Απόφαση 1137140/94 - Άρθρο 3

Άρθρο 3: Ακαθάριστα έσοδα


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Το προσδιοριζόμενο ελάχιστο συνολικό κόστος κατασκευής και το ελάχιστο κόστος των επιμέρους εργασιών αποτελούν τη βάση προσδιορισμού των φορολογικών υποχρεώσεων των επιτηδευματιών του άρθρου 36 του νόμου 2238/1994.

 

Συνεπώς, το ελάχιστο κόστος οικοδομής και το συνιστώμενο αυτό ελάχιστο κόστος των επιμέρους εργασιών, με βάση τα χιλιοστά του Αρχικού Πίνακα ή τα τροποποιημένα, μετά από αιτιολόγηση, στον Τελικό Πίνακα, οφείλουν να καλύπτονται από τα παραστατικά υλικών, μεταφορών και εργασίας (τιμολόγια υλικών, μεταφορικών μέσων, φατούρας, μισθώσεως μηχανημάτων και παροχής υπηρεσιών).

 

2. Εξαιρετικά, προκειμένου για επιμέρους εργασίες που δηλώνεται ότι έγιναν χωρίς την ανάθεσή τους σε εργολάβο ή υπεργολάβο, αλλά με τη χρησιμοποίηση ημερομισθίων τεχνιτών και εργατών, αυτό γίνεται δεκτό για συνολικό ποσό κατά μέγιστο μέχρι το 20% του ΚΚΟ. Στην περίπτωση αυτή ως παραστατικά δαπάνης θεωρούνται οι μισθολογικές καταστάσεις και οι καταστάσεις του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που αναφέρονται στις συγκεκριμένες επιμέρους εργασίες. Το παραπάνω ποσοστό δεν ισχύει για επιχειρήσεις που αποδεδειγμένα απασχολούν δικό τους προσωπικό για το σκοπό αυτό. Δηλαδή, το μόνιμο προσωπικό τους σε τεχνίτες και εργάτες είναι επαρκές, κατά ειδικότητα και αριθμό, για την εκτέλεση της σχετικής εργασίας σε εύλογο χρόνο.

 

Επίσης, όταν ο ιδιοκτήτης είναι επιτηδευματίας εργολάβος ή υπεργολάβος οικοδομών, τότε, για τις εργασίες που καλύπτει η επαγγελματική του δραστηριότητα δεν απαιτούνται τιμολόγια υπεργολάβων, αλλά λαμβάνονται υπόψη τα ποσά που καταβλήθηκαν για ημερομίσθια, όπως αυτά προκύπτουν από τις αντίστοιχες μισθολογικές καταστάσεις και τις καταστάσεις του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που αφορούν στις συγκεκριμένες εργασίες. Για τους ίδιους πραγματικούς λόγους, σε οικισμούς μέχρι 2000 κατοίκους, όπου είναι συνήθης η προσωπική συμμετοχή του ιδιοκτήτη ως επιστάτη εργατοτεχνιτών, το ως άνω ποσοστό του 20%, αυξάνεται σε 40%, εφόσον η συνολική επιφάνεια της οικοδομής δεν υπερβαίνει τα 150 m2, και σε 30% για οικοδομή με επιφάνεια άνω των 150 m2.

 

3. Εάν το ελάχιστο κόστος οικοδομής (ΚΚΟ) δεν καλύπτεται από το άθροισμα των σχετικών παραστατικών:

 

α. Για τις επιχειρήσεις κατασκευής και πώλησης οικοδομών που ανεγείρουν οικοδομές για τις οποίες δεν υπάγονται στο Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (άρθρο 6 του νόμου 2859/2000): Τα δηλούμενα στοιχεία θεωρούνται ανακριβή και τα προκύπτοντα επί πλέον ακαθάριστα έσοδα θεωρούνται ως ακαθάριστα έσοδα της χρήσης που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 34 του νόμου 2238/1994. Δηλαδή, για τις επιχειρήσεις αυτές τα ακαθάριστα έσοδα ορίζονται μεν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34 του νόμου 2238/1994, τίθεται, όμως, ως ελάχιστο όριο των ακαθάριστων εσόδων τους, το κατά τα ανωτέρω οριζόμενο ΚΚΟ.

 

Σε περίπτωση μη ισοσκελισμένου Τελικού Πίνακα, εκτός από τις προβλεπόμενες ποινές της παραγράφου 3 του άρθρου 35 του νόμου 2238/1994, οι ως άνω επιχειρήσεις, οφείλουν πρόστιμο που επιβάλλεται με τις διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος της διαχειριστικής περιόδου υποβολής του τελικού πίνακα που αναλογεί στη διαφορά (άνοιγμα) του μη ισοσκελισμένου Τελικού Πίνακα, και το οποίο είναι ίσο με το ποσό του φόρου προστιθέμενης αξίας, του οποίου ο κατασκευαστής διέφυγε την καταβολή προς τους προμηθευτές του.

 

β. Για τον ιδιώτη ιδιοκτήτη: τα δηλούμενα στοιχεία θεωρούνται ανακριβή και επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο, που επιβάλλεται με τις διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος, ισόποσο με τον αναλογούντα επί της διαφοράς Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.

 

γ. Τα πιο πάνω πρόστιμα δεν επιδέχονται συμβιβασμό, βεβαιώνονται και καταβάλλονται εφάπαξ, για την επιβολή τους εφαρμόζονται, όπου απαιτείται, οι διατάξεις του νόμου 2238/1994.

 

4. Ο υπολογισμός της διαφοράς Φόρου Προστιθέμενης Αξίας πραγματοποιείται ως εξής: Αθροίζονται τα ποσά των παραστατικών του υποβληθέντος μη ισοσκελισμένου Τελικού Πίνακα, που αφορούν σε αγορές υλικών, μεταφορές, παροχές υπηρεσιών, ελεύθερα εργατικά (μέχρι του προβλεπόμενου κατά περίπτωση ορίου) και τιμολόγια υπεργολάβων. Η διαφορά του συνολικού αυτού ποσού από το ΚΚΟ είναι το άνοιγμα του μη ισοσκελισμένου Τελικού Πίνακα και θεωρείται ότι όφειλε να καλύπτεται από τιμολόγια υπεργολάβων επιμέρους εργασιών. Συνεπώς, η διαφορά αυτή αποτελεί το ποσό επί του οποίου υπολογίζεται ο οφειλόμενος για τιμολόγια υπεργολάβων, Φόρου Προστιθέμενης Αξίας. Σημειώνεται ότι, τα τιμολόγια των επιμέρους εργασιών μπορεί να αφορούν μόνο σε εργασία (τιμολόγια φατούρας) ή εργασία με υλικά.

 

5. Εάν το ελάχιστο κόστος των επιμέρους εργασιών δεν καλύπτεται από το άθροισμα των σχετικών με τις εργασίες αυτές παραστατικών:

 

Το ακαθάριστο έσοδο του εργολάβου ή υπεργολάβου και εν γένει επιτηδευματία, που εκτελεί συγκεκριμένη εργασία σε ανεγειρόμενη οικοδομή, εφόσον δεν υπάρχει καταφανής έλλειψη παραστατικών σε άλλα συστατικά στοιχεία της εργασίας αυτής (π.χ. των απαραίτητων υλικών, σε περίπτωση φατούρας), ισούται με το ελάχιστο κόστος της επιμέρους εργασίας του Τελικού Πίνακα, μετά την αφαίρεση του ποσού των τυχόν παραστατικών για αγορά υλικών, μεταφορές και λοιπές υπηρεσίες εκτός του τιμολογίου του υπεργολάβου.

 

Εάν διαπιστωθεί καταφανής έλλειψη παραστατικών σε απαραίτητα συστατικά στοιχεία της επιμέρους εργασίας, τότε, για τη φορολογία εισοδήματος και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας του υπεργολάβου, από το συνολικό ποσό της επιμέρους εργασίας, λαμβάνεται το ποσοστό που αντιστοιχεί στη συνήθη συμμετοχή του είδους της εργολαβικής σύμβασης (φατούρας ή εργασίας με τα υλικά).

 

6. Το ποσό Φόρου Προστιθέμενης Αξίας που οφείλουν να έχουν καταβάλει οι εργολάβοι, υπεργολάβοι και εν γένει επιτηδευματίες, που εκτελούν επιμέρους εργασίες σε οικοδομές, πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσο με αυτό που προκύπτει από το ελάχιστο κόστος της αντίστοιχης επιμέρους εργασίας, όπως αυτό προσδιορίζεται στην παραπάνω παράγραφο 4. Ο υπολογισμός της διαφοράς Φόρου Προστιθέμενης Αξίας πραγματοποιείται όπως στην παράγραφο 4 αυτού του άρθρου, με εκκίνηση το ελάχιστο κόστος της επιμέρους εργασίας του Τελικού Πίνακα και με τα παραστατικά που αφορούν αποκλειστικά τη συγκεκριμένη επιμέρους εργασία.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.