408/06

ΑΠ 408/2006


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 408/2006

 

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα

 

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Σπυρίδωνα Γκιάφη Αντιπρόεδρο, Αλέξανδρο Κασιώλα, Χαράλαμπο Αντωνιάδη, Γεώργιο Φώσκολο και Βασίλειο Νικόπουλο, Αρεοπαγίτες.

 

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 11-01-2006, με την παρουσία και της γραμματέως Γραμματικής Κονταξή, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

Του αναιρεσείοντος: Κ.Ν., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Χαρίλαο Βερβενιώτη.

 

Της αναιρεσίβλητης: Σ.Ν, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιπποκράτη Μυλωνά.

 

Μετά την εκφώνηση των ονομάτων των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν όπως ανωτέρω σημειώνεται, ο δικηγόρος της αναιρεσίβλητης ζήτησε την αναβολή της υποθέσεως, διότι, όπως δήλωσε, επειδή ήταν πολλές ημέρες απασχολημένος σε δίκη που εκδικάζεται στον Κορυδαλλό δεν έχει ενημερωθεί επί της υποθέσεως. Για το ανωτέρω ζήτημα έλαβε το λόγο και ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ο οποίος δεν συναίνεσε στο αίτημα της αναβολής.

 

Το Δικαστήριο διασκέφτηκε και δια του προέδρου του απέρριψε το αίτημα αναβολής και προχώρησε στη συζήτηση της υποθέσεως.

 

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 20-10-1997 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Κέρκυρας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 60/1999 μη οριστική, 1/2003 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 47/2004 του Εφετείου Κέρκυρας. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί ο αναιρεσείων με την από 21-06-2004 αίτησή του.

 

Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο εισηγητής Αρεοπαγίτης Βασίλειος Νικόπουλος ανάγνωσε την από 07-12-2005 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή της από 21-06-2004 αιτήσεως αναιρέσεως του ... κατά της υπ' αριθμού 47/2004 απόφασης του Εφετείου Κέρκυρας.

 

Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

 

Σκέφτηκε σύμφωνα με το νόμο

 

Επειδή, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1118, 1124, 1125 και 1136 του Αστικού Κώδικα συνάγεται ότι η πραγματική δουλεία, όπως είναι και η δουλεία διόδου, αποσβήνεται αν η άσκησή της καταστεί απολύτως και διαρκώς αδύνατη για πραγματικούς ή νομικούς λόγους. Τέτοια αδυναμία υπάρχει και όταν έπαυσε η παροχή ωφέλειας ή χρησιμότητας από το δουλεύον ακίνητο υπέρ του δεσπόζοντος ακινήτου γιατί το τελευταίο απόκτησε αυτάρκεια. Έτσι αν μετά τη σύσταση πραγματικής δουλείας διόδου, το δεσπόζον ακίνητο εξυπηρετείται κατά τον ίδιο τρόπο και κατά το ίδιο μέτρο από άλλη οδό παύει, ο λόγος ύπαρξης της δουλείας γιατί αυτή δεν παρέχει πλέον χρησιμότητα και δεν υπάρχει ανάγκη του δεσπόζοντος ακινήτου αφού αυτό έχει αποκτήσει αυτάρκεια. Εξ άλλου κατά την διάταξη του άρθρου 25 του νόμου 1577/1985 (Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός) απαγορεύεται η σύσταση δουλειών οι οποίες συνεπάγονται περιορισμό της δυνατότητας ανέγερσης ή επέκτασης των κτιρίων ή εγκαταστάσεων σύμφωνα με τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις. Από την απαγόρευση αυτή εξαιρείται η δουλεία διόδου εφόσον αποτελεί την μοναδική δίοδο προς κοινόχρηστο χώρο οικοπέδου, ή κτιρίου ή αυτοτελούς από πλευράς δόμησης ορόφου. Δουλείες που έχουν συσταθεί μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού δεν παρεμποδίζουν την έκδοση οικοδομικής αδείας. Οι δουλείες αυτές καταργούνται αν εκδοθεί νόμιμη οικοδομική άδεια για να γίνουν στο δουλεύον ακίνητο κατασκευές ή εγκαταστάσεις που καθιστούν αδύνατη την άσκηση της δουλείας. Κατ' εξαίρεση δεν υπάγονται στη ρύθμιση αυτή η δουλεία σκελετού και η δουλεία διόδου. Από τις διατάξεις αυτές του άρθρου 25 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 συνάγεται ότι η δουλεία διόδου που έχει συσταθεί πριν από την έναρξη ισχύος του ως άνω Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 παραμένει σε ισχύ και διέπεται από το προηγούμενό του ως άνω Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 καθεστώς πράγμα που μπορεί να συνεπάγεται τον περιορισμό του δικαιώματος του κυρίου του δουλεύοντος προς ανοικοδόμηση αυτού αν με αυτήν περιορίζεται η αποκλείεται η άσκησή της, χωρίς αυτό να αντίκειται στο άρθρο 17 του Συντάγματος περί προστασίας της ιδιοκτησίας.

 

Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση κατ' ορθή εκτίμηση του περιεχομένου της, επελήφθη της αγωγής του ήδη αναιρεσείοντος κατά της ήδη αναιρεσίβλητης, με την οποία αγωγή εκείνος, επικαλούμενος ότι η νομίμως υπάρχουσα στο περιγραφόμενο σ?αυτήν ακίνητό του πραγματική δουλεία διόδου υπέρ του ακινήτου της ήδη εναγόμενης καθιστά δυσχερή την εκμετάλλευση του ακινήτου του εμποδίζοντας την επέκταση της υπάρχουσας σ?αυτό οικοδομής, για την οποία έχει υποβάλλει τα σχετικά δικαιολογητικά προς έκδοση οικοδομικής αδείας, ενώ δεν αποτελεί τη μοναδική δίοδο προς κοινόχρηστο χώρο του ακινήτου της εναγόμενης (δεσπόζοντος), το οποίο μπορεί να εξυπηρετείται από την διερχόμενη προ αυτού δημοτική οδό χωρίς να απαιτείται διαφορετική διαρρύθμιση της υπάρχουσας σ?αυτό οικίας, με συνέπεια η δουλεία να έχει καταστεί περιττή και η άσκησή της πλέον να αποβαίνει καταχρηστική κατά την έννοια του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα, ζήτησε να αναγνωριστεί ότι η δουλεία αυτή αποσβήστηκε (όχι, όμως, σημειωτέον, και ότι η άσκησή της είναι καταχρηστική), ζήτησε δε επικουρικά να διαταχθεί η μεταβολή της θέσης, στην οποία ασκείται αυτή.

 

Εν όψει δε του ότι με την εγκαλούμενη πρωτοβάθμια απόφαση απορρίφθηκε ως αβάσιμη κατ' ουσίαν η αγωγή κατά το επικουρικό αίτημα με την αντίστοιχη βάση του, καθώς και η ενσωματωμένη στην αγωγή ένσταση από το άρθρο 281 του Αστικού Κώδικα, ενώ έγινε δεκτή η αγωγή κατά το κύριο (περί αποσβέσεως) αίτημα της με την αντίστοιχη βάση του, το δικαστήριο εκείνο (Εφετείο) επελήφθη της αγωγής κατ?αυτό το υπόλοιπο μέρος. Δέχθηκε δε σχετικώς τα ακόλουθα: Υπέρ του αναφερόμενου στην αγωγή ακινήτου της εναγόμενης, στο οποίο υπάρχει παλαιά ισόγεια λιθόκτιστη οικία, και σε βάρος του περιγραφόμενου στη αγωγή ακινήτου του ενάγοντος, έχει συσταθεί μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα το έτος 1946 και προ του έτους 1950 πραγματική δουλεία διόδου με έκτακτη χρησικτησία, όπως ο ίδιος ο ενάγων συνομολογεί με την αγωγή του, για την επικοινωνία του δεσπόζοντος ακινήτου με διαμορφωμένο αρχικά χωματόδρομο, ακολούθως κοινοτική οδό και ήδη, από το έτος 1985, δημοτική οδό. Η πραγματική αυτή δουλεία διόδου ασκείται επί εδαφικής λωρίδας πλάτους 1,5 m του δουλεύοντος ακινήτου η οποία αρχίζει από την διερχόμενη νοτίως των ακινήτων των διαδίκων ως άνω δημοτική οδό και σε επαφή σχεδόν με την οικία που υπάρχει στο δουλεύον ακίνητο κατά την ανατολική πλευρά του, εισέρχεται στο δουλεύον με κατεύθυνση αρχικά από νότο προς βορά, στη βορειοδυτική γωνία της ως άνω οικίας κάμπτει προς τα αριστερά (δυτικά) και, ακολουθώντας ευθεία γραμμή καταλήγει στο δεσπόζον ακίνητο της εναγόμενης. Η δίοδος αυτή αποτελούσε μοναδικό τρόπο επικοινωνίας του δεσπόζοντος ακινήτου με κοινόχρηστο χώρο, ήτοι την παλιά χωμάτινη οδό και ακολούθως κοινοτική και από το έτος 1985 δημοτική οδό, πολύ προ του έτους 1950, όταν κατασκευάσθηκε η πέτρινη οικία που υπάρχει ακόμη σ' αυτό, η οποία είχε διαμορφωθεί και προσαρμοστεί στα δεδομένα αυτά με την τοποθέτηση της κύριας εισόδου και της πρόσοψης αυτής βόρεια προς την πλευρά της διόδου επί της οποίας ασκείται η επίδικη δουλεία, ενώ κατά την νότια πλευρά αυτής, όπου διέρχεται, σχεδόν σε επαφή, η δημοτική οδός, στην οποία έχει πρόσωπο 8,80 m, υπάρχουν από τότε που κατασκευάστηκε η οικία μόνο δύο παράθυρα. Κι αυτό γιατί το δάπεδο της οικίας της εναγόμενης, λόγω της μορφολογίας του εδάφους ως επικλινούς, βρίσκεται κατά 1,70 m κάτω από την διαμορφωμένη ανέκαθεν στάθμη της οδού και μεταξύ αυτών παρεμβάλλεται λωρίδα πλάτους 0,30 m που λειτουργεί ως τάφρος απορροής ομβρίων υδάτων, η οποία είναι επενδυμένη με σκυρόδεμα και καλυμμένη με σχάρα και συνεχίζεται κατά μήκος της ίδιας πλευράς των γειτονικών ακινήτων. Έτσι και μετά τη δημιουργία της δημοτικής οδού το έτος 1985 το δεσπόζον ακίνητο της εναγόμενης απέκτησε μεν πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο, όχι όμως και δίοδο από αυτόν, αφού δεν εξυπηρετείται από αυτόν κατά τον ίδιο τρόπο και το ίδιο μέτρο που εξυπηρετείται από την δίοδο επί της οποίας ασκείται η επίδικη δουλεία και κατά συνέπεια η δουλεία αυτή δεν αποσβέστηκε, αφού η άσκησή της δεν έγινε αδύνατη από λόγους πραγματικά ή νομικής ούτε και μάταιη, γιατί το δεσπόζον ακίνητο δεν απέκτησε αυτάρκεια μη οποιοδήποτε τρόπο από την προαναφερόμενη δημοτική οδό και η εδαφική λωρίδα, στην οποία ασκείται δουλεία αυτή, εξακολουθεί να αποτελεί το μοναδικό τρόπο επικοινωνίας του με αυτή. Ακολούθως το Εφετείο απέρριψε την αγωγή κατά το κύριο αίτημά της με την αντίστοιχη βάση τους ως κατ' ουσίαν αβάσιμη. Με αυτά που δέχθηκε και έτσι που αποφάσισε το Εφετείο αφενός μεν ερμήνευσε και εφάρμοσε ορθώς τις διατάξεις των άρθρων 17 του Συντάγματος, 1118 και 1136 του Αστικού Κώδικα και 25 του νόμου 1577/1985 (Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός), αφετέρου δε δεν στέρησε την απόφαση του από νόμιμη βάση, αφού διέλαβε σε εκείνη πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες επί των ζητημάτων (ισχυρισμών) που στηρίζουν την αγωγή κατά το κύριο αίτημά της με την αντίστοιχη βάση του, οι δε για το αντίθετο πρώτος, μέρος πρώτο και δεύτερο και δεύτερος λόγοι αναιρέσεως είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.

 

Επειδή, με τον τρίτο λόγο αναίρεσης προβάλλεται κατ' ορθή εκτίμησή του, η από το άρθρο 559 αριθμός 9 περίπτωση γ' και 8 περίπτωση β' του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αιτίαση ότι το Εφετείο άφησε αδίκαστο το αγωγικό αίτημα και δεν έλαβε υπόψη του την αντίστοιχη από το άρθρο 281 του Αστικού Κώδικα βάση του με το οποίο αίτημα ζητούσε ο ενάγων να αναγνωρισθεί ότι το επίδικο δικαίωμα της πραγματικής δουλείας διόδου ασκείται καταχρηστικά και να παύσει για το λόγο αυτό η άσκησή του στο μέλλον. Ο λόγος αυτός της αναίρεσης είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος διότι όπως προκύπτει μεν από την αγωγή τέτοιο αίτημα δεν περιεχόταν σ?αυτήν, όπως προκύπτει δε από την αναιρεσιβαλλόμενη και προεκτέθηκε, τέτοιο αίτημα με την αντίστοιχη βάση του δεν ήχθη ενώπιον του Εφετείου.

 

Επειδή, με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από το άρθρο 559 αριθμός 8 εδάφιο α' του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας πλημμέλεια της παρά το νόμο λήψης υπόψη πραγμάτων που δεν προτάθηκαν και ειδικότερα της βάσης της αγωγής από το άρθρο 25 παράγραφος 2 του νόμου 1577/1985 (Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός), την οποία απέρριψε ως μη νόμιμη διότι δεν συνέτρεχαν οι όροι εφαρμογής της διατάξεως αυτής, όπως το στοιχείο της καταβολής εκ μέρους του ενάγοντος στην εναγόμενη της προβλεπόμενης από αυτή αποζημιώσεως. Ο λόγος αυτός της αναίρεσης είναι απορριπτέος ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση, διότι από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το Εφετείο δεν αντιμετώπισε παρόμοια βάση αγωγής.

 

Επειδή, με τον πέμπτο λόγο αναιρέσεως προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από το άρθρο 559 αριθμός 11 εδάφιο γ' του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας πλημμέλεια της μη λήψης υπόψη αποδεικτικών μέσων που ο ενάγων και ήδη αναιρεσείων επικαλέστηκε και προσκόμισε, δηλαδή των αναφερομένων σ?αυτόν αποδεικτικών εγγράφων. Ο λόγος αυτός της αναίρεσης ως προς όλα τα άλλα έγγραφα που αναφέρονται σ? αυτόν, πλην της υπ?αριθμ. 106/2003 οικοδομικής αδείας, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος καθόσον από τη γενική βεβαίωση του Εφετείου που περιέχεται στην αναιρεσιβαλλόμενη ότι ελήφθησαν υπόψη όλα τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι σε συνδυασμό προς το όλο περιεχόμενο αυτής προκύπτει κατά τρόπο αδίστακτα βέβαιο ότι ελήφθησαν υπόψη. Ως προς την ως άνω όμως υπ' αριθμό 106/2003 οικοδομική άδεια, ο λόγος αυτός αναιρέσεως συνίσταται, κατ' ορθή εκτίμησή του, στο ότι το Εφετείο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη του την ως άνω άδεια που προσκομίσθηκε με επίκληση από τον ενάγοντα σε εκείνο προς απόδειξη του ότι η έκδοσή της σήμαινε ότι συνέτρεχε η βασική προϋπόθεση κατάργησης της δουλείας υπολειπομένου μόνο του προσδιορισμού της προβλεπόμενης από το άρθρο 25 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 αποζημιώσεως και της κατάθεσής της στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, η οποία κατάθεση σημειωτέον, θα αποφευγόταν για τον ενάγοντα εξαιτίας της παρεμβαλλόμενης απόσβεσης της δουλείας κατά το άρθρο 1136 του Αστικού Κώδικα. Ενόψει του ότι, όπως προαναφέρθηκε, το άρθρο 25 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 δεν επιδρά επί των πραγματικών δουλειών διόδου που συστήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος αυτού του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, όπως είναι και η επίδικη, ο προς απόδειξη με το ως ανωτέρω έγγραφο ισχυρισμός δεν αποτελεί ουσιώδες για την έκβαση της δίκης πράγμα και γι' αυτό ο λόγος αυτός της αναίρεσης κατά το εξουσιοδοτημένο ως άνω μέρος του είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος.

 

Επειδή, με τους έκτο και έβδομο λόγους αναιρέσεως προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από το άρθρο 559 αριθμός 11 εδάφια β' και α' του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντιστοίχως πλημμέλεια της λήψης υπόψη α) της εξώδικης πραγματογνωμοσύνης την οποία προσκόμισε με επίκληση η εναγόμενη και ήδη αναιρεσίβλητη προς απόδειξη του αναφερόμενου στο λόγο ουσιώδους ισχυρισμού, απαραδέκτως όμως με την προσθήκη των προτάσεων της στη συζήτηση επί της οποίας εκδόθηκε η αναιρεσιβαλλόμενη και β) της αναφερόμενης στο λόγο ένορκης βεβαίωσης που επίσης προσκόμισε με επίκληση η εναγόμενη η οποία όμως είναι ανεπίτρεπτο αποδεικτικό μέσο για τις αναφερόμενες στο λόγο αιτίες. Οι λόγοι αυτοί της αναίρεσης είναι απορριπτέοι ως αναπόδεικτοι και άρα αβάσιμοι διότι δεν προσκομίζονται οι προτάσεις με τη σε εκείνες προσθήκη της εναγόμενης στη συζήτηση, μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, προς διακρίβωση του αν και πότε επικαλέστηκε τα αποδεικτικά αυτά μέσα η εναγόμενη.

 

Για τους λόγους αυτούς

 

Απορρίπτει την από 21-06-2004 αίτηση αναιρέσεως του Κ.Ν. κατά της υπ' αριθμού 47/2004 αποφάσεως του Εφετείου Κέρκυρας.

 

Και

 

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει σε χίλια εκατόν εβδομήντα ευρώ (1170).

 

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 10-02-2006.

 

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο την 01-03-2006.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.