Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. α) Σε περίπτωση θανάτου δημόσιου υπαλλήλου, πρόδηλα και αναμφισβήτητα εξαιτίας της υπηρεσίας, ασφαλισμένου και του Ταμείου Συντάξεως και Ασφαλίσεως Υγειονομικών, χορηγείται από αυτό στα δικαιοδόχα μέλη της οικογένειας του σύνταξη, που αναλογεί σε τριάντα πέντε έτη ασφάλισης, εφόσον συνταξιοδοτήθηκαν και από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους για την ίδια αιτία.
β) Η παρούσα διάταξη έχει εφαρμογή και επί περιπτώσεων που έχουν επέλθει στο παρελθόν, τα οικονομικά όμως αποτελέσματα αρχίζουν από την ισχύ του παρόντος.
2. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 - 9 του άρθρου 12 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 4114/1960, όπως ισχύουν με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 19 του νόμου [Ν] 1759/1988 και των άρθρων 5 και 6 του νόμου [Ν] 730/1977, καταργούνται.
Οι διατάξεις των παραγράφων 2 - 9 του άρθρου 4 του βασιλικού διατάγματος [ΒΔ] 428/1961, όπως συμπληρώθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 2 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 172/1988 και του άρθρου 5 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 109/1964 καταργούνται, καθώς και κάθε άλλη διάταξη της νομοθεσίας που διέπει το Ταμείο Νομικών και τον κλάδο επικουρικής ασφάλισης δικηγόρων και προβλέπει την αναγνώριση γάμων ή εξώγαμων ή υιοθετημένων τέκνων, καθώς και την καταβολή οποιουδήποτε χρηματικού ποσού.
Χρηματικά ποσά που δεν έχουν αποδοθεί στο Ταμείο από τις ανωτέρω αιτίες μέχρι την ισχύ του παρόντος άρθρου δεν αναζητούνται. Ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί δεν επιστρέφονται.
3. α) Οι πόροι του Ταμείου Νομικών, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 εδάφιο ι)στ' υπεδάφιο α)α', καθώς και του εδαφίου ι)η' του άρθρου 10 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 4114/1960 (ΦΕΚ 164/Α/1960) όπως ισχύουν, καταβάλλονται στο Ταμείο Νομικών από τον αντισυμβαλλόμενο υπόχρεο, πριν τη σύνταξη της συμβολαιογραφικής πράξης και αποδίδονται σε αυτό από το πιστωτικό ίδρυμα, το πρώτο δεκαήμερο εκάστου μηνός για τις εισπράξεις του προηγούμενου μήνα.
Η καταβολή από κάθε αντισυμβαλλόμενο υπόχρεο των ανωτέρω πόρων γίνεται στο κεντρικό κατάστημα ή σε οποιοδήποτε υποκατάστημα του πιστωτικού ιδρύματος. Ο υπολογισμός των ποσών που υποχρεούται ο ανωτέρω να καταβάλλει στο πιστωτικό ίδρυμα γίνεται από τον συμβολαιογράφο, πριν την κατάρτιση της συμβολαιογραφικής πράξης και σημειώνεται σε ειδικό φύλο υπολογισμού, το οποίο σφραγίζεται και υπογράφεται από αυτόν και επιδεικνύεται στο πιστωτικό ίδρυμα από τον αντισυμβαλλόμενο υπόχρεο για την καταβολή των σχετικών πόρων.
Το αντίγραφο του σχετικού αποδεικτικού πληρωμής του πιστωτικού ιδρύματος προσκομίζεται από τον αντισυμβαλλόμενο υπόχρεο καταβολής του πόρου στον συμβολαιογράφο που συντάσσει τη σχετική πράξη, ο οποίος υποχρεούται να το προσαρτήσει σε αυτή και να μνημονεύει στο κείμενο της πράξης τον κωδικό του καταστήματος ή υποκαταστήματος του πιστωτικού ιδρύματος που έχει εκδώσει το αποδεικτικό, τον αριθμό του φύλου υπολογισμού ή τον κωδικό εγγραφής και την ημερομηνία αυτού, καθώς και το καταβληθέν ποσό.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Δικαιοσύνης καθορίζονται οι συνέπειες από τη μη εφαρμογή της διάταξης αυτής, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.
β) Με εσωτερική πράξη του διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου Νομικών, καθορίζονται ο τύπος και οι λοιπές λεπτομέρειες του σχετικού φύλου υπολογισμού.
Σε περίπτωση που μετά από έλεγχο προκύψει μη καταβολή ή διαφορές στον υπολογισμό των αναφερόμενων στο πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου πόρων του Ταμείου, αυτές βαρύνουν τον συμβολαιογράφο, που συνέταξε το σχετικό φύλο υπολογισμού αυτών.
Μετά την καταβολή από τον συμβολαιογράφο τυχόν καταλογισθέντος από το Ταμείο ποσού, αυτός δικαιούται, σε κάθε περίπτωση, να το αναζητήσει αναγωγικά από τους αντισυμβαλλόμενους υπόχρεους.
γ) Διατάξεις που ρυθμίζουν διαφορετικά το θέμα αυτό καταργούνται από της ισχύος της παρούσας ρύθμισης.
δ) Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από την πρώτη του τέταρτου μήνα της δημοσίευσης του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.