραιότητα έναντι λοιπών αιτήσεων.}
7. Με την υπογραφή της σύμβασης σύνδεσης για σταθμούς Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Ενέργειας των άρθρων 3 και 4 του νόμου 3468/2006, ή στην περίπτωση που η σύμβαση σύνδεσης έχει υπογραφεί πριν την έκδοση της άδειας εγκατάστασης, εντός μηνός από την έκδοση της άδειας αυτής, καταβάλλεται το σύνολο του συμβατικού τιμήματος που αφορά στο τμήμα / σύνολο των έργων που κατασκευάζει ο αρμόδιος διαχειριστής και όχι πάνω από 250.000 €. Ο τρόπος καταβολής του τιμήματος πάνω από τις 250.000 € καθορίζεται στη σύμβαση σύνδεσης. Προϋπόθεση για να τεθεί σε ισχύ η σύμβαση σύνδεσης είναι η καταβολή του συμβατικού τιμήματος κατά τα ανωτέρω. Εάν ο σταθμός δεν υλοποιηθεί εντός του χρόνου που προβλέπεται από την οικεία άδεια εγκατάστασης ή εντός του χρόνου ισχύος οριστικής προσφοράς σύνδεσης, για τους σταθμούς του άρθρου 4 του νόμου 3468/2006, όπως ορίζεται στις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του νόμου 3468/2006, το ποσό που καταβλήθηκε σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο δεν επιστρέφεται αλλά καταπίπτει υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού του άρθρου 40 του νόμου 2773/1999 πλην του τμήματος του εν λόγω ποσού που αντιστοιχεί σε τμήμα των έργων που έχουν ήδη κατασκευαστεί. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μετά από εισήγηση του αρμόδιου Διαχειριστή και γνώμη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, μπορεί να καθορίζονται συγκεκριμένος τύπος, περιεχόμενο και διαδικασία κατάρτισης των συμβάσεων σύνδεσης, και να ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια.
8. Οι διατάξεις του άρθρου 11 του νόμου 3468/2006 εφαρμόζονται αναλογικά και για τη σύνδεση σταθμού ηλεκτροπαραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας στο δίκτυο υψηλής τάσης των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών.
Υποπαράγραφος Ι.2: Ετήσιο τέλος διατήρησης δικαιώματος κατοχής άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας
1. Οι κάτοχοι αδειών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης του άρθρου 3 του νόμου 3468/2006 (ΦΕΚ 129/Α/2006) καταβάλλουν εντός του πρώτου τετραμήνου κάθε ημερολογιακού έτους στη Λειτουργός Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ανώνυμη εταιρεία, υπέρ του ειδικού διαχειριστικού Λογαριασμού του άρθρου 40 του νόμου 2773/1999 (ΦΕΚ 286/Α/1999), ετήσιο τέλος ύψους 1 ευρώ ανά κιλοβάτ (1€/kW) εγκατεστημένης ισχύος. Σε περίπτωση που, σύμφωνα με την οικεία άδεια παραγωγής η μέγιστη ισχύς παραγωγής των σταθμών διαφοροποιείται από την εγκατεστημένη, το ετήσιο τέλος υπολογίζεται σε 1 ευρώ ανά κιλοβάτ (1€/kW) μέγιστης ισχύος παραγωγής. Ειδικά για υβριδικούς σταθμούς, το ετήσιο τέλος ανέρχεται σε 1 ευρώ ανά κιλοβάτ (1€/kW) εγγυημένης ισχύος.
2. Η υποχρέωση της προηγούμενης περίπτωσης γεννάται:
α) για φωτοβολταϊκούς σταθμούς, μετά την παρέλευση 1 έτους από τη χορήγηση άδειας παραγωγής,
β) για σταθμούς έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι οποίοι, βάσει των οικείων αδειών παραγωγής, είτε ως τμήμα ενιαίου έργου είτε ως μεμονωμένοι, συνδέονται με το Εθνικό Διασυνδεδεμένο Σύστημα μέσω ειδικού προς τούτο υποθαλάσσιου καλωδίου, και για υβριδικούς σταθμούς με σύστημα αντλησιοταμίευσης, μετά την παρέλευση 4 ετών από τη χορήγηση άδειας παραγωγής,
γ) για λοιπούς σταθμούς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης, μετά την παρέλευση 3 ετών από τη χορήγηση άδειας παραγωγής και λήγει με την υποβολή της εγγυητικής επιστολής της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Ι.1.
3. Σε περιπτώσεις αδειών παραγωγής που έχουν εκδοθεί μέχρι 09-05-2013, η υποχρέωση της περίπτωσης 1 γεννάται μετά την παρέλευση 3 ετών, οκτώ (8) ετών και 6 ετών από την έκδοση της άδειας παραγωγής, για τις περιπτώσεις α', β' και γ' της περίπτωσης 2 αντίστοιχα, και σε κάθε περίπτωση όχι πριν την 01-01-2014 και λήγει με την υποβολή της εγγυητικής επιστολής της περίπτωσης 4 της Υποπαραγράφου Ι.1. Ειδικά για το έτος 2014 δεν γεννάται υποχρέωση για την καταβολή του τέλους της περίπτωσης 1 για τις άδειες του προηγούμενου εδαφίου. Για υβριδικούς και ηλιοθερμικούς σταθμούς η υποχρέωση για την καταβολή του τέλους της περίπτωσης 1 δεν γεννάται και για το έτος 2015.
Οι σταθμοί που διαθέτουν σύμβαση σύνδεσης σε ισχύ δεν έχουν υποχρέωση καταβολής του τέλους της περίπτωσης 1.
4. Για τον υπολογισμό των ανωτέρω χρονικών περιόδων, ως πρώτο ημερολογιακό έτος θεωρείται το ημερολογιακό έτος που έπεται εκείνου κατά το οποίο χορηγήθηκε η άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Για σταθμούς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που αποτελούν τμήμα ενιαίου έργου, όπως ορίζεται στην ανωτέρω περίπτωση 2)β, ως πρώτο ημερολογιακό έτος θεωρείται το ημερολογιακό έτος που έπεται εκείνου κατά το οποίο χορηγήθηκε η πρώτη άδεια παραγωγής. Το ετήσιο τέλος της περίπτωσης 1 της παρούσας υποπαραγράφου οφείλεται ολόκληρο και για το ημερολογιακό έτος, εντός του οποίου λαμβάνει χώρα η υποβολή της εγγυητικής επιστολής των περιπτώσεων 3 και 4 της Υποπαραγράφου Ι.1.
5. Με μέριμνα του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και σε συνεργασία με τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, τη Λειτουργός Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ανώνυμη εταιρεία και τους αρμόδιους Διαχειριστές καταρτίζεται πίνακας με τους υπόχρεους καταβολής και το ύψος του τέλους της περίπτωσης 1, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου. Οι Διαχειριστές παρέχουν τα απαραίτητα στοιχεία αρμοδιότητάς τους, για τον προσδιορισμό του ετήσιου τέλους 3 μήνες πριν τη λήξη της προθεσμίας καταβολής του τέλους της περίπτωσης 1.
Ο πίνακας αναρτάται στο διαδικτυακό τόπο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας 2 μήνες πριν τη λήξη της προθεσμίας καταβολής του τέλους της περίπτωσης 1. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας 15 ημερών από την ανάρτηση του πίνακα μπορεί να υποβληθούν από τους ενδιαφερόμενους, αιτήματα διόρθωσης πρόδηλων σφαλμάτων, συνοδευόμενα από τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Ο πίνακας καθίσταται οριστικός και αναρτάται εκ νέου στο διαδικτυακό τόπο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας το αργότερο 15 ημέρες πριν τη λήξη της προθεσμίας καταβολής του τέλους της περίπτωσης 1. Τα στοιχεία για την κατάρτιση των πινάκων λαμβάνονται υπόψη όπως ισχύουν την 1η Ιανουαρίου του έτους κατά το οποίο καταβάλλεται το τέλος.
6. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή του ετήσιου τέλους που προβλέπεται στην περίπτωση 1, συνεπάγεται την αυτοδίκαιη παύση ισχύος της άδειας παραγωγής. Η Λειτουργός Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ανώνυμη εταιρεία, εντός 1 μήνα από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής του ετήσιου τέλους, καταρτίζει και δημοσιοποιεί στον διαδικτυακό της τόπο πίνακα με τους υπόχρεους που δεν κατέβαλαν εμπρόθεσμα το ετήσιο τέλος και ακολούθως η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας καταχωρίζουν τις άδειες που παύουν να ισχύουν στο μητρώο αδειών και σταθμών που τηρούν και δημοσιοποιούν αντίστοιχα. Στην περίπτωση αυτή, υποβολή αιτήματος για χορήγηση άδειας παραγωγής για την ίδια θέση ή τμήμα αυτής και για σταθμό της ίδιας τεχνολογίας επιτρέπεται μετά την παρέλευση 1 έτους από την ανάρτηση του πίνακα του δευτέρου εδαφίου του παρόντος άρθρου στο διαδικτυακό τόπο της Λειτουργός Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ανώνυμη εταιρεία.
7. Το ύψος του ανωτέρω τέλους μπορεί να αναπροσαρμόζεται με ανώτατο όριο το ποσό των 3 ευρώ ανά κιλοβάτ (3€/kW) με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μετά από γνώμη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, που εκδίδεται εντός του προηγούμενου έτους από αυτό στο οποίο αφορά η αναπροσαρμογή. Για την αναπροσαρμογή λαμβάνεται υπόψη η ανά τεχνολογία συνολική ισχύς των αδειών παραγωγής και των Οριστικών Προσφορών Σύνδεσης για τους σταθμούς του άρθρου 4 του νόμου 3468/2006 για τους οποίους δεν απαιτείται η έκδοση άδειας παραγωγής, με στόχο η σχέση μεταξύ της ισχύος των ανωτέρω σταθμών προς την αντίστοιχη επιδιωκόμενη αναλογία εγκατεστημένης ισχύος, που προσδιορίζεται βάσει του άρθρου 1 του νόμου 3468/2006, αφαιρούμενης της ισχύος των λειτουργούντων σταθμών, να μην ξεπερνά το 3 προς 1. Με την απόφαση του πρώτου εδαφίου της παρούσας, μετά από πρόταση του αρμόδιου διαχειριστή και γνώμη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, το τέλος μπορεί να διαφοροποιείται: α) για συγκεκριμένες περιοχές για τις οποίες το όριο ασφαλούς απορρόφησης ισχύος βαίνει προς εξάντληση βάσει των Οριστικών Προσφορών Σύνδεσης που έχουν ήδη χορηγηθεί και βρίσκονται σε ισχύ και β) για συγκεκριμένες τεχνολογίες.
8. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μετά από γνώμη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, μπορεί να καθοριστεί ετήσιο τέλος και για τους σταθμούς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης του άρθρου 4 του νόμου 3468/2006, ίδιου ύψους με αυτό που προβλέπεται για τους σταθμούς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης του άρθρου 3 του ίδιου νόμου, όπως κάθε φορά θα ισχύει βάσει των διατάξεων της προηγούμενης περίπτωσης 7 και να ρυθμιστούν οι προϋποθέσεις καταβολής του και οι συνέπειες από τη μη καταβολή του κατ' αναλογία των οριζομένων στην παρούσα Υποπαράγραφο, καθώς και κάθε σχετικό θέμα.
9. Οι υπόχρεοι καταβολής του τέλους της περίπτωσης 1, σύμφωνα με τις περιπτώσεις 2 και 3, δεν καταβάλλουν το ετήσιο τέλος για τις άδειες παραγωγής σταθμών σε περιοχές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής αποφάσεων της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, με τις οποίες διαπιστώνεται όριο ασφαλούς απορρόφησης ισχύος από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και χαρακτηρίζονται ως περιοχές με κορεσμένο δίκτυο λόγω κάλυψης του ως άνω ορίου από εκδοθείσες προσφορές σύνδεσης. Στις περιπτώσεις αυτές, η υποχρέωση καταβολής του τέλους γεννάται από το ημερολογιακό έτος που έπεται της άρσης του κορεσμού.
10. Από την υποχρέωση καταβολής του τέλους που προβλέπεται στην περίπτωση 1, εξαιρούνται οι κάτοχοι αδειών παραγωγής:
α) Σταθμών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης του άρθρου 3 του νόμου 3468/2006, για τους οποίους έχει ενεργοποιηθεί η σύνδεσή τους στο Σύστημα ή στο Δίκτυο, συμπεριλαμβανομένου και του δικτύου των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών (ΜΔΝ). Ειδικά για άδειες παραγωγής για τις οποίες έχει εγκριθεί σε μεταγενέστερο χρόνο από αυτόν της έκδοσης της αρχικής άδειας παραγωγής επέκταση ισχύος και έχει ενεργοποιηθεί σύνδεση στο Σύστημα ή το Δίκτυο για την ισχύ που αναφέρεται στην αρχική άδεια παραγωγής, η εξαίρεση αφορά αυτή την ισχύ, το δε χρονικό διάστημα για την έναρξη υποχρέωσης καταβολής του τέλους για την υπόλοιπη ισχύ υπολογίζεται βάσει της ημερομηνίας χορήγησης της αρχικής άδειας.
β) Υδροηλεκτρικών σταθμών με ισχύ μεγαλύτερη από 15 MW.
γ) Σταθμών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της Απόφασης Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας υπ' αριθμόν 904/2011 όπως ισχύει μετά και την τροποποίησή της με την Απόφαση Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας υπ' αριθμόν 155/2012.
11. Ειδικά και μόνο για τα ημερολογιακά έτη 2015 και 2016 το ετήσιο τέλος που προβλέπεται στην περίπτωση 1, μπορεί να καταβληθεί για το έτος 2015 έως τις 31-12-2016 και για το έτος 2016 έως τις 30-06-2018. Οι κάτοχοι άδειας παραγωγής σταθμών Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης σε Νοσοκομεία απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής του ετήσιου τέλους για τα έτη 2015 και 2016.
12. Από την 01-01-2020 η υποχρέωση καταβολής του Τέλους που προβλέπεται στην περίπτωση 1 παύει να ισχύει.
Υποπαράγραφος Ι.3: Έσοδα ειδικού λογαριασμού άρθρου 40 του νόμου 2773/1999
1. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 96 του νόμου 4001/2011 προστίθεται περίπτωση ι)θ' ως ακολούθως:
{ι)θ) Ο τρόπος, η διαδικασία και οι όροι διευθέτησης τυχόν πληρωμών ως αντάλλαγμα για τις μονάδες παραγωγής που έχουν κατανεμηθεί.}
2. Η περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 143 του νόμου 4001/2011 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
{α) Τα ποσά που καταβάλλουν οι παραγωγοί και οι προμηθευτές στο πλαίσιο του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού και της Εκκαθάρισης των Αποκλίσεων Παραγωγής - Ζήτησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 120 και 96 και ιδίως στη περίπτωση ι)θ' της παραγράφου 2 του άρθρου 96, κατά τρόπον ώστε να αντανακλούν κατ' ελάχιστον το μεσοσταθμικό μεταβλητό κόστος των θερμικών συμβατικών σταθμών και να αναλογούν στην ενέργεια που εγχέεται κατά προτεραιότητα στο σύστημα μεταφοράς και στο δίκτυο διανομής της ηπειρωτικής χώρας και των συνδεδεμένων με αυτά νησιών, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 9 του νόμου 3468/2006, με μεθοδολογία που εξειδικεύεται στον Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας.}
Υποπαράγραφος Ι.4: Ρυθμίσεις για φωτοβολταϊκούς σταθμούς
1. Εγγυητικές επιστολές που προσκομίστηκαν πριν από την υπογραφή Συμβάσεων Σύνδεσης για φωτοβολταϊκούς σταθμούς επιστρέφονται μετά από υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου επενδυτή προς τον αρμόδιο διαχειριστή ότι δεν θα προχωρήσει στην υλοποίηση του σταθμού, η οποία υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Με την υποβολή της ανωτέρω υπεύθυνης δήλωσης λύονται αυτοδικαίως οι σχετικές συμβάσεις πώλησης και σύνδεσης του σταθμού στο Δίκτυο, συμπεριλαμβανομένου και του Δικτύου των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, ή το Σύστημα. Ο αρμόδιος διαχειριστής και ο Λειτουργός της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας τηρούν μητρώο των σταθμών του προηγουμένου εδαφίου.
2. Μετά από υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου επενδυτή προς τον αρμόδιο διαχειριστή ότι δεν θα προχωρήσει στην υλοποίηση φωτοβολταϊκού σταθμού, η οποία υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας 2 μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, επιστρέφονται ποσά που έχουν καταβληθεί στον αρμόδιο διαχειριστή στο πλαίσιο της οικείας Σύμβασης Σύνδεσης του φωτοβολταϊκού σταθμού και αντιστοιχούν στο μέρος των έργων σύνδεσης που δεν έχει υλοποιηθεί μέχρι την ημερομηνία υποβολής της εν λόγω υπεύθυνης δήλωσης. Με την υποβολή της ανωτέρω υπεύθυνης δήλωσης λύονται αυτοδικαίως οι σχετικές συμβάσεις πώλησης και σύνδεσης του σταθμού στο Σύστημα ή το Δίκτυο συμπεριλαμβανομένου και του Δικτύου των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών. Ο αρμόδιος διαχειριστής και ο Λειτουργός της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας τηρούν μητρώο των σταθμών του προηγούμενου εδαφίου.
3. Αναστέλλεται έως 31-12-2013 η σύναψη Συμβάσεων Σύνδεσης φωτοβολταϊκών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με το Σύστημα ή το Δίκτυο συμπεριλαμβανομένου και του Δικτύου των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών.
4. Αναστέλλεται έως 31-12-2013 η σύναψη συμβάσεων πώλησης για φωτοβολταϊκούς σταθμούς με τον Λειτουργό της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και τον Διαχειριστή του Δικτύου των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών. Από την αναστολή του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται οι περιπτώσεις για τις οποίες μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου έχει κατατεθεί πλήρης φάκελος για την υπογραφή σύμβασης πώλησης.
5. Η αναστολή σύναψης συμβάσεων των δύο προηγούμενων περιπτώσεων μπορεί να αίρεται πριν από την 31-12-2013 με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής μετά από γνώμη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, εκτιμώντας την πορεία του ελλείμματος του ειδικού Λογαριασμού του άρθρου 40 του νόμου 2773/1999 και την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται βάσει του άρθρου 1 του νόμου 3468/2006.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 5 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 20 του νόμου 4203/2013 (ΦΕΚ 235/Α/2013).
|
6. Από την αναστολή της περίπτωσης 3 εξαιρούνται οι φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στην κοινή υπουργική απόφαση Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις και ιδίως σε δώματα και στέγες κτιρίων (ΦΕΚ 1079/Β/2009).
7. Για όσο χρονικό διάστημα υφίσταται αναστολή της αδειοδοτικής διαδικασίας βάσει των διατάξεων της περίπτωσης β' της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του νόμου 3468/2006 δεν είναι δυνατή η τροποποίηση άδειας παραγωγής και προσφοράς σύνδεσης για αύξηση ισχύος και δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του νόμου 3468/2006.
8. Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης των περιπτώσεων β' και γ' της υποπαραγράφου 1 της υποπαραγράφου Ι.2 της παραγράφου Ι του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012 (ΦΕΚ 222/Α/2012) καθορίζεται:
α. Σε 37% και 34% αντίστοιχα ειδικά για τους φωτοβολταϊκούς σταθμούς που τίθενται σε δοκιμαστική λειτουργία ή ενεργοποιείται η σύνδεσή τους κατά το χρονικό διάστημα από 01-01-2013 έως και 30-06-2013 και για τις πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας που λαμβάνουν χώρα μετά την 01-01-2013, με την εξαίρεση φωτοβολταϊκών σταθμών κατ' επάγγελμα αγροτών, καθώς και φωτοβολταϊκών σταθμών που βρίσκονται σε Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά.
β. Σε 42% και 40% αντίστοιχα ειδικά για τους φωτοβολταϊκούς σταθμούς που τίθενται σε δοκιμαστική λειτουργία ή ενεργοποιείται η σύνδεσή τους μετά την 01-07-2013.
Υποπαράγραφος Ι.5: Τελικές, μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις παραγράφου Ι.
1. Η παράγραφος 15 του άρθρου 8 του νόμου 3468/2006 καταργείται. Οι διατάξεις της υπουργικής απόφασης οίκοθεν ΥΑΠΕ/Φ1/24839/25-11-2010 (ΦΕΚ 1901/Β/2010) εξακολουθούν να ισχύουν για τις εγγυητικές επιστολές που έχουν υποβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος των περιπτώσεων 3 και 4 της υποπαραγράφου Ι.1 του παρόντος. Μέχρι την έκδοση της απόφασης της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Ι.1. του παρόντος, με την οποία καθορίζεται ο τύπος των ανωτέρω εγγυητικών επιστολών εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις της υπουργικής απόφασης οίκοθεν ΥΑΠΕ/Φ1/24839/25-11-2010 (ΦΕΚ 1901/Β/2010). Η ισχύς της παρούσας περίπτωσης αρχίζει από την 01-05-2014.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 20 του νόμου 4203/2013 (ΦΕΚ 235/Α/2013).
|
2. Η Διαχειριστής του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας Ανώνυμη Εταιρεία διαχειρίζεται όλες τις προσφορές σύνδεσης που έχουν χορηγηθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος και αφορούν σε σταθμούς Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Ενέργειας που συνδέονται στο δίκτυο.
3. Οι διατάξεις της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Ι.1. ισχύουν και για τις Οριστικές Προσφορές Σύνδεσης που έχουν χορηγηθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
4. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 24 του νόμου 4123/2013 (ΦΕΚ 43/Α/2013), οι λέξεις εντός απώτατου χρονικού διαστήματος 3 μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου αντικαθίστανται με τις λέξεις έως την 30-06-2013.
5. Η συμβατική διάρκεια των Συμβάσεων Σύνδεσης των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 24 του νόμου 4123/2013 (ΦΕΚ 43/Α/2013) παρατείνεται έως την 30-06-2013.
6. Κατ' εξαίρεση των διατάξεων της υποπαραγράφου 3 της υποπαραγράφου Ι.2 της παραγράφου Ι του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012 (ΦΕΚ 222/Α/2012) και ειδικά για τους φωτοβολταϊκούς σταθμούς της περίπτωσης α' της ανωτέρω υποπαραγράφου, για τους οποίους η έναρξη της δοκιμαστικής λειτουργίας ή η ενεργοποίηση της σύνδεσής τους λαμβάνει χώρα από το πέρας του χρονικού διαστήματος των τεσσάρων μηνών της ανωτέρω περίπτωσης α' και έως την 30-06-2013, η αποζημίωση της παραγόμενης ενέργειας υπολογίζεται βάσει της τιμής αναφοράς του πίνακα του άρθρου 27Α του νόμου 3734/2009, όπως έχει διαμορφωθεί με την απόφαση του Υφυπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής με αριθμό οίκοθεν ΥΑΠΕ/Φ1/2301/16933/09-08-2012 (ΦΕΚ 2317/Β/2012), που αντιστοιχεί στο διάστημα μεταξύ Αυγούστου 2012 και Ιανουαρίου 2013 και υπό την προϋπόθεση ότι η ανωτέρω έναρξη της δοκιμαστικής λειτουργίας ή η ενεργοποίηση της σύνδεσής τους γίνεται πριν συμπληρωθούν 18 μήνες από την υπογραφή της σύμβασης, της παραγράφου 5)α του άρθρου 27Α του νόμου 3734/2009, όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή της με την υποπαράγραφο 2 της παραγράφου Ι.2 του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 6 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 20 του νόμου 4203/2013 (ΦΕΚ 235/Α/2013).
|
7. Οι διατάξεις των περιπτώσεων 3 και 4 της υποπαραγράφου Ι.1 και οι διατάξεις της υποπαραγράφου Ι.2 της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις υδροηλεκτρικών σταθμών εγκατεστημένης ισχύος άνω των 15 MW, καθώς και υδροηλεκτρικών σταθμών που διαθέτουν αντλητικό σύστημα και σύστημα αποθήκευσης ανεξάρτητα από το φορέα κατασκευής και λειτουργίας.