Νόμος 4015/11 - Άρθρο 16

Άρθρο 16: Τροποποιούμενες διατάξεις του νόμου 2810/2000 Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις (ΦΕΚ 61/Α/2000)


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Όπου στο νόμο [Ν] 2810/2000 αναφέρεται ο όρος Αγροτική Συνεταιριστική Οργάνωση, ο όρος αυτός αντικαθίσταται με τον όρο Αγροτικός Συνεταιρισμός.

 

2. Το άρθρο 1 του νόμου [Ν] 2810/2000, όπως συμπληρώθηκε με την προσθήκη της παράγραφο 5 με την παράγραφο 1 του άρθρου 18 του νόμου 3147/2003, αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 1: Ορισμός - Σκοπός - Νομική Μορφή Δραστηριότητες

 

1. Ο Αγροτικός Συνεταιρισμός είναι αυτόνομη ένωση προσώπων, η οποία συγκροτείται εθελοντικά και επιδιώκει, με την αμοιβαία βοήθεια των μελών της, την οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ανάπτυξη και προαγωγή τους, μέσω μιας συνιδιοκτήτης και δημοκρατικά διοικούμενης επιχείρησης. Ως Αγροτικός Συνεταιρισμός θεωρούνται και οι αλιευτικοί, κτηνοτροφικοί, πτηνοτροφικοί, μελισσοκομικοί, σηροτροφικοί, αγροτουριστικοί, αγροβιοτεχνικοί, οικοτεχνικοί και άλλοι συνεταιρισμοί, οποιουδήποτε κλάδου ή δραστηριότητας της αγροτικής οικονομίας.

 

2. Οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί οφείλουν να ανταποκρίνονται στις παρακάτω βασικές αρχές ως προς την εσωτερική οργάνωση και τη γενικότερη λειτουργία τους:

 

α) Την εθελοντική συμμετοχή των αγροτών - φυσικών προσώπων, οι οποίοι καθίστανται μέλη του οικείου Αγροτικού Συνεταιρισμού.

 

β) Τη δημοκρατική οργάνωση και λειτουργία, η οποία απαραιτήτως προϋποθέτει την άμεση εκλογή όλων ανεξαιρέτως των οργάνων διοίκησης, χωρίς περιορισμούς ή αποκλεισμούς, ενώ η αξιοπιστία και το κύρος των εκλογικών αρχαιρεσιών επιβλέπεται υποχρεωτικά από αρμόδιο δικαστικό λειτουργό. Σε κάθε περίπτωση, το Διοικητικό Συμβούλιο των ΑΣ πρέπει να εκλέγεται άμεσα από τα μέλη - φυσικά πρόσωπα του κάθε συνεταιρισμού.

 

γ) Ποσοστό διάθεσης τουλάχιστον 80% της παραγωγής των αγροτικών προϊόντων που παράγουν τα μέλη του και διακινεί ο οικείος Αγροτικός Συνεταιρισμός.

 

δ) Την οικονομική βιωσιμότητα, ανάπτυξη και αξιοπιστία, η διαπίστωση των οποίων τεκμηριώνεται με βάση τα οικονομικά και περιουσιακά στοιχεία του κάθε Αγροτικού Συνεταιρισμού.

 

ε) Την τήρηση των όρων και προϋποθέσεων νόμιμης λειτουργίας του Αγροτικού Συνεταιρισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

 

3. Οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και έχουν εμπορική ιδιότητα. Αναπτύσσουν κάθε είδους δραστηριότητα για την επίτευξη των σκοπών τους στο πλαίσιο του νόμου και του καταστατικού τους.

 

4. Για την εκπλήρωση των σκοπών τους, οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί μπορεί να ιδρύουν υποκαταστήματα, παραρτήματα ή γραφεία στο εσωτερικό και το εξωτερικό, να συνιστούν νομικά πρόσωπα, να συμπράττουν σε κοινές επιχειρήσεις, με καταναλωτικούς η άλλους συνεταιρισμούς, νομικά πρόσωπα του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, με κοινωφελείς οργανισμούς, με επιχειρήσεις οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, με συνεταιριστικές οργανώσεις άλλων χωρών και με φυσικά ή νομικά πρόσωπα, στα πλαίσια της διακρατικής ή και διεπαγγελματικής συνεργασίας.

 

5. Για θέματα που δεν ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο, εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι διατάξεις του Εμπορικού Δικαίου και του Αστικού Κώδικα.}

 

3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 3 του νόμου [Ν] 2810/2000 τροποποιείται ως εξής:

 

{1. Για τη σύσταση αγροτικού συνεταιρισμού και Ομάδες Παραγωγών απαιτείται η σύνταξη καταστατικού και η υπογραφή του από 20 τουλάχιστον φυσικά πρόσωπα, που συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 2810/2000, καθώς και η έγκριση του από το Ειρηνοδικείο της έδρας του συνεταιρισμού. Στο καταστατικό του Αγροτικού Συνεταιρισμού πρέπει να ορίζεται η εδαφική επικράτεια του. Ειδικά για τα νησιά με πληθυσμό, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, κάτω από 3.100 κατοίκους ως ελάχιστος αριθμός φυσικών προσώπων για τη σύσταση Αγροτικού Συνεταιρισμού κατά τα ανωτέρω, ορίζονται τα 10 ιδρυτικά μέλη.}

 

4. Το άρθρο 5 του νόμου [Ν] 2810/2000 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 5: Μέλη

 

Μέλη του αγροτικού συνεταιρισμού μπορεί να γίνουν φυσικά πρόσωπα, που έχουν πλήρη ικανότητα για δικαιοπραξία, απασχολούνται σε οποιονδήποτε κλάδο ή δραστηριότητα της αγροτικής οικονομίας που εξυπηρετείται από τις δραστηριότητες του συνεταιρισμού, πληρούν τους όρους του καταστατικού του και αποδέχονται να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες του. Επίσης, μέλος Αγροτικού Συνεταιρισμού μπορεί να γίνει και άλλος Αγροτικός Συνεταιρισμός, ο οποίος θα μπορεί να κατέχει μόνο μία συνεταιρική μερίδα. Το σύνολο των συνεταιρικών μερίδων που μπορεί να κατέχονται από Αγροτικούς Συνεταιρισμούς δεν μπορεί να υπερβαίνει το 3% του συνόλου των κατεχομένων από μέλη - φυσικά πρόσωπα συνεταιρικών μερίδων.}

 

5. Το άρθρο 7 του νόμου [Ν] 2810/2000, όπως συμπληρώθηκε με την προσθήκη της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του νόμου 3147/2003, αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 7: Δικαιώματα και υποχρεώσεις μελών

 

1. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μελών προς το συνεταιρισμό ορίζονται από το καταστατικό, το οποίο πρέπει να περιέχει υποχρεωτικά διατάξεις που ρυθμίζουν:

 

α) Τη συμμετοχή των μελών στις γενικές συνελεύσεις του συνεταιρισμού.

 

β) Το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, το οποίο αναγνωρίζεται και ισχύει μόνον για φυσικά πρόσωπα.

 

γ) Τη συμμετοχή στη διανομή των πλεονασμάτων της διαχειριστικής χρήσεως.

 

δ) Τη συμμετοχή του μέλους στις δραστηριότητες και στις συναλλαγές του συνεταιρισμού.

 

2. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει κυρώσεις κατά των μελών, για τη μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων τους προς το συνεταιρισμό.

 

3. Η εθελοντική εργασία που παρέχουν τα μέλη του Αγροτικού Συνεταιρισμού προς το Συνεταιρισμό τους, ανάλογα με τις ανάγκες του, δεν θεωρείται ότι παρέχεται στα πλαίσια σχέσης εξαρτημένης εργασίας. Ο Συνεταιρισμός εκδίδει αποδείξεις δαπάνης για την καταβαλλόμενη αμοιβή της προσωπικής εργασίας που παρέχεται από τα μέλη του, σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 15 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, ανεξάρτητα από το ύψος του ποσού που καταβάλλεται και εφόσον ο δικαιούχος δεν είναι επιτηδευματίας από άλλη αιτία.}

 

6. Το άρθρο 8 του νόμου [Ν] 2810/2000 τροποποιείται ως ακολούθως:

 

{Άρθρο 8: Συνεταιριστικό κεφάλαιο - Συνεταιρική μερίδα

 

1. Το συνεταιριστικό κεφάλαιο των Αγροτικών Συνεταιρισμών ανέρχεται κατ' ελάχιστο στο ποσό των 30.000 €.

 

2. Η συνεταιρική μερίδα είναι το ελάχιστο χρηματικό ποσό συμμετοχής κάθε μέλους στο κεφάλαιο του συνεταιρισμού. Κάθε μέλος συμμετέχει στο συνεταιρισμό με 1 υποχρεωτική μερίδα και έχει μία ψήφο, το ύψος και οι προϋποθέσεις καταβολής της αξίας της ορίζονται από το καταστατικό. Η συνεταιρική μερίδα είναι αδιαίρετη και ίση για όλα τα μέλη.

 

Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει όρους και προϋποθέσεις για την απόκτηση από κάθε μέλος πρόσθετων υποχρεωτικών μερίδων, ανάλογα με το ύψος των συναλλαγών του με το συνεταιρισμό. Στην έννοια της συναλλαγής περιλαμβάνεται το άθροισμα της αξίας των προϊόντων, των εφοδίων και των υπηρεσιών που παρέχονται στα μέλη από το συνεταιρισμό, καθώς και των προϊόντων που διαθέτουν σε αυτόν ή μέσω αυτού σε τρίτους.

 

Στην περίπτωση αυτήν το καταστατικό ορίζει τις ψήφους που αντιστοιχούν στις πρόσθετες μερίδες. Ο συνολικός αριθμός των ψήφων στους ΑΣ δεν μπορεί, σε καμιά περίπτωση, να υπερβεί τις 3.

 

3. Η αύξηση ή η μείωση της αξίας μερίδας γίνεται με απόφαση της γενικής συνέλευσης.

 

4. Το καταστατικό μπορεί επίσης να προβλέπει τους όρους και τις προϋποθέσεις για την απόκτηση προαιρετικών μερίδων από τα μέλη, τους εργαζόμενους στο συνεταιρισμό και τρίτους. Στην περίπτωση αυτήν μπορεί να προβλέπει προνόμια υπέρ των προαιρετικών μερίδων. Οι προαιρετικές μερίδες δεν παρέχουν δικαίωμα ψήφου.

 

5. Το καταστατικό μπορεί να ορίζει ότι οι υποχρεωτικές μερίδες είναι έντοκες.

 

Ο χρόνος και ο τρόπος απόδοσης των τόκων ορίζεται στο καταστατικό.

 

6. Εάν το καταστατικό δεν απαγορεύει τη μεταβίβαση της συνεταιρικής μερίδας, αυτή είναι δυνατή μόνο με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του συνεταιρισμού, σε πρόσωπο που έχει τις προϋποθέσεις του άρθρου 5 του νόμου αυτού.

 

7. Σε περίπτωση θανάτου μέλους του συνεταιρισμού, ο κληρονόμος, ή όταν υπάρχουν περισσότεροι κληρονόμοι, αυτός που υποδείχθηκε με έγγραφη συμφωνία τους, εφόσον έχει τις προϋποθέσεις του άρθρου 5 του νόμου αυτού, υπεισέρχεται σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του μέλους που πέθανε. Αν δεν υποδειχθεί, η ονομαστική αξία της μερίδας, όπως τυχόν έχει προσαυξηθεί ή μειωθεί ανάλογα, όταν υπάρχει ζημία, αποδίδεται στους κληρονόμους στο τέλος της χρήσης.}

 

7. Η παράγραφος 1 του άρθρου 10 του νόμου [Ν] 2810/2000 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{1. Η γενική συνέλευση αποτελεί το ανώτατο όργανο του συνεταιρισμού. Στη γενική συνέλευση μετέχουν όλα τα μέλη που έχουν εκπληρώσει όλες τις ληξιπρόθεσμες οικονομικές τους υποχρεώσεις προς το συνεταιρισμό. Σε περιπτώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών με μεγάλο αριθμό μελών μπορεί με το καταστατικό τους να προβλέπεται αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση, τα μέλη της οποίας εκλέγονται με άμεση ψηφοφορία μεταξύ των μελών του Αγροτικού Συνεταιρισμού. Στην ψηφοφορία για την εκλογή των Αντιπροσώπων στη γενική συνέλευση λαμβάνουν μέρος μόνο τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία είναι μέλη του Αγροτικού Συνεταιρισμού. Για την εκλογή ενός Αντιπροσώπου στη γενική συνέλευση απαιτούνται τουλάχιστον είκοσι εγγεγραμμένα και οικονομικά τακτοποιημένα μέλη.

 

Στη γενική συνέλευση κάθε μέλος έχει 1 ψήφο.

 

Το καταστατικό μπορεί να ορίζει ότι ο συνέταιρος διαθέτει περισσότερες από 1 ψήφους και μέχρι 3, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 8 του νόμου αυτού.

 

Η γενική συνέλευση αποφασίζει για κάθε θέμα για το οποίο δεν προβλέπεται άλλο αρμόδιο όργανο.}

 

8. Η παράγραφος 1 του άρθρου 11 του νόμου [Ν] 2810/2000 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{1. Η γενική συνέλευση συνεδριάζει εγκύρως, εφόσον κατά την έναρξη της συνεδρίασης είναι παρόντα μέλη του συνεταιρισμού με δικαίωμα ψήφου τα οποία εκπροσωπούν πλέον του μισού (1/2) του όλου αριθμού των ψήφων.}

 

9. Το άρθρο 14 του νόμου [Ν] 2810/2000, όπως η παράγραφος 3 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 18 του νόμου 3147/2003 και το άρθρο αυτό συμπληρώθηκε με την προσθήκη της παραγράφου 5Α με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του νόμου 3399/2005 (ΦΕΚ 255/Α/2005), αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 14: Διοικητικό Συμβούλιο

 

1. Το Διοικητικό Συμβούλιο εκλέγεται με άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία από τα φυσικά πρόσωπα που είναι μέλη του Αγροτικού Συνεταιρισμού.

 

Ο αριθμός των μελών του ορίζεται από το καταστατικό και είναι πάντοτε περιττός. Τα μέλη δεν μπορεί να είναι λιγότερα από 5.

 

Η διάρκεια της θητείας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζεται 4 έτη. Η θητεία όλων των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου είναι χρονικά ενιαία. Οι σύμβουλοι είναι επανεκλέξιμοι και ανακαλούνται ελευθέρως από τη γενική συνέλευση.

 

Αν 3 μήνες πριν από την εκλογή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ο αριθμός των εργαζομένων με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου του συνεταιρισμού είναι μεγαλύτερος από 20, στο Διοικητικό Συμβούλιο μετέχει, ως επιπλέον μέλος του, εκπρόσωπος του παραπάνω προσωπικού. Ο εκπρόσωπος αυτός συμμετέχει με δικαίωμα ψήφου μόνο σε θέματα προσωπικού.

 

2. Το Διοικητικό Συμβούλιο εκπροσωπεί το συνεταιρισμό δικαστικώς και εξωδίκως. Την εκπροσώπηση του αυτή μπορεί να την αναθέτει στον Πρόεδρο ή σε άλλο μέλος του ή στον κατά την παράγραφο 10 του άρθρου αυτού Γενικό Διευθυντή. Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί επίσης να αναθέτει την άσκηση αρμοδιοτήτων του σε μέλος αυτού ή υπάλληλο του συνεταιρισμού.

 

3. Το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία όταν τα παρόντα μέλη είναι περισσότερα από τα απόντα, σε καμιά όμως περίπτωση δεν μπορεί τα παρόντα μέλη να είναι λιγότερα από 3. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών.

 

4. Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι αρμόδιο να αποφασίζει για κάθε θέμα που αφορά τη διοίκηση του συνεταιρισμού, τη διαχείριση της περιουσίας και των υποθέσεων του και την επιδίωξη του σκοπού του. Οι αρμοδιότητες του Διοικητικού Συμβουλίου καθορίζονται στο καταστατικό.

 

5. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ευθύνονται κατά τις διατάξεις των άρθρων 914 και επόμενα του Αστικού Κώδικα για κάθε ζημία που προκάλεσαν με υπαιτιότητα τους στο συνεταιρισμό κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Οι αξιώσεις του συνεταιρισμού παραγράφονται μετά από 3 έτη από την τέλεση της πράξης, εκτός αν πρόκειται για ζημία από δόλο, οπότε παραγράφονται μετά από 10 έτη.

 

6. Οι διατάξεις του νόμου 3213/2003 (ΦΕΚ 309/Α/2003) εφαρμόζονται και για τον Πρόεδρο, τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και τον Γενικό Διευθυντή της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών, καθώς και για τους Προέδρους και τους Γενικούς Διευθυντές και, αν δεν υπάρχουν, τους Διευθυντές των Αγροτικών Συνεταιρισμών που έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 2.000.000 €.

 

7. Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δεν μπορεί να ψηφίζει στις συνεδριάσεις του για θέματα που αφορούν στον ίδιο, στη σύζυγο ή σε συγγενείς του εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και του δευτέρου βαθμού.

 

8. Τα μέλη της διοίκησης των Αγροτικών Συνεταιρισμών δεν δικαιούνται μισθό ή αμοιβή για τις υπηρεσίες που προσφέρουν. Δικαιούνται, όμως, έξοδα κίνησης και παράστασης αποκλειστικά για τους σκοπούς των Αγροτικών Συνεταιρισμών. Με απόφαση της γενικής συνέλευσης, ύστερα από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου, καθορίζεται το ύψος των εξόδων κίνησης και παράστασης.

 

9. Αν ο Πρόεδρος ή μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου είναι αντίδικοι του συνεταιρισμού, το συνεταιρισμό εκπροσωπεί το, ειδικώς από αυτό, εξουσιοδοτημένο μέλος του, εκτός αν η γενική συνέλευση διορίσει ειδικούς εκπροσώπους.

 

10. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει τη δυνατότητα ορισμού από το Διοικητικό Συμβούλιο Γενικού Διευθυντή, στον οποίο να αναθέτει με σύμβαση τη μερική ή ολική άσκηση των εξουσιών και αρμοδιοτήτων του Διοικητικού Συμβουλίου, εκτός από εκείνες που, κατά το νόμο ή το καταστατικό, απαιτούν συλλογική ενέργεια, καθώς και τη γενική διεύθυνση και διαχείριση των υποθέσεων του συνεταιρισμού. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου καθορίζονται τα δικαιώματα, οι υποχρεώσεις και οι αρμοδιότητες του Γενικού Διευθυντή που επιλέγεται ύστερα από προκήρυξη που δημοσιεύεται σε δύο ημερήσιες εφημερίδες, μία της έδρας του Αγροτικού Συνεταιρισμού και μία πανελλήνιας κυκλοφορίας.

 

11. Τα πρόσωπα που είναι διευθυντές, πρόεδροι διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι και εντεταλμένοι στη διοίκηση των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων (ΑΣΟ) και Συνεταιριστικών Εταιρειών (ΣΕ) του νόμου [Ν] 2810/2000, όπως ίσχυσε πριν την τροποποίησή του, και των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων του νόμου 4015/2011 ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα με τα νομικά αυτά πρόσωπα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 50 του νόμου 4174/2013, για οφειλές που γεννήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα, που διετέλεσαν στις προαναφερόμενες θέσεις, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσης αυτών. Η διάταξη καταλαμβάνει και τα φυσικά πρόσωπα του άρθρου 115 του νόμου 2238/1994, όπως ο νόμος αυτός ίσχυσε, τα οποία διετέλεσαν σε θέσεις ή αξιώματα, των προαναφερόμενων νομικών προσώπων. Η παρούσα διάταξη ισχύει από την έναρξη ισχύος του νόμου 4174/2013.}

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 9 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 49 του νόμου 4315/2014 (ΦΕΚ 269/Α/2014).

 

10. Το άρθρο 15 του νόμου [Ν] 2810/2000, όπως το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 αυτού αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 7 του άρθρου 18 του νόμου 3147/2003, αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 15: Αρχαιρεσίες

 

1. Οι εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και των αντιπροσώπων στη γενική συνέλευση και στο συνέδριο της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών διενεργούνται από εφορευτική επιτροπή. Η διαδικασία εκλογής των αντιπροσώπων και των αναπληρωτών τους σε Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις, Διεπαγγελματικές οργανώσεις, αγροδιατροφικές συμπράξεις των Περιφερειών και σε εταιρείες δημοπρατηρίων ή σε νομικά πρόσωπα, στα οποία συμμετέχει ο Αγροτικός Συνεταιρισμός, καθορίζεται από το καταστατικό του. Στις εκλογές των Αγροτικών Συνεταιρισμών για την ανάδειξη των μελών του διοικητικού συμβουλίου, των αντιπροσώπων στη γενική συνέλευση και στο συνέδριο της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών προεδρεύει της εφορευτικής επιτροπής αρμόδιος δικαστικός λειτουργός, ο οποίος διορίζεται από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών της έδρας τους.

 

2. Η εκλογή διενεργείται με μυστική ψηφοφορία και με ενιαίο ψηφοδέλτιο. Στο ψηφοδέλτιο αναγράφονται με αλφαβητική σειρά τα ονοματεπώνυμα των υποψηφίων.

 

3. Ο αριθμός των σταυρών προτίμησης δεν μπορεί να ορίζεται από το καταστατικό μεγαλύτερος του μισού (1/2) του όλου αριθμού των μελών του διοικητικού συμβουλίου. Αν προκύπτει κλάσμα ισχύει ο αμέσως επόμενος ακέραιος αριθμός. Ψηφοδέλτια που περιέχουν αριθμό σταυρών μεγαλύτερο από τον οριζόμενο από το καταστατικό ή χωρίς σταυρό είναι άκυρα.

 

4. Εκλεγέντες θεωρούνται αυτοί που συγκέντρωσαν τις περισσότερες ψήφους. Αν υπάρχει ισοψηφία γίνεται κλήρωση. Όσοι δεν εκλεγούν θεωρούνται επιλαχόντες κατά τη σειρά του αριθμού των ψήφων που έλαβαν.

 

5. Οι επιλαχόντες καταλαμβάνουν κενούμενες θέσεις τακτικών μελών μέχρι τη λήξη της θητείας τους.

 

6. Οι διαδικασίες διεξαγωγής των αρχαιρεσιών, της εκλογής της εφορευτικής επιτροπής και κάθε άλλο συναφές θέμα ορίζονται από το καταστατικό.

 

7. Το Διοικητικό Συμβούλιο στην πρώτη, μετά την εκλογή του, συνεδρίαση συγκροτείται σε σώμα, σύμφωνα με το καταστατικό. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει τη δυνατότητα και τις προϋποθέσεις ανακατανομής των αξιωμάτων στο Διοικητικό Συμβούλιο. Αν στο καταστατικό δεν υπάρχει σχετική πρόβλεψη, η ανακατανομή των αξιωμάτων μπορεί να γίνει εφόσον αποφασισθεί από τα δύο τρίτα (2/3) του συνόλου των μελών του. Όταν προκύπτει κλάσμα ισχύει ο αμέσως επόμενος ακέραιος αριθμός.

 

8. Αν κενωθεί η θέση μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου και δεν υπάρχουν επιλαχόντα μέλη, το Διοικητικό Συμβούλιο, με απόφαση των λοιπών μελών του, συμπληρώνει την κενή θέση εκλέγοντας σε αυτήν μέλος του συνεταιρισμού. Τα ως άνω οριζόμενα μέλη διατηρούν την ιδιότητα τους αυτή μέχρι τη σύγκληση της πρώτης τακτικής ή έκτακτης γενικής συνέλευσης, η οποία επικυρώνει την εκλογή τους ή, σε αντίθετη περίπτωση, εκλέγει νέα μέλη. Αν παραιτηθεί η πλειοψηφία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου διενεργούνται αρχαιρεσίες.

 

9. Δεν μπορεί να εκλεγεί μέλος στα όργανα διοίκησης Αγροτικού Συνεταιρισμού ή της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών φυσικό πρόσωπο, το οποίο καταδικάσθηκε με τελεσίδικη απόφαση σε οποιαδήποτε ποινή για: κλοπή, απάτη, υπεξαίρεση (κοινή ή στην υπηρεσία), εκβίαση, πλαστογραφία, ψευδορκία, απιστία, δωροδοκία, παράβαση καθήκοντος, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης, υπεξαγωγή εγγράφου, λαθρεμπορία και εμπορία ναρκωτικών. Αν κατά τη διάρκεια της θητείας του οργάνου διαπιστωθεί για μέλος του η ύπαρξη οποιουδήποτε από τα κωλύματα που προαναφέρθηκαν, το μέλος αυτό εκπίπτει αυτοδικαίως από μέλος του οργάνου, οπότε εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 5 και 8. Η διαπίστωση των κωλυμάτων λαμβάνει χώρα με ευθύνη της εφορευτικής επιτροπής της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.

 

10. Σύμφωνα με τις διατάξεις για την εκλογή διοικητικού συμβουλίου εκλέγεται και τριμελές εποπτικό συμβούλιο του Αγροτικού Συνεταιρισμού, το οποίο απαρτίζεται από φυσικά πρόσωπα μέλη του Αγροτικού Συνεταιρισμού που έχουν ισόχρονη θητεία με τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου. Το εποπτικό συμβούλιο ελέγχει τις πράξεις του διοικητικού συμβουλίου και υποβάλει σχετική ετήσια έκθεση προς τη γενική συνέλευση, την οποία κοινοποιεί προς την Εποπτική Αρχή.}

 

11. Το άρθρο 17 του νόμου [Ν] 2810/2000 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 17: Έλεγχος

 

1. Ο διαχειριστικός, λογιστικός και οικονομικός έλεγχος των Αγροτικών Συνεταιρισμών διενεργείται από δύο τουλάχιστον ορκωτούς ελεγκτές - λογιστές σύμφωνα με τα άρθρα 36 και επόμενα του νόμου [Ν] 2190/1920 (ΦΕΚ 37/Α/1920), όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν με τα άρθρα 45 και επόμενα του νόμου [Ν] 3604/2007 (ΦΕΚ 189/Α/2007).

 

2. Δεν μπορεί να οριστούν ελεγκτές μέλη και υπάλληλοι της ελεγχόμενης οργάνωσης.

 

3. Οι ελεγκτές και ισάριθμοι αναπληρωτές τους ορίζονται από την προηγούμενη τακτική γενική συνέλευση των Αγροτικών Συνεταιρισμών, πλην των ελεγκτών της πρώτης εταιρικής χρήσεως, οι οποίοι ορίζονται από το καταστατικό. Η αμοιβή των ελεγκτών ορίζεται με την απόφαση ορισμού τους ή από το καταστατικό. Οι ελεγκτές μπορεί να επαναδιορίζονται, όχι όμως για περισσότερες από 5 συνεχείς χρήσεις και υποχρεούνται να υποβάλλουν το πόρισμα του ελέγχου στο Διοικητικό Συμβούλιο της ελεγχόμενης οργάνωσης και στην Εποπτική Αρχή, το αργότερο 20 ημέρες πριν από τη γενική συνέλευση.

 

4. Οι ελεγκτές υποβάλλουν το πόρισμα του ελέγχου στο διοικητικό συμβούλιο του Αγροτικού Συνεταιρισμού, το οποίο υποχρεούται να το ανακοινώσει στην πρώτη μετά τον έλεγχο γενική συνέλευση των μελών τους. Αντίγραφο του πορίσματος υποβάλλουν οι ελεγκτές στην Εποπτική Αρχή.

 

Το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται να καλεί εγγράφως τον ελεγκτή 5 τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συνεδρίαση της γενικής συνέλευσης, για να παρίσταται σε αυτήν. Ο ελεγκτής υποχρεούται να παρίσταται στη γενική συνέλευση και να παρέχει οποιαδήποτε πληροφορία ή διευκρίνιση του ζητηθεί. Αν από το πόρισμα του ελέγχου υπάρχουν ενδείξεις ότι έχουν τελεστεί πράξεις, που τιμωρούνται από τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα ή των άλλων ειδικών ποινικών νόμων, οι ελεγκτές υποχρεούνται μέσα σε 10 ημέρες να υποβάλουν το πόρισμα τους ή τη σχετική έκθεση τους στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή και να αναφέρουν στον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων τις παραβάσεις του νόμου ή του καταστατικού. Οι ελεγχόμενοι έχουν υποχρέωση να θέτουν στη διάθεση των ελεγκτών κατάλληλο χώρο, όλα τα βιβλία και τα στοιχεία και να παρέχουν κάθε πληροφορία που χρειάζεται ο ελεγκτής για την εκτέλεση του έργου του. Οι ελεγκτές δικαιούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους να ελέγχουν τα βιβλία, τους λογαριασμούς και κάθε άλλο στοιχείο της συνεταιριστικής οργάνωσης, που κρίνεται χρήσιμο για την πλήρη και επιτυχή εκτέλεση του έργου τους.

 

Οι ελεγκτές ελέγχουν ιδίως:

 

α) Τη νομιμότητα των αποφάσεων και των πράξεων των θεσμικών οργάνων των Αγροτικών Συνεταιρισμών.

 

β) Τη λογιστική τάξη και ιδίως αν τηρήθηκαν οι αρχές και κανόνες της λογιστικής επιστήμης.

 

γ) Την οικονομική κατάσταση των Αγροτικών Συνεταιρισμών, που προκύπτει από τον έλεγχο των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, τα στοιχεία του ισολογισμού, του λογαριασμού Αποτελέσματα Χρήσης και των προσαρτημάτων. Στο πόρισμα πρέπει να προσδιορίζεται η πορεία της οικονομικής κατάστασης των Αγροτικών Συνεταιρισμών στο πλαίσιο των καταστατικών τους σκοπών και των ετήσιων προγραμμάτων δράσης τους.

 

δ) Τη διαχειριστική τάξη, όσον αφορά στη νομιμότητα και στην ουσιαστική σκοπιμότητα των δαπανών και αποσκοπεί κυρίως στη διαπίστωση ατασθαλιών, καταχρήσεων ή άλλων παραβάσεων και τον εντοπισμό των υπευθύνων.

 

5. Ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορεί να ζητήσει από τους ελεγκτές έκτακτο έλεγχο των Αγροτικών Συνεταιρισμών.

 

6. Οι ελεγκτές, με αίτηση τους προς το Διοικητικό Συμβούλιο, μπορεί να ζητήσουν τη σύγκληση έκτακτης γενικής συνέλευσης, αναφέροντας σε αυτήν τα προς συζήτηση θέματα. Το Διοικητικό Συμβούλιο συγκαλεί υποχρεωτικά τη γενική συνέλευση μέσα σε 1 μήνα, από την υποβολή της αίτησης, με θέματα τα αναφερόμενα στην αίτηση.

 

7. Με αποφάσεις του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με την άσκηση του ελέγχου.}

 

12. Το άρθρο 23 του νόμου [Ν] 2810/2000 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 23: Λύση

 

Οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί λύονται:

 

α) Αν έληξε ο χρόνος διάρκειας τους, που ορίζεται στο καταστατικό και δεν αποφασίστηκε η παράταση του από τη γενική συνέλευση.

 

β) Με απόφαση της γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται με την απαρτία και την πλειοψηφία των παραγράφων 3 και 2 των άρθρων 11 και 12 αντίστοιχα.

 

γ) Αν κηρυχθούν σε κατάσταση πτωχεύσεως.}

 

13. Η παράγραφος 6 του άρθρου 26 του νόμου [Ν] 2810/2000 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{6. Οι Συλλογικές Αγροτικές Οργανώσεις μπορούν να πρακτορεύουν στην περιφέρεια τους ασφαλιστικές εταιρείες. Για την εγγραφή Συλλογικών Αγροτικών Οργανώσεων ως συνδεδεμένου ασφαλιστικού διαμεσολαβητή απαιτείται η ύπαρξη ειδικά για το σκοπό αυτόν εξουσιοδοτημένου από την εκάστοτε Συλλογική Αγροτική Οργάνωση προσώπου, ανεξάρτητα από τη συμβατική σχέση που υφίσταται μεταξύ του προσώπου αυτού και της αντίστοιχης Συλλογικής Αγροτικής Οργάνωσης.}

 

14. Το άρθρο 34 του νόμου [Ν] 2810/2000 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 34: Ποινικές Διατάξεις

 

1. Τιμωρείται με φυλάκιση από 3 μήνες έως 1 έτος, εφόσον από άλλες διατάξεις δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή, μέλος του διοικητικού συμβουλίου ή υπάλληλος Συλλογικής Αγροτικής Οργάνωσης, αν:

 

α) Εν γνώσει του παρέχει στη γενική συνέλευση ή σε εκείνον που ασκεί την εποπτεία ή τον έλεγχο ψευδή στοιχεία ή αρνείται ή αποκρύπτει αληθή στοιχεία, γεγονότα ή περιστατικά, που αφορούν στην οικονομική κατάσταση τους.

 

β) Εν γνώσει του προβαίνει σε ψευδείς ή εικονικές εγγραφές στα βιβλία τους ή συντάσσει ψευδείς ή εικονικούς ισολογισμούς.

 

γ) Αρνείται να παραδώσει ή αποκρύπτει από εκείνον που ασκεί έλεγχο ή εποπτεία, τα τηρούμενα στοιχεία ή βιβλία ή παρεμποδίζει με οποιονδήποτε τρόπο την άσκηση ελέγχου ή εποπτείας.

 

2. Με φυλάκιση από 1 μήνα έως 1 έτος, εφόσον από άλλες διατάξεις δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή, τιμωρείται όποιος διενεργεί έλεγχο ή εποπτεία στις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 οργανώσεις, αν κατά την άσκηση των καθηκόντων του παρέχει εν γνώσει του ψευδή στοιχεία ή αποκρύπτει ή αρνείται αληθή γεγονότα ή περιστατικά, που αφορούν στη διαχείριση ή στην οικονομική κατάσταση των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 οργανώσεων και περιήλθαν σε γνώση του από τον έλεγχο ή την εποπτεία, που διενήργησε σε αυτές.

 

3. Τιμωρείται με φυλάκιση από 1 μήνα έως 1 έτος ή με χρηματική ποινή ή και με τις δύο ποινές, εφόσον από άλλες διατάξεις δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή, όποιος παρεμποδίζει τις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου ή της γενικής συνέλευσης των μελών των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 οργανώσεων, με χρήση σωματικής βίας ή απειλής σωματικής βίας ή άλλης παράνομης πράξης ή παράλειψης.

 

4. Τιμωρείται με φυλάκιση από 1 μήνα έως 1 έτος, εφόσον από άλλες διατάξεις δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή, όποιος:

 

α) Ενεργεί πράξεις διοίκησης ή διαχείρισης ή ελέγχου μετά τη λήξη της θητείας του.

 

β) Ψηφίζει χωρίς δικαίωμα ή ψηφίζει πολλές φορές ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο μπορεί να προκαλέσει την παραγωγή μη γνήσιου αποτελέσματος εκλογής για την ανάδειξη διοικητικών συμβουλίων, οργάνων και αντιπροσώπων των Συλλογικών Αγροτικών Οργανώσεων και της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών.

 

5. Με τις ποινές της προηγούμενης παραγράφου τιμωρούνται τα μέλη του, οι εκκαθαριστές και οι υπάλληλοι των συνεταιριστικών οργανώσεων της παραγράφου 1, στους οποίους μεταβίβασε το Διοικητικό Συμβούλιο την άσκηση ορισμένων αρμοδιοτήτων του, για παράβαση των διατάξεων του νόμου ή του καταστατικού ή για ενέργειες που αντίκεινται στις αποφάσεις της γενικής συνέλευσης ή για μη εκτέλεση σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό των καθηκόντων τους, καθώς και για την παράλειψη σύνταξης του ισολογισμού.}

 

15. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορεί να κωδικοποιούνται και να αναριθμούνται οι διατάξεις του νόμου [Ν] 2810/2000.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 50 του νόμου 4384/2016 (ΦΕΚ 78/Α/2016).

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.