Ευρωπαϊκή Οδηγία 2003/49 - Άρθρο 1

Άρθρο 1: Πεδίο εφαρμογής και διαδικασία


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Οι πληρωμές τόκων ή δικαιωμάτων που ανακύπτουν σε ένα κράτος μέλος απαλλάσσονται από ενδεχόμενους φόρους επί αυτών στο εν λόγω κράτος (είτε παρακρατούνται είτε εισπράττονται κατόπιν βεβαιώσεως) εφόσον ο δικαιούχος των τόκων ή των δικαιωμάτων είναι εταιρεία άλλου κράτους μέλους ή μόνιμη εγκατάσταση εταιρείας κράτους μέλους ευρισκόμενη σε άλλο κράτος μέλος.

 

2. Η πληρωμή που πραγματοποιείται από εταιρεία κράτους μέλους ή μόνιμη εγκατάσταση εταιρείας άλλου κράτους μέλους ευρισκόμενη στο εν λόγω κράτος μέλος λογίζεται ότι διενεργείται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος (κράτος της παρακράτησης στην πηγή).

 

3. Μια μόνιμη εγκατάσταση λογίζεται ως πληρωτής τόκων ή δικαιωμάτων μόνον εφόσον οι πληρωμές αυτές αντιπροσωπεύουν εκπιπτόμενη από το φόρο δαπάνη για τη μόνιμη εγκατάσταση στο κράτος μέλος όπου ευρίσκεται.

 

4. Εταιρεία ενός κράτους μέλους λογίζεται ως δικαιούχος τόκων ή δικαιωμάτων μόνον εφόσον δέχεται τις πληρωμές για δικό της λογαριασμό και όχι με την ιδιότητα του αντιπροσώπου, όπως του καταπιστευτικού διαχειριστή ή του εξουσιοδοτημένου υπογράφοντα εξ ονόματος άλλου προσώπου.

 

5. Η μόνιμη εγκατάσταση λογίζεται ως δικαιούχος τόκων ή δικαιωμάτων:

 

α) εφόσον η απαίτηση, το δικαίωμα ή η χρήση πληροφοριών που οδηγούν σε πληρωμές τόκων ή δικαιωμάτων ευρίσκονται σε πραγματική συνάφεια με την εν λόγω μόνιμη εγκατάσταση και

 

β) εφόσον οι πληρωμές των τόκων και δικαιωμάτων αντιπροσωπεύουν εισόδημα για το οποίο η μόνιμη εγκατάσταση υπόκειται, στο κράτος μέλος όπου ευρίσκεται, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο άρθρο 3 στοιχείο α) σημείο iii) ή, στην περίπτωση του Βελγίου, στον impôt des non-résidents / belasting der niet-verblijfhouders ή, στην περίπτωση της Ισπανίας, στον Impuesto sobre la Renta de no Residentes ή σε άλλο φόρο πανομοιότυπο ή εν πολλοίς παρόμοιο με αυτούς, ο οποίος επιβάλλεται μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, επιπροσθέτως ή σε αντικατάσταση των εν λόγω υφιστάμενων φόρων.

 

6. Όταν μια μόνιμη εγκατάσταση εταιρείας κράτους μέλους λογίζεται ως πληρωτής ή ως δικαιούχος τόκων ή δικαιωμάτων, κανένα άλλο μέρος της εταιρείας δεν λογίζεται ως πληρωτής ή ως δικαιούχος των εν λόγω τόκων ή δικαιωμάτων για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.

 

7. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται μόνον εφόσον η εταιρεία που είναι πληρωτής τόκων ή δικαιωμάτων, ή η εταιρεία μόνιμη εγκατάσταση της οποίας λογίζεται ως πληρωτής, είναι συνδεδεμένη εταιρεία της εταιρείας που είναι δικαιούχος των εν λόγω πληρωμών ή της οποίας η μόνιμη εγκατάσταση λογίζεται ως δικαιούχος των εν λόγω τόκων ή δικαιωμάτων.

 

8. Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται όταν καταβάλλονται τόκοι ή δικαιώματα από μόνιμη εγκατάσταση εταιρείας κράτους μέλους ευρισκόμενη σε τρίτο κράτος και η επιχειρηματική δραστηριότητα της εταιρείας διεξάγεται στο σύνολο ή εν μέρει μέσω της εν λόγω μόνιμης εγκατάστασης.

 

9. Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει κατά κανέναν τρόπο ένα κράτος μέλος, κατά την εφαρμογή του φορολογικού του δικαίου, να λαμβάνει υπόψη του τους τόκους και τα δικαιώματα που εισπράττουν οι εταιρείες του, οι μόνιμες εγκαταστάσεις των εταιρειών του ή οι μόνιμες εγκαταστάσεις εταιρειών οι ευρισκόμενες στο έδαφός του.

 

10. Ένα κράτος μέλος έχει την εναλλακτική δυνατότητα να μην εφαρμόσει την παρούσα οδηγία σε εταιρεία άλλου κράτους μέλους ή σε μόνιμη εγκατάσταση εταιρείας άλλου κράτους μέλους εφόσον οι όροι που τίθενται στο άρθρο 3 στοιχείο β) δεν τηρήθηκαν επί συνεχή περίοδο δύο ετών τουλάχιστον.

 

11. Το κράτος της παρακράτησης στην πηγή μπορεί να απαιτεί να πιστοποιείται η πλήρωση των προϋποθέσεων που ορίζονται στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 3 κατά τη στιγμή της πληρωμής των τόκων ή δικαιωμάτων με βεβαίωση. Εάν η πλήρωση των προϋποθέσεων αυτών δεν βεβαιώθηκε κατά τη στιγμή της πληρωμής, το κράτος μέλος δικαιούται να απαιτήσει παρακράτηση του φόρου στην πηγή.

 

12. Το κράτος της παρακράτησης στην πηγή μπορεί να εξαρτήσει την απαλλαγή σύμφωνα με την παρούσα οδηγία από απόφασή του με την οποία παραχωρεί τρέχουσα απαλλαγή βάσει βεβαιώσεως που πιστοποιεί την πλήρωση των προϋποθέσεων του παρόντος άρθρου και του άρθρου 3. Η σχετική απόφαση λαμβάνεται το αργότερο εντός τριών μηνών από την υποβολή της βεβαίωσης και των συμπληρωματικών πληροφοριών που το κράτος της παρακράτησης στην πηγή μπορεί ευλόγως να απαιτήσει, και ισχύει επί ένα έτος τουλάχιστον από τη λήψη της.

 

13. Για τους σκοπούς της εφαρμογής των παραγράφων 11 και 12, η βεβαίωση που παρέχεται, ισχύει για κάθε σύμβαση πληρωμής επί ένα έτος τουλάχιστον από την ημερομηνία χορήγησης, αλλά όχι πλέον των τριών ετών, και περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

 

α) πιστοποίηση της φορολογικής έδρας της αποδέκτριας εταιρείας και, εφόσον απαιτείται, ύπαρξη μόνιμης εγκατάστασης που πιστοποιείται από τη φορολογική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη φορολογική της έδρα η αποδέκτρια εταιρεία ή στο οποίο ευρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση

β) δικαιώματα της αποδέκτριας εταιρείας σύμφωνα με την παράγραφο 4 ή ύπαρξη των συνθηκών της παραγράφου 5 εφόσον ο αποδέκτης της πληρωμής είναι μόνιμη εγκατάσταση

γ) πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 3 στοιχείο α) σημείο iii) όσον αφορά την αποδέκτρια εταιρεία

δ) ελάχιστη συμμετοχή ή πλήρωση του κριτηρίου της κατοχής ενός ελάχιστου ποσοστού των δικαιωμάτων ψήφου σύμφωνα με το άρθρο 3 στοιχείο β)

ε) περίοδος κατά την οποία υπήρξε η συμμετοχή σύμφωνα με το στοιχείο δ).

 

Επιπλέον, τα κράτη μέλη δύνανται να ζητούν τη νομική αιτιολόγηση των πληρωμών σύμφωνα με τη σύμβαση (π.χ. δάνειο ή σύμβαση άδειας εκμετάλλευσης).

 

14. Εάν οι προϋποθέσεις της απαλλαγής παύσουν να πληρούνται, η αποδέκτρια εταιρεία ή η μόνιμη εγκατάσταση ενημερώνει αμέσως την πληρώτρια εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση και, εάν αυτό απαιτείται από το κράτος της παρακράτησης στην πηγή, την αρμόδια αρχή αυτού του κράτους.

 

15. Εάν η πληρώτρια εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση έχει παρακρατήσει φόρο στην πηγή ενώ εδικαιούτο απαλλαγής σύμφωνα με το παρόν άρθρο, δικαιούται να ζητήσει την επιστροφή του στην πηγή. Το κράτος μέλος μπορεί να απαιτήσει την υποβολή των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 13. Η αίτηση για επιστροφή του φόρου πρέπει να υποβληθεί εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Η προθεσμία αυτή διαρκεί τουλάχιστον δύο έτη από την ημερομηνία κατά την οποία καταβλήθηκαν οι τόκοι ή τα δικαιώματα.

 

16. Το κράτος της παρακράτησης στην πηγή υποχρεούται να επιστρέψει το υπερβάλλον ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε στην πηγή εντός έτους από τη δέουσα παραλαβή της αίτησης και των συμπληρωματικών πληροφοριών που μπορεί ευλόγως να απαιτήσει. Εάν ο παρακρατηθείς φόρος δεν έχει επιστραφεί εντός της προθεσμίας αυτής, η αποδέκτρια εταιρεία ή η μόνιμη εγκατάσταση μπορεί από τη λήξη της προθεσμίας του ενός έτους να απαιτήσει τόκους επί του επιστρεπτέου φόρου, με επιτόκιο ίσο προς εκείνο που εφαρμόζεται σε ανάλογες περιπτώσεις σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του κράτους παρακράτησης στην πηγή.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.