Νόμος 2992/02 - Άρθρο 18

Άρθρο 18: Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας με τις διατάξεις της Οδηγίας 2000/65/ΕΚ του Συμβουλίου της 17-10-2000, για την τροποποίηση της Οδηγίας 1977/388/ΕΟΚ, όσον αφορά τον προσδιορισμό του υπόχρεου του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας και άλλες διατάξεις


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Το άρθρο 35 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος κυρώθηκε με το νόμο 2859/2000 (ΦΕΚ 248/Α/2000), αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 35: Υπόχρεοι στο φόρο

 

1. Για την παράδοση αγαθών, την ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών και την παροχή υπηρεσιών, υπόχρεοι στο φόρο είναι:

 

α) ο εγκαταστημένος στο εσωτερικό της χώρας υποκείμενος στο φόρο, για τις ενεργούμενες από αυτόν πράξεις.

 

β) ο εγκαταστημένος στο εσωτερικό άλλου κράτους - μέλους υποκείμενος στο φόρο, για τις ενεργούμενες από αυτόν πράξεις, εκτός των πράξεων που αναφέρονται στην κατωτέρω περίπτωση δ' υποπεριπτώσεις α)α' και β)β'.

 

γ) ο φορολογικός αντιπρόσωπος του εγκατεστημένου σε τρίτη χώρα υποκείμενου στο φόρο, για τις πραγματοποιούμενες από αυτόν πράξεις, εκτός των πράξεων που αναφέρονται στην κατωτέρω περίπτωση δ' υποπεριπτώσεις α)α' και β)β'.

 

δ) ο λήπτης των αγαθών και υπηρεσιών, εφόσον είναι υποκείμενος στο φόρο, στις κατωτέρω περιπτώσεις φορολογητέων πράξεων:

 

α)α) παράδοση αγαθών που πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας, κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 15, και στο τιμολόγιο ή άλλο ισοδύναμο με αυτό στοιχείο που εκδίδεται, γίνεται ρητή αναφορά ότι πρόκειται για παράδοση αγαθών που πραγματοποιείται μετά από ενδοκοινοτική απόκτηση κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 15 και αναγράφεται τόσο ο αριθμός φορολογικού μητρώου, με τον οποίο ο υποκείμενος αυτός πραγματοποίησε την ενδοκοινοτική απόκτηση και τη μετέπειτα παράδοση αγαθών, όσο και ο αριθμός φορολογικού μητρώου του παραλήπτη, ο οποίος καθίσταται υπόχρεος για την καταβολή του φόρου της παράδοσης αυτής,

 

β)β) παροχή υπηρεσιών των παραγράφων 2, περίπτωση γ', 3 και 4 του άρθρου 14,

 

γ)γ) σε κάθε περίπτωση που δεν υπάρχει φορολογικός αντιπρόσωπος,

 

ε) το πρόσωπο που πραγματοποιεί ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών.

 

στ) οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, το οποίο αναγράφει το φόρο στα τιμολόγια που εκδίδει ή σε άλλα ισοδύναμα με αυτά στοιχεία.

 

ζ) ο υποκείμενος, που ως αγοραστής ή εισαγωγέας αγαθών ή λήπτης υπηρεσιών έτυχε μερικής ή ολικής απαλλαγής από το φόρο με υπουργικές αποφάσεις.

 

2. Οποιοδήποτε πρόσωπο χρεώνει φόρο σε φορολογικό στοιχείο που εκδίδει, έστω και αν ο φόρος αυτός είναι μεγαλύτερος του προβλεπομένου, υποχρεούται στην απόδοση του φόρου αυτού στο Δημόσιο.

 

3. Για την εισαγωγή αγαθών, υπόχρεος στο φόρο είναι ο λογιζόμενος ως κύριος των εισαγόμενων αγαθών, σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας.

 

4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών:

 

α) ορίζεται ο τρόπος καταβολής του φόρου στις περιπτώσεις που υπόχρεος είναι ο λήπτης υποκείμενος στο φόρο,

 

β) είναι δυνατόν να ορίζεται ότι υπόχρεος στο φόρο είναι ο εγκαταστημένος σε τρίτη χώρα υποκείμενος στο φόρο, εφόσον υπάρχει σύμβαση αμοιβαίας συνδρομής, μεταξύ της Ελλάδος και της χώρας εγκατάστασής του,

 

γ) είναι δυνατόν να ορίζεται ως υπόχρεος στο φόρο, ο λήπτης αγαθών ή υπηρεσιών και σε άλλες περιπτώσεις, εκτός αυτών που αναφέρονται στην περίπτωση δ' της παραγράφου 1,

 

δ) ορίζεται κάθε διαδικαστικό θέμα και λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.}

 

2. Η περίπτωση δ' της παραγράφου 4 του άρθρου 36 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος κυρώθηκε με το νόμο 2859/2000 (ΦΕΚ 248/Α/2000), αντικαθίσταται ως εξής:

 

{δ) να ορίζει φορολογικό αντιπρόσωπό του, πριν από την ενέργεια οποιασδήποτε φορολογητέας πράξης στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον πρόκειται για υποκείμενο στο φόρο που δεν είναι μόνιμα εγκαταστημένος στο εσωτερικό της χώρας ή στο εσωτερικό άλλου κράτους - μέλους.

 

δ) να ορίζει φορολογικό αντιπρόσωπό του, πριν από την ενέργεια οποιασδήποτε φορολογητέας πράξης στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον πρόκειται για υποκείμενο στο φόρο που δεν είναι μόνιμα εγκαταστημένος στο εσωτερικό της χώρας ή στο εσωτερικό άλλου κράτους μέλους και για την οποία είναι ο ίδιος υπόχρεος στο φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35.

 

Ο ορισμός του φορολογικού αντιπροσώπου γίνεται με την κατάθεση αντιγράφου του σχετικού πληρεξούσιου εγγράφου στον προϊστάμενο Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας, που είναι αρμόδιος για τη φορολογία εισοδήματος του φορολογικού αντιπροσώπου.

 

Το αντίγραφο αυτό πρέπει να είναι θεωρημένο από την ελληνική προξενική αρχή του τόπου, όπου είναι εγκαταστημένος ο υποκείμενος στο φόρο, ή από την Αρχή που έχει οριστεί για τη θεώρηση, σύμφωνα με την από 05-10-1961 Σύμβαση της Χάγης.

 

Δεν υπάρχει υποχρέωση ορισμού φορολογικού αντιπροσώπου, στην περίπτωση πραγματοποίησης πράξεων, για τις οποίες υπόχρεος είναι ο λήπτης, σύμφωνα με την περίπτωση δ' υποπεριπτώσεις α)α' και β)β' της παραγράφου 1 του άρθρου 35.}

 

3. Η περίπτωση ε' της παραγράφου 4 του άρθρου 36 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος κυρώθηκε με το νόμο 2859/2000 (ΦΕΚ 248/Α/2000), αντικαθίσταται ως εξής:

 

{ε) να ορίζει λογιστή - φοροτεχνικό, ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, αρμόδιο για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του, εφόσον πρόκειται για υποκείμενο εγκαταστημένο εκτός του εσωτερικού της χώρας που πραγματοποιεί φορολογητέες πράξεις στο εσωτερικό της χώρας, για τις οποίες είναι ο ίδιος υπόχρεος στο φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35. Ο ορισμός αυτός γίνεται με υπογραφή σχετικής σύμβασης, η οποία προσκομίζεται στον αρμόδιο προϊστάμενο Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας φορολογίας εισοδήματος του λογιστή - φοροτεχνικού, ή του άλλου προσώπου, πριν από την έναρξη πραγματοποίησης οποιασδήποτε πράξης. Ο δηλώσεις Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, πρέπει να υπογράφονται από λογιστή - φοροτεχνικό, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.}

 

4. Η περίπτωση δ' της παραγράφου 7 του άρθρου 36 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος κυρώθηκε με το νόμο 2859/2000 (ΦΕΚ 248/Α/2000), αντικαθίσταται ως εξής:

 

{δ) ο φορολογικός αντιπρόσωπος, στις περιπτώσεις που ορίζεται υπόχρεος στο φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35.}

 

5. Στο άρθρο 55 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος κυρώθηκε με το νόμο 2859/2000 (ΦΕΚ 248/Α/2000), προστίθεται νέα περίπτωση δ' ως εξής:

 

{δ) το μη υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, στην περίπτωση λήψης αγαθών ή υπηρεσιών, για τις οποίες υπόχρεος στο φόρο ορίζεται ο εγκαταστημένος εκτός της χώρας υποκείμενος στο φόρο ή ο φορολογικός του αντιπρόσωπος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35.}

 

6. Οι εγκαταστημένοι σε άλλο κράτος - μέλος υποκείμενοι στο φόρο, οι οποίοι πραγματοποιούν, κατά την έναρξη εφαρμογής του παρόντος άρθρου, φορολογητέες πράξεις στο εσωτερικό της χώρας και έχουν ήδη ορίσει φορολογικό αντιπρόσωπο, μπορούν να συνεχίσουν να πραγματοποιούν πράξεις μέσω αυτού, μέχρι 31-12-2002.

 

7. Το άρθρο 19 του νόμου [Ν] 2109/1992 (ΦΕΚ 205/Α/1992) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{Άρθρο 19

 

1. Απαλλάσσονται από το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας εισαγωγής ή επανεισαγωγής:

 

α. Τα κύρια υλικά που προορίζονται για τις ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων.

 

β. Το στρατιωτικό υλικό που εισάγεται από 17-06-1990 και εντεύθεν μέσα στο πλαίσιο του ειδικού καθεστώτος πιστώσεων Foreign Military Sales (FMS) ή Διεθνών ή Διακρατικών Συμφωνιών.

 

γ. Στρατιωτικό υλικό στα πλαίσια του Οργανισμού ΝΑΤΟ Maintenance Supply Agency (NAMSA).

 

2. Τυχόν καταβληθέντα ποσά δεν επιστρέφονται.}

 

8. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 7 του παρόντος άρθρου ισχύουν από 01-01-2002.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.