Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Επιτρέπεται η επέκταση των ιδιωτικών κλινικών που υπάγονται στις διατάξεις του προεδρικού διατάγματος 235/2000 (ΦΕΚ 199/Α/2000), όπως τροποποιήθηκε από το προεδρικό διάταγμα 198/2007 (ΦΕΚ 225/Α/2007), με τροποποίηση της ήδη αναθεωρημένης άδειας ίδρυσης και λειτουργίας τους, κατ' εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του προεδρικού διατάγματος 235/2000 με τα εξής ποσοστά:
α) κατά ποσοστό έως 25% για κλινική δυναμικότητας από 15 έως και 50 κλινών,
β) κατά ποσοστό έως 20% για κλινική δυναμικότητας από 51 έως και 100 κλινών,
γ) κατά ποσοστό έως 15% για κλινική δυναμικότητας από 101 έως και 150 κλινών,
δ) κατά ποσοστό έως 10% για κλινική δυναμικότητας από 151 και άνω κλινών.
Το δικαίωμα της αναθεώρησης της άδειας των ανωτέρω κλινικών για την επέκταση του συνολικού αριθμού των κλινών, κατά τα ανωτέρω οριζόμενα, μπορεί να ασκηθεί μία μόνο φορά. Εάν το δικαίωμα επέκτασης έχει ασκηθεί κατά το παρελθόν, τότε μπορεί να ασκηθεί μία ακόμα φορά κατά τα ανωτέρω ποσοστά.
2. Στην περίπτωση κατά την οποία με την αιτούμενη επέκταση προσαυξάνεται ο συνολικός αριθμός των κλινών κατά ποσοστό που υπερβαίνει τα άνωθεν οριζόμενα, επιτρέπεται η αναθεώρηση της άδειας ίδρυσης και λειτουργίας της κλινικής αποκλειστικά υπό τις προϋποθέσεις που θέτει το προεδρικό διάταγμα 517/1991 (ΦΕΚ 202/Α/1991) για το σύνολο της ιδιωτικής κλινικής.
3. Στις ιδιωτικές κλινικές που υπάγονται στις διατάξεις του προεδρικού διατάγματος 235/2000, με τροποποίηση της αναθεωρημένης άδειας τους, επιτρέπεται:
α) Επέκταση αντικειμένου τους (δημιουργία νέων τμημάτων και ειδικών μονάδων) με ανακατανομή των κλινών τους, υπό την προϋπόθεση ότι θα πληρούνται οι προδιαγραφές του παραρτήματος του εν λόγω προεδρικού διατάγματος (δηλαδή εξοπλισμός, προσωπικό και μετρικά στοιχεία) επί του συνόλου της ιδιωτικής κλινικής.
β) Η ανάπτυξη εργαστηρίων, υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνεται μέσα στα επιτρεπόμενα όρια κτιριακών επεκτάσεων από τους ισχύοντες κατά περίπτωση όρους δόμησης για το κτίριο της κλινικής και τις κείμενες πολεοδομικές διατάξεις.
γ) Η μείωση των κλινών, καθώς και η μετατροπή του αντικειμένου τους. Οποιαδήποτε επέκταση πέραν της προβλεπόμενης από την ως άνω διάταξη θα διέπεται από τις διατάξεις του προεδρικού διατάγματος 517/1991 επί του συνόλου της ιδιωτικής κλινικής.
4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 3 του προεδρικού διατάγματος 235/2000 (ΦΕΚ 199/Α/2000) αντικαθίσταται ως εξής:
{Με αίτηση των δικαιούχων επιτρέπεται η μεταστέγαση των ιδιωτικών κλινικών εντός των ορίων των Δήμων που είναι ήδη εγκατεστημένες ή εντός των ορίων των όμορων Δήμων ή σε απόσταση μέχρι είκοσι χιλιομέτρων από την έδρα τους, με τη χορήγηση νέας άδειας λειτουργίας από την οικεία αρμόδια αρχή, μετά από γνώμη της επιτροπής του άρθρου 4 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 247/1991 (ΦΕΚ 93/Α/1991), σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που είχε χορηγηθεί η αρχική άδεια ίδρυσης και λειτουργίας της κλινικής και με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος.}
5. Η παράγραφος 3 του άρθρου 17 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 247/1991 αντικαθίσταται ως εξής:
{α) Ο έλεγχος από την επιτροπή του άρθρου 4 του παρόντος είναι υποχρεωτικός και πραγματοποιείται τακτικά μεν μία φορά το χρόνο τουλάχιστον, έκτακτα δε όταν ειδικοί λόγοι το επιβάλλουν.
β) Οι αρμόδιες υπηρεσίες, μετά την κατάθεση του πρακτικού ελέγχου της παραπάνω επιτροπής, χορηγούν Βεβαίωση Καλής Λειτουργίας της Ιδιωτικής Κλινικής, η οποία ισχύει για 3 χρόνια. Οι Βεβαιώσεις Καλής Λειτουργίας που έχουν ήδη εκδοθεί ισχύουν για 3 έτη από την ημερομηνία χορήγησης τους.
γ) Κατά το χρονικό διάστημα της τριετούς ισχύος της Βεβαίωσης Καλής Λειτουργίας, εξακολουθεί να διενεργείται ο ετήσιος έλεγχος, από την επιτροπή του άρθρου 4 του παρόντος. Σε περίπτωση που διαπιστωθούν παραβάσεις των διατάξεων, που αφορούν τη λειτουργία των ιδιωτικών κλινικών και την παροχή υπηρεσιών υγείας από αυτές, η Βεβαίωση Καλής Λειτουργίας ανακαλείται και παύει να ισχύει μετά την παρέλευση του χρονικού διαστήματος που έταξε η Επιτροπή του άρθρου 4 του παρόντος για συμμόρφωση στις υποδείξεις της.}